Τρίτη 24 Οκτωβρίου 2017

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

 


Τῆς Κυριακῆς: Λουκ. η΄ 41-56

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ ᾿­Ιησοῦ, ᾧ Μὄνομα ᾿Ιάειρος, καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑ­­­­πῆρ­χε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ παρεκά­λει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὕτη ἀπέθνησκεν. ᾿Εν δὲ τῷ ὑ­­­­πάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ρύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ᾿ οὐδενὸς θεραπευθῆ­ναι, προσ­ελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ρύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. καὶ εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς· τίς ὁ ἁψάμενός μου; ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι, καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; ὁ δὲ ᾿­Ιησοῦς εἶπεν· ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ. ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προ­σπεσοῦσα αὐτῷ δι᾿ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐ­­τῷ ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. ῎Ετι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυν­αγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ ᾿Ιωάννην καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτον­το αὐτήν. ὁ δὲ εἶπε· μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. καὶ κατεγέ­λων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρα­τήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· ἡ παῖς, ἐγείρου. καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς. ὁ δὲ παρήγ­γειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός.

1. Δεισιδαιμονία ἢ πίστη θαυματουργική;

Ὁ Κύριος, ἀνταποκρινό­μενος στὴ θερμὴ παράκληση ἑνὸς προϊσταμένου τῆς Συναγωγῆς, τοῦ Ἰαείρου, πορεύεται πρὸς τὸ σπίτι του γιὰ νὰ θερα­πεύσει τὴν ἑτοιμοθάνα­τη κόρη του. Κόσμος ­πο­λὺς τὸν ­περικυκλώνει. Ἀ­νά­μεσά τους καὶ μιὰ γυ­ναί­κα ποὺ ­ὑπέφερε ἀπὸ ἀθεράπευτη ­αἱμορ­ραγία ἐ­­­πὶ δώδεκα ­χρό­­νια. Ἀ­­­­­­πογοητευμένη ἀ­­­πὸ τοὺς γιατροὺς καὶ τὶς ­θε­­­­­­ρα­πευτικές τους μεθόδους, στήριξε ὅλες τὶς ­ἐλπίδες της στὸν Κύριο Ἰησοῦ. ­Πίστε­ψε βαθιὰ ὅτι Ἐκεῖνος μποροῦσε νὰ τὴν θεραπεύσει. ­Σκέφθηκε ὅ­­­τι, ἂν μποροῦσε ­μονάχα ν’ἀγ­­γίξει τὸ ἔνδυμά Του, ὁ­­­πωσδήποτε θὰ ­γινόταν καλά. Καὶ πράγματι κρυμμένη μέσα στὸ πλῆθος, ἐπειδὴ ντρεπόταν νὰ γίνει φανερὴ ἡ ἀρρώστια της, πλησίασε καὶ προσέχοντας ὥστε νὰ μὴν τὴν ἀντιληφθεῖ κανείς, ἄγγιξε τὴν ἄκρη τοῦ ἐξωτερικοῦ ἐν­δύματός Του. Τότε ἀμέσως τὸ θαῦμα ἔγινε καὶ σταμάτησε ἡ αἱμορραγία της! Τί ἦταν ὅμως αὐτὸ ποὺ ­προκάλεσε τὸ θαῦμα; Τὰ ἱμάτια τοῦ Χριστοῦ; Τότε, γιατί ὅλοι οἱ ἄλλοι ποὺ ἄγγιζαν τὸν Κύριο καθὼς συνωστίζονταν γύρω Του, δὲν ἔλαβαν ἀνάλογη χάρη; Γιατί καὶ κα­­τὰ τὸν καιρὸ τῆς Σταυρώσεως οἱ στρα­τιῶτες ποὺ κρατοῦσαν καὶ μοίραζαν μεταξύ τους τὰ ἱμάτια καὶ τὸ χιτώνα τοῦ Ἰησοῦ, δὲν ἔζησαν παρόμοια θαύματα; Διότι αὐτὸ ποὺ ἀπαιτεῖται πρωτίστως εἶναι ἡ πίστη. Αὐτὴ τὴ δυνατὴ πίστη διέθετε ἡ αἱμορροοῦσα καὶ γι’ αὐτὸ ἀξιώθηκε νὰ λάβει τὴ θεραπεία της. Κι ἐμεῖς ποὺ πολλὲς φορὲς ἀναζητοῦμε νὰ λάβουμε χάρη καὶ δύναμη ἀπὸ τὸ λαδάκι τοῦ ἁγίου, τὴν ἁγία εἰκόνα του, κάποιο «φυλαχτὸ» ἢ ἄλλο ἱερὸ ἀντικείμενο, ἂς γνωρίζουμε ὅτι ὅλα αὐτὰ δὲν ἐνεργοῦν μαγικὰ στὴ ζωή μας. Ἂν θέλουμε νὰ λάβουμε χάρη Θεοῦ, ὀφείλουμε νὰ πλησιάζουμε «μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης». Μὲ σεβασμὸ καὶ εὐλάβεια, μὲ πίστη ἔμπρακτη καὶ ἀγάπη ἀ­ν­υπόκριτη. Μόνο τότε ἀποκομίζουμε ὠ­­­­φέλεια.

2. «Μὴ φο­βοῦ· μόνον πίστευε»!

Ἐνῶ ὅλοι θαύμαζαν τὸ γεγονὸς τῆς θεραπείας τῆς αἱμορροούσας, ὁ ἀρχισυνάγωγος Ἰάειρος ἔλαβε τὴ δυσάρε­στη εἴδηση ὅτι ἡ μοναχοκόρη του ποὺ ἦταν βαριὰ ἄρρωστη τελικὰ πέθανε. Ὅμως ὁ Κύριος τοῦ ἔδωσε ­θάρρος: «Μὴ φο­βοῦ· μόνον πίστευε»! Μὴ φοβᾶ­σαι, μόνο συνέχισε νὰ πιστεύεις, τοῦ εἶπε. Νὰ μὴ φοβᾶται; Πῶς ἦταν ­δυνατόν; Ποιὸς ἄνθρωπος δὲν τρομάζει καὶ μό­νο στὴν ἰδέα τοῦ θανάτου; Κι ὅμως ὁ Κύριος τὸ τονίζει: «Μὴ φο­βοῦ· μόνον πίστευε»! Ἡ πίστη εἶναι αὐτὴ ποὺ διαλύει τοὺς φόβους. Πίστη στὸν Θεάνθρωπο Κύριο. Πίστη στὸν παντοδύναμο Θεὸ καὶ στοργικὸ Πατέρα μας. Ἡ πίστη αὐτὴ διώχνει κάθε ἀγωνία καὶ ταραχή. Χαρίζει δύναμη καὶ ὑπομονὴ μέσα στὸν πόνο. Ἡ πίστη στὸ Νικητὴ τοῦ θανάτου ἀποτελεῖ ἐγγύηση γιὰ τὸν πιστὸ χριστιανὸ ὅτι κι αὐτὸς μπορεῖ νὰ ξεπεράσει τὸ φόβο τοῦ θανάτου. Ἐμπνέει τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν προσδοκία μιᾶς ἄλλης πραγματικότητος. Τοῦ δίνει τὴ δυνατότητα νὰ βλέπει τὴ ζωὴ κάτω ἀπὸ τὸ πρίσμα τῆς αἰωνιότητος καὶ νὰ προχωρεῖ μὲ χαρά, εἰρήνη καὶ ἀληθινὴ αἰ­σιοδοξία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου