Σάββατο 31 Μαρτίου 2012

ΚΟΙΜΗΘΗΚΕ ΣΗΜΕΡΑ Ο ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ Ι.ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΔΑΥΙΔ ΚΥΡΙΛΛΟΣ


Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Δαβίδ, Αρχιμ. Κύριλλος (Γεραντώνης)

Εκοιμήθη σήμερα, Παρασκευή 30 Μαρτίου ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Δαβίδ, Αρχιμ. Κύριλλος (Γεραντώνης).
Ο Γέρων Κύριλλος, διάδοχος στην ηγουμενία, αλλά και στην αρετή, του οσίου Ιακώβου (Τσαλίκη), του νέου ασκητού και οσίου της Εύβοιας.
Να αναφερθεί ότι τα τελευταία χρόνια ο μακαριστός Γέροντας, υπέφερε επί σειρά ετών από πολυώδυνες ασθένειες, νοσηλευόμενος σε διάφορα νοσοκομεία.
Σύμφωνα με πληροφορίες ο Γέροντας εκοιμήθη στο ΝΑΤ, όπου και νοσηλευόταν.
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι αύριο Σάββατο ο Μητροπολίτης Χαλκίδος θα τελέσει την Θ. Λειτουργία στο Μοναστήρι, ενώ στις 12.00 θα γίνει η κηδεία.
Ο αοίδιμος π. Κύριλλος, εκοιμήθη σήμερα το πρωί, κατόπιν πολυωδύνου ασθενείας, στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου νοσηλευόταν το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Ο Γέροντας Κύριλλος γεννήθηκε στον Κρυονερίτη της Βορείου Ευβοίας το 1938 και από την μικρή του ηλικία γαλουχήθηκε με τα νάματα της Ορθοδόξου Πίστεως.
Προσήλθε στην Ιερά Μονή του Οσίου Δαυΐδ του Γέροντος στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και εκάρη Μοναχός την 1η Οκτωβρίου 1965 από τον μακαριστό Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Αρχιμανδρίτη Νικόδημο Θωμά (+1977), λαβών το όνομα Κυπριανός. Ως Μοναχός διακρίθηκε για την ταπείνωσή του, την υποδειγματική υπακοή του και την διάθεσή του να υπηρετεί τους πάντες.
Στις 27 Μαρτίου του 1971 χειροτονήθηκε Διάκονος στον Ι. Ν. Γενεθλίου της Θεοτόκου Λίμνης, λαβών το όνομα Κύριλλος και στις 28 Μαΐου 1971 Πρεσβύτερος στην Ιερά Μονή του Οσίου Δαυΐδ, από τον μακαριστό Μητροπολίτη Χαλκίδος Νικόλαο (+1975).
Ως ιερομόναχος εξυπηρέτησε την Ιερά Μονή της μετανοίας του, μαζί με τον μακαριστό Γέροντα Αρχιμανδρίτη Ιάκωβο Τσαλίκη (+1991), όπως και τα γύρω χωριά, τα οποία εστερούντο μονίμου Εφημερίου. Παράλληλα και για 20 και πλέον χρόνια, μαζί με τον μακαριστό π. Ιάκωβο και τον επίσης μακαριστό Μοναχό π. Σεραφείμ (+2009) κράτησαν την Ιερά Μονή του Οσίου Δαυΐδ του Γέροντος και διηκόνησαν τους αναρίθμητους προσκυνητές της.
Το 1991 και μετά την κοίμηση του μακαριστού Ηγουμένου Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη, εξελέγη με την ψήφο όλης της Αδελφότητος Ηγούμενος της Ιεράς Μονής του Οσίου Δαυΐδ και ενθρονίστηκε επισήμως στην Ιερά Μονή από τον μακαριστό Μητροπολίτη Χαλκίδος Χρυσόστομο Α΄ (+2010) στις 12 Απριλίου του 1992.
Στα 20 χρόνια της ηγουμενίας του ο π. Κύριλλος, με γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα και άριστη συνεργασία με τους Μητροπολίτες Χαλκίδος Χρυσόστομο Α΄ και Χρυσόστομο Β΄, ανεκαίνισε το κτιριακό συγκρότημα της Ιεράς Μονής, ανεδέχθη δεκάδα και πλέον νέων Μοναχών στην Ιερά Μονή του, πρωτοστάτησε στον τομέα της φιλανθρωπίας και της ελεημοσύνης, ανεδείχθη πνευματικός πατέρας και εξομολόγος αναριθμήτων Κληρικών, Μοναχών και Λαϊκών σε όλη την Ελλάδα και ευρύτερα και με οδηγό την υψοποιό ταπείνωση, το αόργητο και πράο του χαρακτήρος του και την ακρίβειά του στα θέματα της Ορθοδόξου Πίστεως, έδωσε την καλή μαρτυρία του Μοναχού και του Ηγουμένου που ζει για την Εκκλησία και αναπνέει στον χώρο της Ορθοδόξου Λατρείας.
Το τελευταίο διάστημα ταλαιπωρήθηκε από σοβαρά προβλήματα της υγείας του και νοσηλεύθηκε πολλές φορές. Όμως και στο πρόβλημα της υγείας του, όμως, έγινε παράδειγμα μίμησης για όλους, αφού το χαμόγελο δεν έλειψε ποτέ από τα χείλη του και η φράση «Δόξα σοι ο Θεός», ήταν η μόνιμη απάντηση σε όσους τον ρωτούσαν για την πορεία της υγείας του, δείγμα ότι εμπιστευόταν ολοκληρωτικά τον εαυτό του στην προστασία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και των Αγίων Του.
Η εξόδιος Ακολουθία του θα λάβει χώρα στην Ιερά Μονή του Οσίου Δαυΐδ του Γέροντος, αύριο Σάββατο 31 Μαρτίου 2012 και ώρα 12 μ., χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Χαλκίδος κ. Χρυσοστόμου.
Ο Θεός να του χαρίσει την Βασιλεία Του.

Πηγή: romfea.gr

Η ΕΞΟΔΙΟΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΙΩΣΗΦ ΤΟΥ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΥ

Πρώτο μέρος (1/5)

Δεύτερο μέρος (2/5)

Τρίτο μέρος (3/5)

Τέταρο μέρος (4/5)

Πέμπτο μέρος (5/5)

ΤΟ ΞΕΣΚΕΠΑΣΜΑ ΤΗΣ ΜΑΣΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΙΩΝΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΤΑΞΗΣ

Πρώτο μέρος (1/7)


Δεύτερο μέρος (2/7)



Τρίτο μέρος (3/7)



Τέταρτο μέρος (4/7)


Πέμπτο μέρος (5/7)


Έκτο μέρος (6/7)


Έβδομο μέρος (7/7)

Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 30 ΜΑΡΤΙΟΥ-ΠΟΙΟΙ ΑΓΙΟΙ ΕΟΡΤΑΖΟΥΝ



Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ συγγραφέας της ΚΛΙΜΑΚΟΣ
Ήταν γιος πλούσιας και ευσεβέστατης οικογενείας και είχε πάρει πολύ καλή μόρφωση. Νέος ακόμα, αφοσιώθηκε στην προσευχή, τις μελέτες και τη συγγραφική εργασία. Πήγε στο όρος Σινά, κοντά σ' έναν από τους καλύτερους αναχωρητές, τον Μαρτύριο, ό όποιος καθοδηγούσε πνευματικά και ασκητικά το νεαρό Ιωάννη. Μετά τέσσερα χρόνια, έγινε μοναχός και ή φήμη των αρετών και της σοφίας του είχε διαδοθεί ευρύτατα. Πολλοί μοναχοί και λαϊκοί έρχονταν κοντά του για να ζητήσουν τη συμβουλή του. Μετά από επίμονη απαίτηση των αδελφών της Μονής Σινά, δέχθηκε και έγινε για μερικά χρόνια ηγούμενος τους. Ή νοσταλγία, όμως, της ερημικής ζωής, έκανε τον Ιωάννη να αποσυρθεί και να αφοσιωθεί πάλι στις μελέτες του. Πέθανε περίπου το 650 και άφησε δύο σπουδαιότατα συγγράμματα, την Κλίμακα και τον Λόγον προς τον Ποιμένα. Να μερικοί λόγοι του, από την Κλίμακα, σχετικά με το θεμέλιο των αρετών, την ταπεινοφροσύνη: 1) "Ή ταπεινοφροσύνη είναι ουράνιος ανεμοστρόβιλος πού μπορεί να άνεβάση την ψυχή από την άβυσσο της αμαρτίας στα ύψη του ουρανού". 2) "Μητέρα της πηγής είναι ή άβυσσος των υδάτων* πηγή δε της διακρίσεως ή ταπείνωσις"1. 1. "Κλίμαξ" Ιωάννου Σιναΐτου.

Άπολυτίκιον. "Ηχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείον κλίμακα, ύποστηρίξας, την των λόγων σου, μέθοδον πάσι, Μοναστών υφηγητής αναδέδειξαι, εκ πρακτικής Ιωάννη καθάρσεως, προς θεωρίας άνάγων την έλαμψιν. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τόν Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΙΩΗΛ ή ΙΩΑΔ
Ιωάδ κατά τους συναξαριστές, Ιωήλ κατά την Β΄Παραλειπομένων (Θ΄29). Από τη Σαμάρεια καταγώμενος κατα τους συναξαριστές από τον Ιούδα κατά την Γραφή (Γ΄Βασιλ. 10). Αυτός λοιπόν στάλθηκε από τον Θεό προς τον βασιλιά Ιεροβοάμ για να ελέγξει αυτόν για τις δαμάλεις (Γ΄Βασιλ. ιγ΄,2). Όταν δε άπλωσε το χέρι του ο Ιεροβοάμ για να κρατήσει τον προφήτη, ξεράθηκε το χέρι του και αποκαταστάθηκε πάλι δια της προσευχής του προφήτου. Επειδή όμως ό προφήτης πήρε ' ν Θεό να μη φάει και πιει, αυτός έφαγε παραπλανηθείς από τον ψευδοπροφήτη Ένβέ. Γι' αυτό κατασπαράχθηκε, για την παρακοή του, από ένα λιοντάρι, χωρίς όμως το θηρίο να φάει το σώμα του. Τάφηκε δε κοντά στον τάφο του πλανήσαντος αυτόν ψευδοπροφήτου Ένβέ. Να σημειώσουμε εδώ ότι, άλλος είναι ό προφήτης Ίωήλ πού τη μνήμη του γιορτάζουμε την 19η "Οκτωβρίου.

Ο ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ό εν τω φρέατι
Γεννήθηκε στα χρόνια των διωγμών της Εκκλησίας από τους ειδωλολάτρες. Ή ευσεβής μητέρα του, τον πότισε με τα νάματα της χριστιανικής θρησκείας, και αργότερα ό Ιωάννης κατέφυγε στην έρημο όπου αφοσιώθηκε στη μελέτη και την πνευματική άσκηση. Επειδή όμως το μέρος πού έμενε ήταν μια μικρή σπηλιά, αναγκάσθηκε ό ευσεβής ερημίτης να χρησιμοποιήσει σαν άσκητήριο, ένα ξεροπήγαδο. Γι' αυτό και έπωνομάστηκε: Ιωάννης ό εν τω φρέατι. Μετά από καιρό, ήλθαν κι άλλοι στον τόπο εκείνο, όπου έκτισαν μικρά κελιά για τον εαυτό τους. Άλλ' ό Ιωάννης, δεν ήθελε πλέον να φύγει από εκείνο το ξεροπήγαδο, πού είχε συνδεθεί με τόσα χρόνια της ζωής του. Επικοινωνούσε Όμως με τους νεοελθόντες και χρησίμευε ως πολύτιμος σύμβουλος και καθοδηγός τους. Έτσι ώστε ή μικρή εκείνη αδελφότητα, καταρτιζόταν και προαγόταν κατά Χριστόν άπ' αυτόν. Ό Ιωάννης πέθανε ειρηνικά σε βαθιά γεράματα.

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Πατριάρχης Ιεροσολύμων
Απεβίωσε ειρηνικά.

Η ΑΓΙΑ ΕΥΒΟΥΛΗ
Ήταν μητέρα του Άγιου Παντελεήμονα και απεβίωσε ειρηνικά.

Ο ΑΓΙΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ Μητροπολίτης Κορίνθου
Ήταν Επίσκοπος Κορίνθου και συκοφαντήθηκε από τους Τούρκους ότι συνεργαζόταν με τους Ενετούς, κατά την εκστρατεία του Μοροζίνη στην Ελλάδα, για την απελευθέρωση των Ελλήνων. Συνελήφθη και αφού βασανίστηκε σκληρά οδηγήθηκε στον κριτή, ό οποίος τον προέτρεψε να αρνηθεί τον Χριστό και να γίνει μουσουλμάνος. Ό Ζαχαρίας, με αηδία άκουσε την πρόταση αυτή του κριτή και γι' αυτό βασανίστηκε φρικτά. Καταδικάστηκε να καεί ζωντανός στη φωτιά περιστρεφόμενος! ΟΙ χριστιανοί της Κορίνθου κατόρθωσαν, αφού πρόσφεραν μεγάλο χρηματικό ποσό στον Τούρκο έπαρχο, να μεταβληθεί ό φρικτός αυτός τρόπος της θανατικής καταδίκης. Έτσι ό νέος ιερομάρτυρας Ζαχαρίας αποκεφαλίστηκε στην Κόρινθο, 30 Μαρτίου 1684, Κυριακή της Σταυροπροσκύνησης.

Ο ΑΓΙΟΣ ΒΙΚΤΩΡ
Μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη επί Μαξιμιανού, μαζί με έντεκα άλλους μάρτυρες. Ή μνήμη του επαναλαμβάνεται την 30ή Μαρτίου ή την 1η Οκτωβρίου.

Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

ο Μεγάλος Κανόνας

Η Πέμπτη εβδομάδα των Νηστειών είναι το λειτουργικό αποκορύφωμα της Τεσσαρακοστής. Οι ακολουθίες είναι μακρότερες και εκλεκτότερες. Στη συνήθη ακολουθία των λοιπών εβδομάδων θα προστεθούν δυο νέες μεγάλες ακολουθίες· Την Πέμπτη ο Μεγάλος Κανόνας και το Σάββατο ο Ακάθιστος Ύμνος. Κανονικά το αποκορύφωμα αυτό θα έπρεπε να αναζητηθεί στην επόμενη, στην Έκτη εβδομάδα των Νηστειών, που είναι και η τελευταία της περιόδου αυτής. Αλλά όλα στη λατρεία μας έχουν τακτοποιηθεί από τους πατέρες με πολλή μελέτη και περίσκεψη. Με «διάκριση» κατά την εκκλησιαστική έκφραση. Μετά από την τελευταία εβδομάδα ακολουθεί η Μ. Εβδομάδα, με πυκνές και μακρές ακολουθίες, ανάλογες προς τα μεγάλα εορτολογικά θέματα. Μεταξύ αυτής και του αποκορυφώματος της Τεσσαρακοστής έπρεπε να μεσολαβήσει μια περίοδος σχετικής αναπαύσεως, μια μικρή ανάπαυλα. Το τόσο λοιπόν ανθρώπινα αναγκαίο μεσοδιάστημα είναι η τελευταία εβδομάδα και την έξαρση του τέλους βαστάζει η πρότελευταια.


Πότε ψάλλεται ο Μ. Κανόνας;
Ο Μ. Κανόνας ψάλλεται τμηματικά στα απόδειπνα των τεσσάρων πρώτων ημερών της Α΄ Εβδομάδας των Νηστειών και ολόκληρος στην ακολουθία του Όρθρου της Πέμπτης της Ε΄ εβδομάδας. Στις ενορίες συνήθως ψάλλεται ανεξάρτητα από τον όρθρο, σαν μικρή αγρυπνία, το βράδυ της Τετάρτης μαζί με την ακολουθία του αποδείπνου. Έτσι διευκολύνονται περισσότερο οι χριστιανοί στην παρακολούθησή του. Μπορεί να τον βρει κανείς μέσα στο λειτουργικό βιβλίο που περιέχει τις ακολουθίες της Τεσσαρακοστής, το Τριώδιο, καθώς και σε μικρά αυτοτελή φυλλάδια. Η παρακολούθηση του Κανόνα αυτού κατά την ώρα της ψαλμωδίας του είναι αρκετά δύσκολη, γιατί τα νοήματα είναι πυκνά και ο ρυθμός της ψαλμωδίας γρήγορος. Για τους λόγους αυτούς τα εγκόλπια αυτά είναι ιδιαίτερα απαραίτητα για όσους θέλουν να γνωρίσουν καλύτερα τον ύμνο αυτό. Τα παρακάτω ας αποτελέσουν μια σύντομη εισαγωγή και βοήθεια για την κατανόησή του και μια παρακίνηση για την παρακολούθηση της ψαλμωδίας του εκλεκτού αυτού λειτουργικού κειμένου.

Ποιός ο ποιητής – δημιουργός του Μ. Κανόνα;
Τον Μ. Κανόνα συνέθεσε ο άγιος Ανδρέας ο Ιεροσολυμίτης. Γεννήθηκε στη Δαμασκό το 660 μ. Χ. από ευσεβείς γονείς. Σε ηλικία δεκαπέντε ετών η αγάπη του τον φέρνει στα Ιεροσόλυμα όπου οι γονείς του τον αφιερώνουν στον Ναό της Αναστάσεως. Στα Ιεροσύλυμα απόκτησε μεγάλη παιδεία, την «θύραθεν» και τη θεολογική. Ανκαι το έργο του έγινε στην Κωνσταντινούπολη και την Κρήτη φέρει τον τίτλο του «Ιεροσολυμίτη» επειδή πέρασε από την αγία πόλη. Μοναχός της Μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα εγινε γραμματέας του Πατριάρχη Θεόδωρου. Το 685 ήλθε στην Κωνσταντινούπολη για εκκλησιαστική αποστολή. Εκεί παρέμεινε για είκοσι χρόνια και ανέλαβε διάφορες εκκλησιαστικές θέσεις και τέλος γύρω στο 711 ή 712 εκλέγεται αρχιεπίσκοπος Κρήτης.

Στη Κρήτη συμμετέχει στις ταλαιπωρίες του ποιμνίου του που οφείλονταν στις Αραβικές επιδρομές. Εμψυχώνει το λαό στις θλίψεις και προσεύχεται για τη σωτηρία του. Με τις προσευχές του σταματά τη μεγάλη ανομβρία και σταματά τη μάστιγα της πείνας. Ιδρύει μεγάλο «Ξενώνα» στον οποίο περιθάλπονται οι γέροντες και οι άρρωστοι, φιλοξενούνται οι ξένοι και οι φτωχοί διακονώντας ο ίδιος. «Με τα χέρια του υπηρετούσε τους ασθενείς και τους έπλενε τα πόδια και το κεφάλι, καθάριζε τις πληγές τους και τα τραύματα τους. Σ’ αυτό το σημείο τον οδηγούσε η αγάπη του πρός τον Θεό και τον πλησίον» σημειώνει ο βιογράφος του.

Ο άγιος Ανδρέα ο Κρήτης είχε μεγάλη ευλάβεια και ιδιαίτερη αγάπη του πρός την Παναγία. Αφιέρωσε πλήθος ύμνων και εγκωμιαστικών λόγων στις εορτές της. Έκτισε δε μεγαλοπρεπή ναό προς τιμήν της Θεοτόκου που τον ονόμασε «Βλαχέρνες». Φρόντισε δε για την επισκευή των παλαιών και παραμελημένων ναών τους οποίους «ευπρεπώς κατεκόσμησε».

Πέθανε στις 4 Ιουλίου 740 στην Ερεσό της Λέσβου, είτε επιστρέφοντας στην Κρήτη μετά από ένα ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, είτε και εξόριστος εκεί – ήταν υποστηρικτής των αγίων εικόνων. Στην παραλία της Ερεσού τιμάται μέχρι σήμερα ο τάφος του, μια μεγάλη σαρκοφάγο, που βρίσκεται πίσω από το άγιο βήμα της ερειπωμένης βασιλικής της Αγίας μάρτυρος Αναστασίας, όπου κατά τους βιογράφους του είχε ταφεί. Η καθιέρωση του ως Αγίου έγινε πολύ νωρίς.

Ο Ανδρέας ήταν λόγιος κληρικός, εκκλησιαστικός ρήτορας και υμνογράφος. Η φιλολογική και υμνογραφική του παραγωγή είναι αξιόλογη Οι λόγοι του είναι κυρίως εγκωμιαστικοί. Σώζονται όμιλίες στις Θεομητορικές και Δεσποτικές εορτές και σε διαφόρους αγίους. Στις ομιλίες του φαίνεται η ρητορική του τέχνη, η άριστη γνώση της αττικής γλώσσας, η βαθιά γνώση της βίβλου, ιδιαίτερα της Π.Δ που ερμηνεύει αλληγορικά. Χαρακτηρίζεται ως ο καλύτερος εκκλησιαστικός ρήτορας της Βυζαντινής εποχής. Τα χαρακτηριστικά των λόγων του είναι η «έντεχνος ρητορική επεξεργασία και τα υψηλά θεολογικά νοήματα».

Το υμνογραφικό του έργο είναι πλουσιότερο των ρητορικών του λόγων. Εφεύρε το είδος των Κανόνων που ψάλλονται μέχρι σήμερα και διακρίνονται για την σαφήνεια και το διδακτικό τους χαρακτήρα. Το σπουδαιότερο όμως υμνογραφικό του έργο είναι ο Μ. Κανόνας. Τον έγραψε, όπως φαίνεται από διάφορες ενδείξεις, περί το τέλος της ζωής του, κατά δε την μαρτυρία ενός συναξαρίου, στην Ερεσό, λίγο πριν πεθάνει. Αν η πληροφορία αυτή είναι αληθινή, ο Μ. Κανόνας είναι το κύκνειο άσμα του υμνογράφου μας.

Για να καταλάβουμε την ποιητική του δομή πρέπει να κάνουμε μια μικρή παρέκβαση. Το έργο αυτό ανήκει στο ποιητικό είδος των κανόνων, που κατά πολλούς έχει την αρχή του σ’ αυτόν τον ίδιο τον Ανδρέα. Είναι δε οι κανόνες ένα σύστημα τροπαρίων, που γράφονταν για ένα ορισμένο λειτουργικό σκοπό: να διακοσμήσουν τη ψαλμωδία των 9 ωδών του Ψαλτηρίου, που στιχολογούνταν στον όρθρο. Όλος ο κανόνας ψάλλεται σε ένα ήχο. Κάθε όμως ωδή παρουσιάζει μια μικρή παραλλαγή στη ψαλμωδία κατά τρόπο, που να διατηρείται μεν η μουσική ενότητα στον όλο κανόνα, αφού όλος ψάλλεται στον ίδιο ήχο, αλλά και να σπάει και η μονοτονία με τις παραλλαγές στην ψαλμωδία που παρουσιάζει κάθε μια ωδή.

Γιατί ονομάζεται «Μεγάλος»;
Ο Μ. Κανόνας στην μορφή του έχει μια χαρακτηριστική ιδιορρυθμία. Η ιδιορρυθμία του συνίσταται στο ότι συγκρινόμενος προς τους άλλους ομοίους του κανόνες, είναι «μέγας». Μέγας στην απόλυτη του έννοια. Μεγαλύτερος δεν μπορούσε να υπάρξει· και τούτο γιατί ο ποιητής θέλησε να συνθέσει όχι τρία ή τέσσερα τροπάρια για την κάθε ωδή, όπως συνήθως έχουν οι άλλοι κανόνες, αλλά πολύ περισσότερα: τόσα, όσα είναι και όλοι οι στίχοι των ωδών, έτσι ώστε στον καθένα στίχο να αντιστοιχεί και να παρεμβάλλεται κατά την ψαλμωδία από ένα τροπάριο. 250 είναι οι στίχοι των ωδών, 250 και τα τροπάρια του Μ. Κανόνα, ενώ οι συνήθης κανόνες έχουν γύρω στα 30. Σήμερα τα τροπάρια του Μ. Κανόνα είναι κατά 30 περίπου περισσότερα από τα αρχικά. Μεταγενέστεροι υμνογράφοι πρόσθεσαν τροπάρια για την οσία Μαρία την Αιγυπτία και για τον ίδιο τον Ανδρέα.

Ποιο είναι το περιεχόμενο του Μ. Κανόνα;
Ο Μ. Κανόνας παρουσιάζει το τραγικό γεγονός της πτώσεως του ανθρωπίνου γένους που κατάστρεψε τη δυνατότητα της κοινωνίας του με τον Θεό.

Στον Μ. Κανόνα ο ποιητής θεωρεί και βιώνει το γεγονός της πτώσεως προσωπικά. Με την καθημερινή αμαρτία του ταυτίζεται με τον πρωτόπλαστο Αδάμ του οποίου γίνεται μιμητής. Η ψυχή του ακολουθεί τη πορεία της Εύας. «Αλίμονο, ταλαίπωρη ψυχή! Γιατί μιμήθηκες την πρώτη Εύα; Κοίταξες πονηρά και πληγώθηκες πικρά». Ο άγιος αναφέρεται στην ύπαρξη που κληρονομήσαμε μετά τη πτώση που συνδέεται με τη φθορά και το θάνατο. Με τους πρωτόπλαστους έχουμε οντολογική αλληλεγύη. Η συναίσθηση της αμαρτωλότητας και η ομολογία της σφραγίζει ολόκληρο τον Μ. Κανόνα.

Είναι ένα κύκνειο άσμα, ένας θρήνος προθανάτιος, ένας μακρύς θρηνητικός μονόλογος, είναι ο Αδαμιαίος θρήνος. Ο ποιητής βρίσκεται στο τέλος της ζωής του. Αισθάνεται ότι οι ημέρες του είναι πια λίγες, ο βίος του έχει περάσει. Αναλογίζεται τον θάνατο και την κρίση του δίκαιου κριτή, που τον αναμένει. Και έρχεται να κάνει μια αναδρομή, μια ανασκόπηση του πνευματικού του κόσμου. Κάθεται να συζητήσει με τη ψυχή του. Ο απολογισμός όμως δεν είναι ενθαρρυντικός. Ο βαρύς κλοιός της αμαρτίας στον συμπνίγει. Η συνείδηση τον ελέγχει. Και ο ποιητής θρηνεί διαρκώς για την άβυσσο των κακών τους πράξεων. Στον θρήνο αυτό συμπλέκεται η αναδρομή στην Αγία Γραφή. Αυτό κυρίως δίνει την μεγάλη έκταση στο ποίημα. Ο σύνδεσμος όμως του θρήνου με την Γραφή είναι πολύ φυσικός. Σαν άνθρωπος του Θεού ο ποιητής, ανοίγει το βιβλίο του Θεού για να αξιολογήσει τα πεπραγμένα του. Εξετάζει ένα προς ένα τα παραδείγματα του ιερού βιβλίου. Στις οκτώ πρώτες ωδές παίρνει τα παραδείγματα του από τη Παλαιά Διαθήκη. Στη εννάτη ωδή από την Καινή Διαθήκη. Το αποτέλεσμα της συγκρίσεως είναι κάθε φορά τρομερό και αιτία νέων θρήνων. Έχει μιμηθεί όλες τις κακές πράξεις όλων των ηρώων της ιεράς ιστορίας, όχι όμως και τις καλές πράξεις των αγίων. Δεν του μένει παρά η μετάνοια, η συντριβή και η καταφυγή στο έλεος του Θεού. Και εδώ ανοίγει η αισιόδοξη προοπτική του ποιητή. Βρήκε την πόρτα του παραδείσου, την μετάνοια. Καρπούς μετανοίας δεν έχει να παρουσιάσει· προσφέρει όμως στον Θεό τη συντετριμμένη του καρδιά και την πνευματική του φτώχια. Τα βιβλικά παραδείγματα του Δαυίδ,του προφήτη Ιερεμία, των βασιλέων Μανασσή και Εζεκία από την Π. Δ και του Πέτρου, της Μάρθας και της Μαρίας, της Χαναναίας, του τελώνη, της πόρνης και του ληστή τον ενθαρρύνουν. Πολλές φορές επανέρχεται χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της μετάνοιας της πόρνης και παρακαλεί τον Κύριο να δεχθεί τα δικά του δάκρυα όπως δέχθηκε και τα δικά της και να του συγχωρήσει τις αμαρτίες του. Ο κριτής θα ευσπλαχνισθεί και αυτόν, που αμάρτησε πιο πολύ από όλους τους ανθρώπους. Ψάλλεται σε ήχο πλ. του β΄. Είναι ήχος γλυκός, κατανυκτικός και εκφραστής του πένθους και της συντριβής.

Μέσα στο πλαίσιο της κατανυκτικής περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής ο γεμάτος κατάνυξη Μ.Κανόνας προσφέρει ένα συγκλονιστικό βίωμα. Μπαίνει στο στόμα του πιστού σαν φωνή, σαν εγερτήριο, σαν αφυπνιστικός σεισμός. Σαν αποστροφή στην κοιμωμένη και ραθυμούσα ψυχή του. Τούτο ανακαιφαλαιώνει το θαυμαστό προοίμιο του Ρωμανού του Μελωδού που συμψάλλεται με τον Μ. Κανόνα:

«Ψυχή μου, Ψυχή μου,
ανάστα τι καθεύδεις;
Το τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι·
ανάνηψον ουν,
ίνα φείσηται σου Χριστός ο Θεός,
ο πανταχού παρών
και τα πάντα πληρών».

Μετάφραση
«Ψυχή μου! Ψυχή μου!
Σήκω επάνω! Γιατί κοιμάσαι;
Φτάνει το τέλος της ζωής σου
Και σε αναμένει ταραχή!
Ξύπνα λοιπόν! Για να σε λυπηθεί ο Χριστός ο Θεός.
Κείνος που βρίσκεται παντού
και τα πάντα γεμίζει με την παρουσία του.



(Από τα βιβλία: Ι. Μ. Φουντούλη, Λογική Λατρεία, Θεσ/κη, 1971 και Μητρ. Νέας Σμύρνης Συμεών, Αδαμιαίος Θρήνος, Ο Μέγας Κανών Ανδρέου του Κρήτης, Εκδ. Αποστ. Διακονίας – Εισαγωγή – Κείμενο – Μετάφραση – Σχόλια).

Βολοκολάμσκ Ιλαρίων: «Θα πολεμήσουμε για να φοράει ο κόσμος Σταυρό»



Γράφει ο Αιμίλιος Πολυγένης, 16.50

Την απόφαση των Βρετανικών Αρχών να υπερασπιστούν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων την εταιρική πολιτική που προβλέπει οι υπάλληλοι να μην φορούν το σταυρό, σχολίασε ο Σεβ. Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ κ. Ιλαρίων.

Ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό «Россия-24», εξέφρασε την έντονη δυσαρέσκεια του για το εν λόγω μέτρο.

«Λυπάμαι πολύ για τα όσα συμβαίνουν στην Αγγλία. Έχω ζήσει σ’ αυτή την χώρα και είδα μόνος μου, πως τα φιλελεύθερα και αντιχριστιανικά πρότυπα κατακτούν το δημόσιο χώρο όλο και περισσότερο», ανέφερε ο κ. Ιλαρίων.

Επίσης πρόσθεσε: «Αυτοί οι άνθρωποι δεν έζησαν διωγμούς εναντίον της Εκκλησίας, και γι΄ αυτό δεν γνωρίζουν τι σημαίνει να σου βγάζουν με βία τον σταυρό που φοράς».

Να αναφερθεί ότι ο Πρόεδρος των Εξωτερικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας, αναφέρθηκε και σε μια προσωπική του εμπειρία που είχε στο σχολείο όταν ήταν μικρός.

«Όταν ήμουν στο σχολείο, μια δασκάλα ανακάλυψε ότι φορούσα κρυφά σταυρουδάκι κάτω από το πουκάμισο, τότε προσπάθησε να το βγάλει…», υπογράμμισε ο Μητροπολίτης.

Σε άλλο σημείο τόνισε ότι αυτό, είναι «μεγάλο σφάλμα εκ μέρους των σύγχρονων δυτικών φιλελεύθερων, οι οποίοι στην ουσία επιβάλουν στους ελεύθερους ανθρώπους πρότυπα ολοκληρωτικών καθεστώτων».

«Κατ΄ εμέ πρόκειται για μια παραφροσύνη και έσχατη ηθική διαφθορά, όταν αυτά τα πρότυπα όχι μόνο καθιερώνονται αλλά και συζητιούνται ακόμα. Κακό είναι να φοράει κανείς ένα σταυρουδάκι στο λαιμό; Μπορεί να βλάψει κανένα; Μα πώς;», αναρωτήθηκε ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ.

Ενώ κλείνοντας πρόσθεσε: «Γιατί επιτρέπουν να φοράει κανείς ένα κολιέ, ένα φυλαχτό, μια εικονίτσα με παράσταση μιας τραγουδίστριας, ενώ ένας πιστός απαγορεύεται να φορά ένα σταυρουδάκι; Ποτέ δε θα το δεχθούμε και θα αγωνιστούμε».

Πηγή: romfea.gr

Σάββατο 24 Μαρτίου 2012

Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ - ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ κκ ΙΕΡΟΘΕΟΥ




Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι η αρχή όλων των Δεσποτικών εορτών. Στο απολυτίκιο της εορτής ψάλλουμε: «σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και του απ’ αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις…». Το περιεχόμενο της εορτής αναφέρεται στο γεγονός κατά το οποίο ο αρχάγγελος Γαβριήλ – ο άγγελος εκείνος με τον οποίο συνδέονται όλα τα γεγονότα που έχουν σχέση με την ενανθρώπηση του Χριστού – επισκέφθηκε με εντολή του Θεού την Παναγία και την πληροφόρησε ότι έφθασε ο καιρός της σαρκώσεως του Λόγου του Θεού, και ότι αυτή θα γίνη η μητέρα Του. (βλ. Λουκά α’, 26-56). αρχάγγελος Γαβριήλ απεκάλεσε την Παναγία «κεχαριτωμένη«. Της είπε: «Χαίρε, κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σού, ευλογημένη συ εν γυναιξίν» (Λουκ. α’, 28-29). Η Παναγία αποκαλείται «κεχαριτωμένη» και χαρακτηρίζεται «ευλογημένη», αφού ο Θεός είναι μαζί της.
Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, και άλλους αγίους Πατέρας, η Παναγία είχε ήδη χαριτωθή, και δεν χαριτώθηκε την ημέρα του Ευαγγελισμού. Παραμένοντας μέσα στα άγια των αγίων του Ναού έφθασε στα άγια των αγίων της πνευματικής ζωής, που είναι η θέωση. Εάν το προαύλιο του Ναού προοριζόταν για τους προσηλύτους και εάν ο κυρίως Ναός για τους ιερείς, τα άγια των αγίων προορίζονταν για τον αρχιερέα. Εκεί εισήλθε η Παναγία, δείγμα ότι έφθασε στην θέωση. Είναι γνωστόν ότι στην χριστιανική εποχή ο νάρθηκας προοριζόταν για τους κατηχουμένους και τους ακαθάρτους, ο κυρίως ναός για τους φωτισθέντας, τα μέλη της Εκκλησίας, και τα άγια των αγίων γι’ αυτούς που έφθασαν στην θέωση.
Έτσι, η Παναγία είχε φθάσει στην θέωση και πριν ακόμη δεχθή την επίσκεψη του αρχαγγέλου. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποίησε μια ειδική μέθοδο Θεογνωσίας και Θεοκοινωνίας, όπως ερμηνεύει θαυμάσια και θεόπνευστα ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Πρόκειται για την ησυχία, την ησυχαστική οδό. Κατάλαβε η Παναγία ότι δεν μπορεί κανείς να φθάση στον Θεό με την λογική, την αίσθηση, την φαντασία και την ανθρώπινη δόξα, αλλά δια του νού. Έτσι νέκρωσε όλες τις δυνάμεις της ψυχής που προέρχονται από την αίσθηση, και δια της νοεράς προσευχής ενεργοποίησε τον νού. Με αυτόν τον τρόπο έφθασε στην έλλαμψη και την θέωση. Και γι’ αυτό αξιώθηκε να γίνη Μητέρα του Χριστού, να δώση την σάρκα της στον Χριστό. Δεν είχε απλώς αρετές, αλλά την θεοποιό Χάρη του Θεού.
Η Παναγία είχε το πλήρωμα της Χάριτος του Θεού, συγκριτικά με τους ανθρώπους. Βέβαια, ο Χριστός, ως Λόγος του Θεού, έχει όλο το πλήρωμα των Χαρίτων, αλλά και η Παναγία έλαβε το πλήρωμα της Χάριτος από το πλήρωμα των Χαρίτων του Υιού της. Γι’ αυτόν τον λόγο σε σχέση με τον Χριστό είναι κατώτερη, αφού ο Χριστός είχε την Χάρη κατά φύσιν, ενώ η Παναγία κατά μετοχήν, σε σχέση όμως με τους ανθρώπους είναι ανώτερη.
Η Παναγία είχε το πλήρωμα της Χάριτος, εκ του πληρώματος των Χαρίτων του Υιού της, προ της συλλήψεως, κατά την σύλληψη και μετά την σύλληψη. Πρό της συλλήψεως το πλήρωμα της Χάριτος ήταν τέλειο, κατά την σύλληψη ήταν τελειότερο, και μετά την σύλληψη ήταν τελειότατο (άγ. Νικόδημος αγιορείτης). Με αυτόν τον τρόπο η Παναγία ήταν παρθένος κατά το σώμα και παρθένος κατά την ψυχή. Και αυτή η σωματική της παρθενία είναι ανώτερη και τελειότερη από την ψυχική παρθενία των αγίων, που επιτυγχάνεται με την ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος.

Η διάρκεια της κυοφορίας της Παναγίας είναι προτύπωση της αδιαλείπτου κοινωνίας που θα έχουν οι άγιοι στην Βασιλεία του Θεού.
Είναι γνωστό και δεδομένο ότι η μητέρα που έχει κυοφορούμενο βρέφος έχει στενή και οργανική σχέση μαζί του. Σύγχρονοι επιστήμονες έχουν αποδείξει ότι το βρέφος επηρεάζεται πάρα πολύ όχι μόνο από την σωματική κατάσταση της μητέρας του, αλλά και από την ψυχολογική της συγκρότηση. Και επειδή το θείο βρέφος συνελήφθη εκ Πνεύματος Αγίου, αλλά μεγάλωσε κατά τον φυσικό τρόπο, δηλαδή είχε κοινωνία με το σώμα της Παναγίας, γι’ αυτό και υπάρχει στενή σχέση μεταξύ του Χριστού και της Θεοτόκου. Φυσικά, αυτό πρέπει να το δούμε από την άποψη ότι η Παναγία δίνει το αίμα της στον Χριστό, αλλά και ο Χριστός την Χάρη και ευλογία Του σε αυτήν. Κυοφορούμενος ο Χριστός δεν έπαυσε να βρίσκεται ταυτόχρονα στον θρόνο του Θεού ενωμένος με τον Πατέρα Του και το Άγιον Πνεύμα.
Η ανθρώπινη φύση ενώθηκε με την θεία φύση ατρέπτως, ασυγχύτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως, αμέσως από την στιγμή της συλλήψεως. Αυτό σημαίνει ότι πρώτη η Παναγία γεύθηκε τα αγαθά της θείας ενανθρωπήσεως, την θέωση. Αυτό που οι Μαθηταί του Χριστού γεύθηκαν κατά την Πεντηκοστή, και εμείς μετά το Βάπτισμα, κατά την διάρκεια του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, όταν κοινωνούμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, και αυτό που θα ζουν οι άγιοι στην Βασιλεία των Ουρανών, το ζούσε η Παναγία από την πρώτη στιγμή της συλλήψεως και κυοφορίας.
Επομένως, ο Χριστός εννέα ολόκληρους μήνες, μέρα και νύχτα, έτρεφε με το αγιασμένο αίμα Του την Παναγία. Αυτό είναι προτύπωση της αδιαλείπτου θείας Κοινωνίας και της αδιαλείπτου σχέσεως και κοινωνίας των αγίων με τον Χριστό που θα γίνη κυρίως στην άλλη ζωή. Γι’ αυτό και η Παναγία είναι προτύπωση του μέλλοντος αιώνος. Από αυτό το πρίσμα είναι Παράδεισος.

(αποσπάσματα από το βιβλίο Δεσποτικές Εορτές)

 

Παρασκευή 23 Μαρτίου 2012

Η ΤΙΜΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ - Αρχιμανδρίτου Κλεόπα Ηλιέ


Αρχιμανδρίτου Κλεόπα Ηλίε
 
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΤΙΜΗ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.
 
(Έκδ. Ιερής Μονής Συχαστρίας, 1990)
Γιατί τιμούμε την Μητέρα του Κυρίου.

 
Εμείς οι Ορθόδοξοι χριστιανοί τιμούμε την Παναγία Παρθένο Μαρία πιό πολύ απ’ όλους τους αγίους και αγγέλους του ουρανού, διότι αυτή καταξιώθηκε να γεννήσει τον Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου, διά της επισκιάσεως του Αγίου Πνεύματος. Η τιμή την οποία αποδίδουμε στην Μητέρα του Κυρίου είναι εξαιρετική, τιμιωτέρα ή ευλαβεστέρα, επειδή αυτή δεν είναι μια μόνο «φίλη Του», όμοια με τους άλλους αγίους, αλλά είναι υπέρ-αγία (Παναγία) απ’ όλους τους αγίους και τους αγγέλους.
Γι’ αυτό, τόσο οι άγγελοι όσο και οι άνθρωποι την προσκυνούν και την τιμούν με προσευχές, άσματα, ακολουθίες και εγκώμια. Τοιουτοτρόπως χαιρέτησε αυτήν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ στον Ευαγγελισμό (Λουκ. 1,28-29) και η Αγία Ελισάβετ, η μητέρα του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού (Λουκ. 1, 40-43).
Η ίδια η Παναγία Παρθένος Μαρία προφητεύει διά του Αγίου Πνεύματος: «ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί, ότι εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός…» ( Λουκ. 1, 48-49). Απ’ αυτά τα λόγια καταλαβαίνουμε, ότι η εξαιρετική τιμή της Μητέρας του Κυρίου είναι ηθελημένη και ορισθείσα από τον Ίδιον τον Θεό. Αυτή την εξαιρετική τιμή την οποία προσδίδει η Ορθόδοξος Εκκλησία στην Παρθένο Μαρία συγκροτεί τη λατρεία της Μητέρας του Κυρίου.
Στα πλαίσια της λατρείας της Υπεραγίας Θεοτόκου, αναφέρουμε κατά πρώτον τις μεγάλες Θεομητορικές εορτές οι οποίες είναι: Το Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου, Τα Εισόδια, ο Ευαγγελισμός, η Κοίμηση της Θεοτόκου. Κατόπιν οι ακολουθίες οι οποίες γίνονται στις Εκκλησίες και τα μοναστήρια προς τιμήν της, οι χαιρετισμοί, οι παρακλητικοί κανόνες, οι αγιογραφημένες εικόνες και στολισμένες τόσο όμορφα, προ πάντων οι θαυμαστές και πολλές άλλες προσευχές διά των οποίων ζητούμε την βοήθεια της Μητέρας του Κυρίου όλες τις ημέρες της ζωής μας.
Τιμούμε την Θεομήτορα διότι αυτή είναι η μητέρα η οποία εγέννησε τον Υιόν του Θεού και η πρώτη η οποία πρεσβεύει υπέρ του κόσμου εμπρός στην Παναγία Τριάδα. Αυτή μας βοηθά πιό πολύ στην κατάκτηση της σωτηρίας διά των αγίων της προσευχών.
Όμως, κατά την μακραίωνα ιστορία εμφανίσθηκαν και μερικοί βλάσφημοι τόσον εναντίον του Σωτήρος και του Ευαγγελίου Του, όσον και εναντίον της Μητέρας του Κυρίου, τους οποίους ονομάζουμε αιρετικούς η οπαδούς άλλων ομολογιών (νεοπροτεστάντες).
Ο Άγιος Απόστολος Παύλος στις επιστολές του δείχνει ότι στις έσχατες ημέρες θα εμφανισθούν άνθρωποι οι οποίοι δεν θα ανέχονται τη διδασκαλία της ορθής πίστεως, αλλά θα θέσουν διδασκάλους κατά τα έργα των, παρεκκλίνοντας προς τα παραμύθια. Δηλαδή, έχοντας την όψη της αληθινής πίστεως, θα αρνούνται την δύναμή της, συνεχώς διδάσκοντες και μη μπορώντας να φθάσουν στην αλήθεια της πίστεως, «Όν τρόπον δε Ιαννής Ιαμβής αντέστησαν Μωϋσεί, ούτω και ούτοι ανθίστανται τη αληθεία, άνθρωποι κατεφθαρμένοι τον νουν αδόκιμοι περί την πίστιν. Πονηροί δε άνθρωποι και γόητες προκόψουσιν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι». (Β’ Τιμ. 3,8 και 13).
Εμείς από την αρχή της πλάσεως αυτού του έθνους, έτσι γνωριζόμαστε, ρουμάνοι και ορθόδοξοι χριστιανοί. Έτσι γεννηθήκαμε και έχουμε υποχρέωση να διατηρήσουμε αγνό και πλήρες ό,τι κληρονομήσαμε από τους προγόνους, ως από τον Ίδιον τον Θεό. Διότι λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις ας εδιδάχθητε είτε διά λόγου είτε δι’ επιστολής ημών» (Β’ Θες. 2, 15)




Οι Προτεστάντες (Διαμαρτυρόμενοι) και μαζί με αυτούς οι αιρετικοί νεοπροτεστάντες – οπαδοί των άλλων σύγχρονων ομολογιών – των ημερών μας, ονομαζόμενοι και «μεταμελημένοι», μεταξύ των πολλών τους συσκοτίσεων του νου τους και των ψευδών διδασκαλιών τους, βλασφημούν πιο πολύ την Παναγία Θεοτόκο και Αειπάρθενο Μαρία. Λένε αυτοί οι βλάσφημοι της Μητέρας του Κυρίου ότι δεν πρέπει να της αποδίδουμε μεγάλη τιμή διότι ούτε ο Ίδιος ο Υιός της Ιησούς Χριστός δεν την ετίμησε. Αυτό φαίνεται από τα λόγια του Σωτήρος: «είπε δε τις αυτώ, ιδού η μήτηρ σου και οι αδελφοί σου εστήκασιν έξω ζητούντές σε ιδείν, ο δε αποκριθείς είπε τω λέγοντι αυτώ, τις εστιν η μήτηρ μου και τίνες εισίν οι αδελφοί μου; και εκτείνας την χείρα αυτού επί τους μαθητάς αυτού έφη, ιδού η μήτηρ μου και οι αδελφοί μου, όστις γαρ αν ποιήση το θέλημα του πατρός μου του εν ουρανοίς, αυτός μου αδελφός και αδελφή και μήτηρ εστίν» (Ματθ. 12, 47-50). Το γεγονός, λοιπόν, ότι η Παρθένος Μαρία του ήταν μητέρα δεν έχει καμία σημασία έμπροσθέν του, οι εξ αίματος σχέσεις Του ή η σαρκική συγγένεια δεν έχουν καμία αξία ούτε προτίμηση εμπρός στις πνευματικές Του σχέσεις με εκείνους οι οποίοι κάνουν το θέλημα του Πατρός, όποιοι και αν είναι αυτοί.
Επίσης προσθέτουν ακόμη αυτοί, ότι αυτό, φαίνεται και από τον τρόπο με τον οποίον της απευθύνεται ο Σωτήρας και με άλλες ευκαιρίες, την ονομάζει γύναι, το οποίο σημαίνει ότι ήταν νυμφευμένη, δηλαδή όχι παρθένος, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπον επαληθεύεται ο λόγος της Γραφής: « Ιησούς ουν ιδών την μητέρα και τον μαθητήν παρεστώτα ον ηγάπα, λέγει τη μητρί αυτού, γύναι, ιδού ο υιός σου…» (Ιωάν. 19,26). Επίσης την ονομάζει περιφρονητικά και στο γάμο της Κανά της Γαλιλλαίας: «Λέγει αυτή ο Ιησούς, τι εμοί και σοί γύναι;» (Ιωαν. 2,4). Έτσι, λοιπόν, εμείς σ’ αυτή την περίπτωση δεν μπορούμε να την θεωρήσουμε υπέρ-άνω (Υπεραγία) και δεν μπορούμε να της προσάγουμε μια λατρεία διαφορετική.
Αλλά δεν είναι έτσι όπως πιστεύουν όλοι αυτοί οι πλανεμένοι από την αλήθεια την οποία ερμηνεύουν κατά το δικό τους αρρωστημένο μυαλό και γεμάτο εγωισμό, διότι κατά την πρώτη περίπτωση γίνεται λόγος για άλλο και ειδικά ότι, εκτός από τη σαρκική συγγένεια, υπάρχει και μια άλλη συγγένεια με τον Χριστό, πολύ πιο μεγάλη και πιο σημαίνουσα, η ψυχική συγγένεια, η οποία συνίσταται στο να γίνεται το θέλημα του Θεού. Αυτή η συγγένεια όμως, δεν καταργεί και δεν μικραίνει τη σαρκική. Η διαφορά συνίσταται στο γεγονός ότι την ψυχική συγγένεια μπορεί να την κερδίσει ο οποιοσδήποτε, εκτελώντας το θέλημα του Πατρός. Συγγένεια σημαίνει όχι μόνο μία σχέση σαρκικής συγγένειας, αλλά και μια σχέση αγάπης και ψυχικής ενότητας. Εκείνος ο οποίος κάνει το θέλημα του Θεού, εκείνος γίνεται ψυχικά συγγενής με τον Θεό. Τοιουτοτρόπως, διά των λεγομένων πιο πάνω λόγων, ο Σωτήρας όχι μόνο δεν παραμέρισε τη σαρκική Του συγγένεια με τη Μητέρα Του, ούτε εμίκραινε την τιμή η οποία ήρμοζε σε μια μητέρα από τον υιό της, αλλά μόνο προσπάθησε να τονίσει ότι η άλλη συγγένεια με Αυτόν, η ψυχική, αν και είναι μεγάλης αξίας, μπορεί ωστόσο να την επιτύχει ο οποιοσδήποτε πιστός.
Συνεπώς, ήταν ένας λόγος προτρεπτικός και ενθαρρυντικός προς την μεριά του πλήθους, και όχι ένας περιφρονητικός προς τη Μητέρα Του. Ο Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός, όσο βρισκόταν με τη Μητέρα Του στη γη, συνεχώς την άκουγε και την αγαπούσε και ήταν υποταγμένος προς αυτή (Λουκ. 2,51), και όταν του ζητούσε κάτι δεν έδειχνε ανυπάκουος προς αυτή. Έτσι, στο Γάμο της Κανά της Γαλιλαίας, στη ζήτηση της Μητέρας Του, Εκείνος έκανε το πρώτο θαύμα, μετατρέποντας το νερό σε κρασί (Ιωάν. 2,3-10). Κατόπιν είχε μεγάλη φροντίδα για την Μητέρα Του και ακόμη όταν ήταν κρεμάμενος στο σταυρό, της συμπεριφερόταν με φροντίδα και δίδοντας να την φροντίζει ο πιό αγαπημένος μεταξύ των μαθητών Του - ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής – κατά τις γραφές: «Ιησούς ούν ιδών την μητέρα και τον μαθητήν παρεστώτα όν ηγάπα, λέγει τη μητρί αυτού, γύναι, ίδε ο υιός σου. Είτα λέγει τω μαθητή, ιδού η μήτηρ σου, και απ’ εκείνης της ώρας έλαβεν ο μαθητής αυτήν εις τα ίδια» (Ιωάν. 19, 26-27). Βλέπεις ότι ο Σωτήρ εδώ, τον καιρό των πιο μεγάλων δοκιμασιών Του επί του σταυρού, δεν αμέλησε να δείξει φροντίδα προς το πρόσωπο της Μητέρας Του, η οποία τον γέννησε και τον ανέθρεψε; Και πώς θα ήταν δυνατόν να περιφρονήσει την Μητέρα Του, όταν ο Ίδιος ο Θεός έδωσε εντολή να τιμούμε τους γονείς, καθώς είναι γραμμένο: «Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου …» (Δευτ. 5, 16).
Κατά δεύτερο δεν υπάρχει λόγος περιφρονήσεως, αλλά, τουναντίον, φαίνεται πως την εφρόντησε εμπιστεύοντάς την στην φροντίδα του Αποστόλου Ιωάννη – ξέροντας ότι Εκείνος δεν θα βρίσκεται πλέον στη γη για να την φροντίζει στο υπόλοιπο της ζωής της, καθώς δείξαμε και πιο πάνω. Αυτό το γεγονός δεν είναι μία ανεντιμότητα, αλλά αληθινά, μια μεγάλη τιμή και σεβασμός προς το πρόσωπο της Μητέρας Του, για την οποία ούτε στα βάσανα επί του σταυρού δεν ξεχνά να την φροντίζει, επακόλουθο της πιο μεγάλης αγάπης, την οποία είχε προς το πρόσωπό της, ως μητέρα. Εάν όμως την ονομάζει «γύναι», σε καμιά περίπτωση με την έννοια της παντρεμένης γυναίκας η με τον σκοπό της περιφρονήσεως, αλλά μόνο με την έννοια του γένους, του φύλου. Διότι κατά τον ίδιο τρόπο απευθύνθηκαν και οι δύο άγγελοι στον τάφο στη Μαρία την Μαγδαλινή: «Γύναι, τι κλαίεις;» (Ιωάν. 20, 12-13). Ενώ οι δύο άνδρες οι οποίοι παρέστησαν στην Ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς, είπαν προς τους Αποστόλους: Άνδρες Γαλιλαίοι, τι εστήκατε εμβλέποντες εις τον ουρανόν;» (Πράξ. 1,11). Ούτε οι άγγελοι, ούτε οι δύο άνδρες δεν απηύθυναν τα λόγια «γύναι» η «άνδρες» περιφρονητικά, αλλά τουναντίον κατά τρόπο θωπευτικό.
Ακόμη μας ερωτούν εκείνοι, που υπάρχει στην Αγία Γραφή ότι η Μαρία, η μητέρα του Ιησού, ήταν Παρθένος και Αειπάρθενος, έτσι όπως την ονομάζουμε εμείς. Ότι γέννησε όντως παρθένος, η Αγία Γραφή μας το δείχνει κατ’ αυτό τον τρόπο: Όταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ απεστάλη στη Ναζαρέτ και της ανήγγειλε ότι θα γεννήσει τον Υιόν του Θεού (Λουκ. 1,35), εισερχόμενος σ’ αυτήν την ονόμασε «κεχαριτωμένη» και «ευλογημένη συ εν γυναιξίν» (Λουκ. 1,28). Φαίνεται πως ο Αρχάγγελος προσκύνησε (τίμησε) την Παρθένον Μαρία, ονομάζοντάς την «κεχαριτωμένη» και «ευλογημένη εν γυναιξί» και ότι βρήκε μεγάλη χάρη από τον Θεό, πως δύναμη υψίστου την είχε επισκιάσει, και ότι συνέλαβε και γέννησε εκ Πνεύματος Αγίου τον Υιόν του Θεού. Αν και ήταν Παρθένος, μη γνωρίζοντας άνδρα, ο άγγελος Κυρίου δεν της είπε «ευλογημένη είσαι συ μεταξύ των παρθένων», αλλά «ευλογημένη συ εν γυναιξίν», με αυτό δεν δείχνει την περιφρόνηση προς την Υπεραγία Θεοτόκο, η οποία είναι «κεχαριτωμένη», αλλά αποκαλύπτει ένα παλαιό μυστήριο: «την συντριβή της κεφαλής του φιδιού διά της γυναικός» (Γεν. 3,15), και ότι αυτή θα είναι η μυστική και πνευματική Εύα η οποία θα γεννήσει τον νέον Αδάμ, Χριστό, ο Οποίος θα φέρει τη ζωή στον κόσμο.
Οι Θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας λέγουν ότι ο Χριστός ονομάστηκε το σπέρμα της γυναικός (Γεν. 3,15), καθότι Αυτός δεν γεννήθηκε εκ σπέρματος ανδρός, αλλά εκ Πνεύματος Αγίου και από τα αμόλυντα αίματα της Υπεραγίας Παρθένου και έλαβε Σώμα.
Κατά την ημέρα της μεγάλης κρίσεως (Δευτέρας Παρουσίας), αυτή η Βασίλισσα και Παρθένος Μαρία, θα κάθεται εκ δεξιών του θρόνου του Υιού της, με μεγάλη και απερίγραπτη δόξα, καθώς μας φανερώνει ο ψαλμωδός, λέγοντας: «Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη» (Ψαλμ. 44,10 – 12,18)
Επειδή ο Αρχάγγελος Γαβριήλ την ονόμασε και αυτή γυναίκα, όταν είπε: «ευλογημένη σύ εν γυναιξίν», κατόπιν αυτού, σημαίνει, ότι η Παρθένος Μαρία ήταν γυναίκα νυμφευμένη;
Γιατί άραγε είπε αυτή στον χαιρετισμό του αγγέλου ότι «άνδρα ου γινώσκω» (δηλαδή είμαι παρθένος); Ή όταν ο Θεός έπλασε την Εύα από την πλευρά του Αδάμ (Γεν. 2,21 – 22) και την έφερε προς αυτόν, ενώ εκείνος την ονόμασε «γυνή», μήπως και τότε η Εύα ήταν γυναίκα νυμφευμένη, διότι ο Αδάμ την ονόμασε γυναίκα; Άραγε δεν ήταν τότε η Εύα παρθένος πλασμένη εκ της πλευράς του αγνού Αδάμ, ο οποίος δεν είχε γνωρίσει γυναίκα;
Συνεπώς, αν η Εύα ήταν πλασμένη από τον Θεό παρθένος, και ενώ ο ίδιος ο Θεός και ο Αδάμ, αυτή την παρθένο, την ονομάζουν «γυνή», κατόπιν την ονομάζει αυτή γυναίκα με την έννοια της νυμφευμένης γυναίκας – πώς λανθασμένα καταλαβαίνουν όλοι οι νεοπροτεστάντες και οι αιρετικοί; Διότι καθώς η Εύα ήταν παρθένος, τότε όταν την είπε γυνή, έτσι, και η μυστική και πνευματική Εύα, η Άχραντος Παρθένος Μαρία, η οποία γέννησε τον Νέο Αδάμ, Χριστό, Παρθένος είναι στους αιώνας των αιώνων αν και η Αγία Γραφή την ονομάζει γυνή, δεικνύοντας με αυτό μόνο το φύλο η το γυναικείο γένος.
Τότε ο Αδάμ, διά της ενέργειας του Θεού γέννησε από το παρθένο του σώμα, γυναίκα, χωρίς γυναίκα (δηλ. χωρίς να γνωριστεί με γυναίκα), ενώ στο πλήρωμα του χρόνου, η γυναικεία φύση, διά της ενέργειας του Αγίου Πνεύματος, γέννησε άνδρα χωρίς τον άνδρα, στην παρθενία γεννώντας η Παρθένος και μένοντας παρθένος καθώς και στην αρχή γέννησε ο Αδάμ μέσα στην παρθενία. Έτσι ευαρεστήθηκε ο Θεός, όπως διά της Παρθένου Μαρίας να δανείσει τη φύση του παλαιού Αδάμ διά του Νέου Αδάμ, γεννήθηκε εκ Παρθένου, και ο οποίος ήλθε στον κόσμο και ντύθηκε τη φύση μας από το απερίγραπτό Του έλεος και την αγαθωσύνη, για να λυτρώσει τον παλαιό Αδάμ με όλο το γένος του από την καταδίκη και το θάνατο. «Διότι καθώς διά του Αδάμ όλοι πεθαίνουν, έτσι διά του Χριστού, όλοι ανασταίνονται» (Ρωμ. 6,5 – Ιωάν. 3,16 5,24 εξής).
Λοιπόν αναλογίσου, άνθρωπε πλανεμένε – συ και οι όμοιοί σου _ ότι η Αγία Γραφή δεν ονομάζει την Μητέρα του Κυρίου «γυνή» με την έννοια της νυμφευμένης γυναίκας όπως το καταλαβαίνετε εσείς αλλά διά της λέξεως «γυνή», η Αγία Γραφή δείχνει μόνο το θηλυκό γένος της Αγίας Παρθένου Μαρίας και ταυτόχρονα δείχνει κατά τρόπο σκιερό και μυστικό ότι είναι η γυναίκα της οποίας ο απόγονος (Χριστός) θα συντρίψει το κεφάλι του φιδιού και διά του Οποίου θα έλθει η λύτρωση του ανθρωπίνου γένους.
Στα προαναφερθέντα πρέπει να προσθέσουμε:
- όντως Μητέρα του Σωτήρος, η Παρθένος Μαρία δέχθηκε την πιο μεγάλη τιμή την οποία μπορεί να έχει ένα πλάσμα.
- Συλλαμβάνοντας εκ Πνεύματος Αγίου τον Σωτήρα, καθαρίστηκε ολοκληρωτικά από την αμαρτία, όσο κανείς άλλος άνθρωπος, όσο και άγιος να ήταν,
- Επειδή είχε προλεχθεί από τον Θεό η εξαιρετική τιμή της – όπως καμιάς άλλης τιμής κάποιου ανθρώπου – η Αγία Παρθένος Μαρία πρέπει να λογαριάζεται η πρώτη μεταξύ των αγίων, έτσι όπως και ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής είναι ο μεγαλύτερος μεταξύ των προφητών (Μαλαχ. 3. Ησαΐα 40,3).
Για όλα αυτά, της Υπεραγίας Παρθένου Μαρίας της αξίζει μια τιμή μεγαλύτερη από τους άλλους αγίους (εξαιρετική τιμή) επειδή είναι η βασίλισσα και η κορώνα όλων των αγίων. Ενώ πως και μετά την γέννηση έμεινε παρθένος διάβασε και βλέπε τα προφητευμένα γι’ αυτήν από τον προφήτη Ιεζεκιήλ (44, 1-3).




Προσθέτουν ακόμη αυτοί οι πλανεμένοι ότι δεν πρέπει να της δίδουμε πάρα πολύ τιμή της Παρθένου Μαρίας και ούτε να την ονομάζουμε Αειπάρθενο, διότι είχε περισσότερα παιδιά, τα οποία ονομάζονται από την Αγία Γραφή «αδελφοί και αδελφαί» του Ιησού ενώ ο Ιησούς ονομάζεται «πρωτότοκος» (Ματθ. 1,25), απ’ όπου συνεπάγεται ότι κατόπιν είχε και άλλα παιδιά.
Αληθινά, η Αγία Γραφή μας μιλά για μερικούς αδελφούς του Κυρίου και επίσης για τις αδελφές Του, όταν αποδίδει τα λόγια των Ιουδαίων, εκπλησσόμενοι από το θαυμαστό πρόσωπο του Κυρίου: «Ουχ ούτος εστιν ο του τέκτονος υιός; Ουχί η μήτηρ αυτού λέγεται Μαριάμ και οι αδελφοί αυτού Ιάκωβος και Ιωσής και Σίμων και Ιούδας; Και αι αδελφαί αυτού ουχί πάσαι προς ημάς εισί;» (Ματθ. 13,55-56. Μαρκ.6,3). Αλλά στο χωρίο αυτό διά της φράσεως «πρωτότοκος» δεν σημαίνει πάραυτα ότι πρέπει να υποθέσουμε και την ύπαρξη άλλων γεννηθέντων μεταγενέστερα (δεύτερος, τρίτος…). Αυτός είναι ένας τρόπος ομιλίας στην Παλαιά Διαθήκη, «πρωτότοκος» ονομάζεται εκείνος ο οποίος διανοίγει πρώτος την μήτραν, ανεξάρτητα αν θα έχει και άλλους αδελφούς η όχι (Έξοδ. 13,2) και όπου πολλές φορές το απόλυτο αριθμητικό (1, 2, 3…) αντικαθίσταται η χρησιμοποιείται ανακατεμένο με τον τακτικό (πρώτος, δεύτερος).
Αυτός ο Εβραϊσμός εισήλθε και στη χρήση του λόγου της Καινής Διαθήκης. Επί του παρόντος «πρωτότοκος» σημαίνει «ο μονογενής», με την έννοια «ο μοναδικός γεννηθείς». Άλλη ερμηνεία απορρίπτεται διότι εάν αληθινά ο Ιησούς είχε και άλλους κατά σάρκα αδελφούς (παιδιά της Μαρίας), δεν θα άφηνε την Μητέρα Του στη φροντίδα κάποιου Αποστόλου, αλλά στη φροντίδα κάποιου υιού της.
Στο δεύτερο χωρίο γίνεται λόγος στα αλήθεια για τους «αδελφούς» και τις «αδελφές» του Κυρίου. Οι αδελφοί αναφέρονται ακόμη με το όνομα και είναι τέσσεροι, ενώ οι αδελφές, πρέπει να ήταν τουλάχιστον δύο. Αυτοί όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαν να ήταν φυσικοί αδελφοί του Ιησού Χριστού και υιοί της Μαρίας, της Μητέρας του Ιησού, διότι:
- Κατά μια παλαιά και ομόφωνη παράδοση, η Μαρία, η Μητέρα του Ιησού, έμεινε μετά την γέννηση παρθένος, έτσι καθώς ήταν προεικονισμένη στο όραμα του προφήτη Ιεζεκιήλ (44, 1-3),
- Η μητέρα αυτών των έτσι λεγομένων αδελφών του Κυρίου είναι ένα άλλο πρόσωπο από την Παρθένον Μαρία, διότι ονομάζεται στη Αγία Γραφή «Μαρία» ή «η άλλη Μαρία» ή «η αδελφή της μητρός αυτού, Μαρία η του Κλωπά», όντως αναφερομένη ακόμη στο πλευρό της Μητέρας του Κυρίου και κοντά της (Ματθ. 27, 55-56. 28,1. Μαρκ. 15,40-47 Ιωαν. 19,25),
- Οι «αδελφοί» του Κυρίου ούτε εκείνοι οι ίδιοι δεν ονομάζονται αδελφοί αλλά «δούλοι» (Ιακ. 1,1) και «δούλοι - υπηρέτες» (Ιουδ.1,1) του Κυρίου, οι συγγραφείς των δύο καθολικών επιστολών. Ή εκεί εκείνοι ονομάζονται «δούλοι» (Ιακ. 1,1. Ιουδ. 1,1) του Κυρίου, και όχι αδελφοί.
- Εάν ήταν φυσικοί αδελφοί Του, ο Χριστός θα τους είχε κάνει αποστόλους. Αν και μερικοί υποθέτουν ότι αυτοί οι δύο από τους «αδελφούς του Κυρίου», ονόματι Ιάκωβος και Ιούδας, είναι ταυτόσημοι με τους αποστόλους οι οποίοι φέρνουν αυτό το όνομα (ο Ιάκωβος όντως ταυτίζεται με τον μικρότερο «αδελφό του Κυρίου» - σ’ όλους τους καταλόγους των Αποστόλων – ενώ ο Ιούδας, «ο αδελφός του Κυρίου», ίσως είναι ο Ιούδας ο Θαδδαίος). Ωστόσο, αυτό είναι μιά απλή υπόθεση, μια αρκετά θεμελιωμένη, προπάντων ότι οι ίδιοι δεν αυτοαποκαλούνται απόστολοι, όπως δεν αυτοαποκαλούνται «αδελφοί του Κυρίου». Για τον Ιάκωβο – «τον αδελφόθεο» - γνωρίζουμε μόνο ότι ήταν ο πρώτος επίσκοπος Ιεροσολύμων και έχαιρε της πιο μεγάλης εκτιμήσεως έμπροσθεν των πιστών όσο και των αποστόλων (Πράξ. 12,17. 15,13), αφού ο Ιάκωβος ο του Ζεβεδαίου είχε φονευθεί (Πράξ. 12,2).
- Ο Χριστός θα είχε εμπιστευθεί στη φροντίδα του την Παρθένο Μαρία, και όχι του αποστόλου Ιωάννη, ο οποίος οπωσδήποτε θα ήταν πιο ξένος αυτής παρά ένας υιός η θυγατέρα της,
- Λαμβάνοντας υπ’ όψη το γεγονός ότι σ’ όλη την Ανατολή, αλλά ειδικά στην Ιουδαία, η έννοια «αδελφός» χρησιμοποιείται και με πιο ευρεία έννοια, του εξαδέλφου η για άλλους συγγενείς πιο κοντινούς η πιο μακρυνούς, όπως για παράδειγμα στη Γένεση (13,8), όπου ο Αβραάμ ονομάζει τον Λώτ αδελφό, αν και ήταν ανεψιός από αδελφό (Γεν.11,27), πρέπει να δεχθούμε ότι «οι αδελφοί του Κυρίου» ήταν εξαδέλφια του Ιησού. Αλλά όχι πρώτα εξαδέλφια, διότι αν και η μητέρα των ονομάζεται αδελφή της Μητέρας του Κυρίου (Ιωάν. 19,257), αυτή δεν μπορεί να ήταν αδελφή της, από τον ίδιο πατέρα, διότι έφερε το ίδιο όνομα με την Μαρία, αλλά η λέξη αδελφή, πρέπει να έχει εδώ επίσης την έννοια της κουνιάδας, διότι η Παρθένος Μαρία είναι μοναχοπαίδι. Θα μπορούσε να σημαίνει κουνιάδα από τον Ιωσήφ, ο οποίος δεν αποκλείεται να είχε κάποια αδελφή νυμφευμένη. Σ’ αυτή την περίπτωση, τα αγόρια της, ονομαζόμενα οι αδελφοί του Κυρίου, θα μπορούσαν να είναι το πολύ δεύτερα ξαδέλφια του Ιησού Χριστού.




Αν και δεν έχουν τι να συμπληρώσουν (να πουν) για την παρθενία της Θεομήτορος και μετά την γέννηση, αυτοί προσθέτουν και αυτό το χωρίο της Αγίας Γραφής: «Και ουκ εγίνωσκεν αυτήν έως ου έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιησούν» (Ματθ. 1,25), εννοώντας αυτοί ότι κατόπιν η Παρθένος Μαρία θα μπορούσε να έχει και άλλα παιδιά.
Αλλά να λάβουμε υπ’ όψη και να καταλάβουμε ότι στην Αγία Γραφή η φράση «έως ου», σημαίνει αιωνιότητα. Επειδή είπεν ο Κύριος: «Και ιδού εγώ μεθ’ ημών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. 28.20). Άραγε αυτό σημαίνει ότι θα μας εγκαταλείψει μετά το τέλος αυτού του αιώνος; Μήπως δεν λέγει ο Θείος Απόστολος Παύλος: «Και ούτω (μετά την κοινή ανάσταση) πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα»; (Α’ Θες. 4,17). Σε άλλο χωρίο της Αγ. Γραφής είναι γραμμένο: « Είπεν ο Κύριος τω Κυρίω μου, κάθου εκ δεξιών μου, έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου» (Ψαλμ. 109,1). Μήπως αυτό σημαίνει ότι μετά απ’ αυτό ο Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός δεν θα καθίσει εκ δεξιών του Πατρός Του για να κυβερνήσει μαζί Του εις άπαντα τον αιώνα, καθότι ξέρουμε πολύ καλά ότι «της βασιλείας Αυτού ουκ έσται τέλος»; (Λουκ. 1,33).
Πάλι σε άλλο χωρίο της Αγίας Γραφής λέγεται ότι ο Νώε απέστειλε τον κόρακα και εξελθών ο κόρακας δεν επέστρεψεν έως του ξηρανθήναι το ύδωρ από της γης (Γεν. 8,7), αυτό σημαίνει ότι επέστρεψε στο πλοίο κάποτε;
Πάλι είναι γραμμένο στη Θεία Γραφή ότι η Μελχόλ, η θυγατέρα του Σαούλ, η γυναίκα του Δαυίδ, δεν έκανε παιδί «έως της ημέρας του αποθανείν αυτήν» (Β’ Βασ. 6,23). Μήπως αυτό σημαίνει ότι εγέννησε παιδιά αφού πέθανε, γιατί λέγει «έως της…»;
Λοιπόν, ας ανοίξουν τα μάτια της ψυχής τους όλοι αυτοί οι βλάσφημοι της αληθείας, έναντι αυτών των μαρτυριών που έχουν ληφθεί οι περισσότερες από την Αγία Γραφή και να καταλάβουν ότι η φράση «έως ου» στην Αγία Γραφή σημαίνει αιωνιότητα, καθώς και Σωτήρας αιώνια θα υπάρχει με τους αποστόλους Του, και με όλους εκείνους που εκπληρώνουν τι εντολές Του, καθώς εκείνος αιώνια θα κάθεται εκ δεξιών του Πατρός βασιλεύοντας στη Βασιλεία Του της οποίας ουκ έσται τέλος, καθώς ο κόρακας στους αιώνας δεν επέστρεψε στο πλοίο του Νώε, και καθώς η Μελχόλ στους αιώνας, η θυγατέρα του Σαούλ, δεν έκανε παιδιά μετά την ημέρα του θανάτου, κατά τον ίδιο τρόπο ο δίκαιος και θεοφοβούμενος Ιωσήφ, αιωνίως (στον αιώνα) δεν την γνώρισε αυτήν που ήταν παρθένος πριν από την γέννηση, έμεινε παρθένος κατά την γέννηση και εις αεί Παναγία και Άσπιλη Παρθένος Μαρία, Θεοτόκος και Μητέρα του Φωτός, η βασίλισσα των αγγέλων και των ανθρώπων, μετά την γέννηση.
Μετά απ’ όλα αυτά, οι εχθρικώς κείμενοι προς την Θεομήτορα λέγουν ότι δεν πρέπει να απευθυνόμαστε στις προσευχές μας προς αυτή με τις παρακλήσεις: «Μη έχοντας άλλη προστασία – Δεν έχουμε άλλην βοηθόν εκτός από σε» και «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς», όντως ένα μεγάλο λάθος, διότι θέτουμε τη Θεομήτορα όπως και τον Σωτήρα, μεσίτρια της σωτηρίας μας, καθότι ένας είναι ο μεσίτης μας, ο Ιησούς Χριστός.
Όσον αφορά την παράκλησή μας προς τη Θεομήτορα, κατ’ αυτόν τον τρόπο: « μη έχοντας άλλη προστασία», δι’ αυτού εμείς δεν αρνούμαστε την μοναδικότητα του Ιησού Χριστού ως μεσίτη της αντικειμενικής μας σωτηρίας, αλλά δεν παραμελούμε ούτε την ωφέλεια κάθε βοήθειας σε σχέση με την υποκειμενική μας σωτηρία. Η σημασία αυτής της παρακλήσεως είναι η ακόλουθη: « Συ μπορείς να μας δώσεις τη μεγαλύτερη βοήθεια στην υποκειμενική μας σωτηρία, κάποια άλλη βοήθεια πιο μεγάλη δεν βρίσκουμε σε κανέναν άγιο, η δεν έχουμε κάποιον άλλον, ο οποίος να μπορεί να μας βοηθήσει τόσο πολύ όσο μπορείς να μας βοηθήσεις εσύ, ως Μητέρα του Σωτήρος μας». Ενώ τα λόγια της παρακλήσεως που της απευθύνουμε: «Υπέρ Αγία Θεοτόκε, σώσον ημάς», σημαίνουν : «Πρέσβευε τον Υιόν σου να μας σώσει!» η: «να μας λυτρώσει». Στην Ελληνική γλώσσα, όπου ήταν γραμμένα περίπου όλα τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, όπως και τα βιβλία της Ορθοδόξου λατρείας, το ρήμα «σώζω» σημαίνει και λυτρώνω (απαλλάσσω) εκ του κακού, του πειρασμού, των αμαρτημάτων, της στενοχωρίας, της οικονομικής δυσχέρειας. Άρα: «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς», σημαίνει: «βοήθησέ μας με τις ικεσίες σου να λυτρωθούμε εκ του κακού, της στενοχωρίας, των έργων του διαβόλου, από τα πάθη μας».



Τοιουτοτρόπως, διά «το σώσον ημάς» δεν εννοούμε «συγχώρησε τις αμαρτίες μας», αλλά, «πρέσβευε εις τον Υιόν σου για την σωτηρία μας». Είναι αδύνατον διότι διά της ευλαβείας (σ. μτφ. οφειλομένης τιμής) της Θεομήτορος να λυπήσουμε τον Υιόν της, του Οποίου κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν ελαττώνουμε με τίποτα την προς Αυτόν οφειλομένη λατρεία, αλλά, τουναντίον, όλη η υπέρ – ευλάβεια («εξαιρέτως») της Θεομήτορος περνά στον Υιόν της, ο Οποίος την διάλεξε και την καθαγίασε για να γίνει Μητέρα Του.
Όσον αφοράμε τα λεχθέντα μέχρι εδώ δείξαμε με μαρτυρίες από την Αγία Γραφή, την τιμή, την δόξα και τα δώρα που έδωσε ο Θεός της Παναγίας Μητέρας Του, διότι:
Ο Θεός, ακόμη μια φορά μετά την πτώση του Αδάμ και της Εύας, προανήγγελε για την Θεομήτορα ότι αυτή θα είναι εκείνη η γυναίκα – παρθένος η οποία διά του Υιού της θα συντρίψει το κεφάλι του φιδιού (Γεν. 3,15). Κατόπιν προφήτευσαν γι’ αυτή ότι θα είναι εκείνη η παρθένος η οποία θα γεννήσει τον Εμμανουήλ – Θεό (Ησαΐα 7,14), αυτή θα είναι η μεσίτρια της εισόδου στον κόσμο του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού (Ιερεμ. 31, 2-23), σ’ αυτή ο Αρχάγγελος Γαβριήλ ήλθε τιμώντας και την ονόμασε «κεχαριτωμένη» και «ευλογημένη εν γυναιξί» (Λουκ. 1,28), αυτήν ασπάσθηκε η Ελισάβετ η μητέρα του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, ονομάζοντάς την «ευλογημένη εν γυναιξί» και «Μήτηρ του Κυρίου μου» (Λουκ. 1,40-45), Μακαρία η κοιλία και οι μαστοί της διότι εβάσταξε και εθήλαξε τον Σωτήρα του κόσμου, Χριστό (Λουκ. 11, 27-28), ο Σωτήρας ως Υιός της, την άκουγε και της ήταν υποτασσόμενος (Λουκ. 2,51), το πρώτο θαύμα το έκανε ο Σωτήρας στο γάμο της Κανά της Γαλιλαίας, κατά παράκλησή της (Ιωάν. 2, 3-10), ο Σωτήρας φρόντισε γι’ Αυτήν ακόμη και τότε, όταν υπέφερε τους τρομακτικούς πόνους στο σταυρό, εμπιστεύοντάς την για παροχή φροντίδας στον πιο αγαπημένο Του απ’ όλους τους αποστόλους Του (Ιωάν. 19,26-27), η Ίδια διά του Αγίου Πνεύματος προφήτευσε ότι πάσαι αι γενεαί θα την μακαρίζουν και θα την υμνούν για την δόξα με την οποία την αξίωσε ο Θεός για την ταπείνωσή της (Λουκ. 1,48-49), το ίδιο το όνομα της Θεομήτορος στην εβραϊκή γλώσσα ερμηνεύεται «Κυρία, Δέσποινα».
 Αυτή η Κυρία και Παρθένος Βασίλισσα, θα καθίσει εκ δεξιών του θρόνου του Υιού της την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας (Ψαλμ. 44, 10), Αυτή συνέλαβε και εγέννησε εκ Πνεύματος Αγίου τον Υιόν του Θεού (Λουκ. 1,35), καθότι επισκιάστηκε διά της δυνάμεως του Υψίστου και έμεινε παρθένος και μετά τη γέννηση (Ιεζεκιήλ 44, 1-3), αυτή είναι τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφίμ, μη έχοντας και άλλα παιδιά εκτός του Ιησού Χριστού, του Σωτήρος του κόσμου. Η μητέρα των λεγομένων «αδελφών του Κυρίου» δεν είναι Θεομήτορ, αλλά η Μαρία του Κλωπά (Ματθ. 27, 55-56. Μαρκ. 15, 40-47. Ιωάν. 19,25), ενώ «οι αδελφοί» του Κυρίου είναι μόνο συγγενείς με Αυτόν, και όχι φυσικοί αδελφοί Του, διότι τα παλαιά χρόνια στους Ιουδαίους, οι στενοί συγγενείς ονομάζοντο «αδελφοί» (Γεν. 13, 8), Η μητέρα των αδελφών του Κυρίου, η Μαρία η του Κλωπά, ονομάζεται αδελφή με τη Μητέρα του Κυρίου, κατ’ αυτήν την έννοια της στενής συγγενείας (Ιωάν. 19,25 εξ.).
Αφού είδαμε τις μαρτυρίες της Αγίας Γραφής γι’ αυτές τις αλήθειες που αναφέρονται στη μητέρα του Κυρίου, εάν είχατε καθαρό νου από το σκοτάδι της αιρέσεως και των αμαρτημάτων, θα μπορούσατε να κατανοήσετε πολύ καθαρά (φωτεινά), για ποιά αιτία εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί από την Εκκλησία του Χριστού την δεδοξασμένη αποδίδουμε υπέρ – ευλάβεια (εξαιρετική τιμή) στην Παναγία Παρθένον Μαρία. Παρακαλώντας την, την θέτουμε μεσίτρια στον Υιό της και Θεό μας, να μας βοηθήσει διά της μεσιτείας των πρεσβειών της, τις οποίες αναπέμπει πάντοτε προς τον Θεό για όλο το ανθρώπινο γένος και ειδικά για τους ευσεβείς χριστιανούς.
Γιατί εσείς δεν τιμάτε την Μητέρα του Κυρίου όταν η ίδια η Θεία Γραφή σας αποκαλύπτει ότι ο Αρχάγγελος Γαβριήλ την τίμησε με τον ασπασμό; (Λουκ. 1,29)…


Γιά ποια αιτία σεις δεν τιμάτε την Μητέρα του Κυρίου, η οποία, κατά τη μαρτυρία της Αγίας Γραφής και του ευαγγελιστού Αρχαγγέλου Γαβριήλ, είναι «κεχαριτωμένη»; (Λουκ. 1,28-30). Γιά ποια αιτία είσαστε τόσο σκληρόκαρδοι και τυφλοί στην κατανόηση και δεν τιμάτε την Μητέρα του Κυρίου την οποία διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος η Ελισάβετ ομολόγησε ότι είναι η Μήτηρ του Κυρίου και ευλογημένη εν γυναιξί (Λουκ. 1,40- 43);
Αν εσείς λέτε ότι πιστεύετε στα γραφόμενα της Αγίας Γραφής, γιατί λοιπόν δεν τιμάτε και σέβεστε την Μητέρα του Κυρίου, όταν η Γραφή σας αποκαλύπτει ότι αυτήν θα την μακαρίζουν πάσαι αι γενεαί, για την τιμή που της έκανε ο Θεός;
Για ποιά αιτία σεις φθάσατε σε τέτοιο σκοτάδι αγνωσίας, ώστε αντί να τιμάτε και να σέβεστε την Μητέρα του Κυρίου, σεις την βλασφημείτε και στην παραζάλη σας (τρέλα) την θεωρείτε σαν μιά κοινή γυναίκα; Το Άγιο Πνεύμα την φανέρωσε στους ψαλμούς ως την βασίλισσα των αγγέλων και όλης της κτίσεως, καθήμενη εκ δεξιών του Υιού της εν ιματισμώ διαχρύσω και πεποικιλμένη (Ψαλμ. 44,10) και σεις την ονομάζετε ότι είναι μια κοινή γυναίκα, όπως όλες οι άλλες;
Το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτει στην Αγία Γραφή, ότι θα μνημονεύεται εν πάση γενεά και γενεά και όλοι οι λαοί θα την ανυμνούν απαύστως εις τον αιώνα του αιώνος (Ψαλμ. 44,18), ενώ σεις δεν θέλετε να την υμνείτε και να την ευλαβείστε την Μητέρα του Κυρίου. Το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτει ότι «πάσα η δόξα της θυγατρός του βασιλέως ( της Θεομήτορος) έσωθεν, εν κροσσωτοίς χρυσοίς περιβεβλημένη, και πεποικιλμένη» (Ψαλμ. 44,14). Διά της έσωθεν δόξης δείχνει ότι είναι ναός του Αγίου Πνεύματος, άχραντος, ενώ σεις την βλασφημείτε την Μητέρα του Κυρίου και δεν την τιμάτε.
Η Μητέρα του Κυρίου είναι εκείνη η Παρθένος η οποία γέννησε τον Εμμανουήλ – Θεό (Ησαΐα 7,14) και σεις λέτε ότι είναι μια οποιαδήποτε γυναίκα όπως όλες οι γυναίκες. Το Άγιο Πνεύμα διά του στόματος του προφήτου Ιεζεκιήλ προεικονίζει, την Μητέρα του Κυρίου, σαν «πύλη κεκλεισμένη» διά της οποίας κανείς δεν θα εισέλθει παρά μόνο ο Θεός του Ισραήλ, και μετά την διέλευση, κεκλεισμένη θα μείνει (Ιεζεκιήλ 44, 1-3), δηλαδή παρθένος θα είναι πριν από τη γέννηση, κατά τη γέννηση και αειπάρθενος θα μείνει μετά τη γέννηση, και σεις λέτε ότι η Μητέρα του Κυρίου είχε και άλλα παιδιά εκτός από τον Υιόν του Θεού, τον Οποίον εγέννησε.
Καλύτερον είναι σε σας να κρεμάσετε από μια πέτρα γύρω από τον τράχηλο και να πέσετε στη θάλασσα (Ματθ. 18,6-7. Μάρκ. 9,42. Λουκ. 17, 1-2) από το να σκανδαλίσετε τις ψυχές των αγαθών χριστιανών με τα ψέματα και τις σατανικές και καταραμένες σας βλασφημίες. Πως θα μπορούσε ο δίκαιος και θεοφοβούμενος τον Θεό Ιωσήφ (Ματθ. 1,19) να τολμήσει να αγγίξει την Παναγία Παρθένον μετά την γέννηση, προ πάντων αφού έλαβε την αποκάλυψη – διά του αγγέλου Του – «το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν Αγίου» (Ματθ. 1,20) και ότι ο συλληφθείς διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος θα είναι ο Σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός (Ματθ. 1,21);
Άραγε ο δίκαιος και θεοφοβούμενος Ιωσήφ – στον οποίον αποκαλύφθηκε από τον Θεό ότι η Παρθένος Μαρία, η μνηστή του, συνέλαβε εκ Πνεύματος Αγίου και κατενόησε ότι δι’ αυτής ο Θεός θα εργαστεί τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, διά της συντριβής της κεφαλής του φιδιού (Γεν. 3,15) και ότι είναι η Παρθένος η προφητευθείσα διά Αγίου Πνεύματος διά του Προφήτου Ησαΐα, η οποία θα γεννήσει τον Εμμανουήλ, τον Θεό και Σωτήρα του κόσμου (Ησαΐα 7,14) – να μπορεί να συλλογίζεται ανθρωπίνως επ’ αυτής; Ακριβώς γι’ αυτό ο δίκαιος και θεοφοβούμενος Ιωσήφ αποδείχθηκε τόσο ζηλωτής και υπάκουος και υπηρέτησε με τόσο μόχθο το θείο Βρέφος , από τη γέννηση, στη φυγή στην Αίγυπτο και την επιστροφή (Λουκ. 2,4-5. Ματθ. 2,13-14. 20,21-23), καθώς και στα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, μέχρι της ηλικίας των 30 ετών του Σωτήρος, διότι καταλάβαινε τέλεια το κάλεσμα που έχει να υπηρετήσει την Παναγία Παρθένον, διά της οποίας ο Θεός ήλθε στον κόσμο με το Σώμα, να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος.
Λοιπόν, βουβά να μείνουν τα στόματα όλων των αιρετικών και των νεοπροτεσταντών οι οποίοι βλασφημούν κατά της Βασίλισσας των αγγέλων και Μητέρας του Θεού και του δικαίου και Θεοφοβούμενου Ιωσήφ όσον αφορά τους κακούς και τρελλούς συλλογισμούς ότι θα μπορούσε να είχε και άλλα παιδιά η Παναγία και Άχραντος Παρθένος Μαρία, η Θεοτόκος, η «Κεχαριτωμένη».
Αρνούμενοι όλες τις άλογες βλασφημίες των αιρετικών, εμείς τα παιδιά της Εκκλησίας του Χριστού να έχουμε την Μητέρα του Θεού παντοτινή ικέτρια και μεσίτρια για τη σωτηρία έμπροσθεν του Θεού. Το όνομά της να τιμούμε αδιαλείπτως ως Μητέρα του Υιού του Θεού. Οι παρθένες να την υμνούν ως μία Αειπάρθενο μητέρα. Οι ιερείς και οι μοναχοί, ως την μητέρα του Μεγάλου Αρχιερέως Ιησού Χριστού, ενώ εμείς οι ευλαβείς χριστιανοί, με μια φωνή με τους αγγέλους και τους αγίους, να ψέλνουμε καθημερινά τον Ακάθιστο και τον Παρακλητικό κανόνα της Μητέρας του Θεού, επαναλαμβάνοντας όλοι τον ιερόν ύμνο (υπακοή): «Χαίρε, Νύμφη, Ανύμφευτε!».





Αταλάντη 13-10-1991
Εισαγωγή – μετάφραση
Γεώργιος Δημ. Αποστόλου
Θεολόγος
 
Εκ του περιοδικού "Ορθόδοξος Φιλόθεος Μαρτυρία"
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη" Θεσσαλονίκη

ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΜΑΡΙΑ - Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΣ

Η ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Η Υπεραγία Θεοτόκος Μαρία, από την πρώτη στιγμή που ήλθε εις τον κόσμο δοκίμασε πόνους σκληρούς.
Ολόκληρη η ζωή Της ήταν μια σειρά από δοκιμασίες. Από την ώρα που η Θεία βουλή Την εμπιστεύεται στα χέρια του Ιωσήφ, στη καρδιά του χειμώνα γεννά μέσα σ' ένα σταύλο τον Βασιλέα του Σύμπαντος.
Από την μανία του Ηρώδη φεύγει στην Αίγυπτο, ταλαιπωρείται σε ξένους τόπους κι επιστρέφοντας ζει φτωχικά στην Ναζαρέτ.
Και στο τέλος δοκιμάζει το πικρό ποτήριο του Σταυρικού θανάτου του Μονογενούς Υιού Της.
Όμως πάνω από όλα στέκει αλύγιστη και τραβά τον δύσκολο δρόμο με καρτερία και υπομονή ως το τέλος του επιγείου βίου Της.
Η ζωή της Θεοτόκου ήταν άκρως αγγελική. Ήταν αληθινά η πρώτη ασκήτρια και ησυχάστρια, όπως μας λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, και αγωνιζόταν με νηστείες, με προσευχές και με κάθε είδους ασκήσεις. Μάλιστα ο άγιος Ανδρέας, αρχιεπίσκοπος Κρήτης, μας πληροφορεί ότι φαίνονται ακόμα και σήμερα στα μάρμαρα της Αγίας Σιών, εκεί όπου βρισκόταν το σπίτι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, τα κοιλώματα από τα γόνατα Της, ως αποτυπώματα του πλήθους των γονυκλισιών Της, ιδιαίτερα μετά την Ανάληψη του Κυρίου, καθώς και το μέρος, όπου κοιμόταν λίγο πάνω σε μια πέτρα.





Η ηλικία της Θεοτόκου
Ο Άγιος Νικόδημος λέγει: “Εάν επιθυμή τινάς να μάθη πόσων χρονών ήταν η Κυρία Θεοτόκος όταν εκοιμήθη, ας ακούση. Όταν αυτή επήγεν εις τα Άγια των Αγίων ήταν τριών ετών, επέρασεν εκεί δώδεκα χρόνους και έως να γεννήση τον Χριστόν επέρασεν ένας χρόνος έκαμε και με τον Χριστόν τριαντατρείς, έζησε και μετά την Ανάληψη χρόνους δέκα ώστε όλοι οι χρόνοι της Αγίας ζωής της συμποσούνται πενήντα εννέα.
Ώ, πόσο αγαπά η Παναγία όλους, όσοι φυλάγουν τις εντολές του Χριστού, και πόσο λυπείται και θλίβεται για κείνους που δεν μετανοούν!
Το “Παναγία μου, βοήθα!” και το “Παναγία μου, σ' ευχαριστώ!” είναι από τις πιο συχνές εκφράσεις του ανθρώπου.
Η Παναγία είναι το πνευματικό στόλισμα της ορθοδοξίας. Για μας τους Έλληνες είναι η πονεμένη μητέρα, η παρηγορήτρια και η προστάτιδα που μας παραστέκεται σε κάθε περίσταση

Τρίτη 20 Μαρτίου 2012

Ο ΑΝΑΒΑΠΤΙΣΜΟΣ, ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ , ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ

Ἡ στάσις τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
ἔναντι τῶν αἱρετικῶν
καί ὁ ἀναβαπτισμός.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος, γνήσιος ἀπόγονος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς    Ἐκκλησίας, ἀκολουθεῖ τήν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδοξίας στηριζόμενος στούς Ἁγίους καί Θεοφόρους Πατέρες. Ἡ διδασκαλία του ἀπορρέει ἀπό τόν ἀσκητικόν του βίον, ἀπό τήν ἀμεσότητα προσεγγίσεως τοῦ Θεοῦ, διά τῶν μυστηρίων καί τῆς προευχῆς καί ἀπό τήν βαθυτάτην θύραθεν καί θεολογική γνώση πού ἀπέκτησε μέ τόν ἀπέραντο καί σπανίας δεκτικότητος καί συστηματικότητος χαρισματικό νοῦ του, λέγεται ὅτι τό 85% τῶν ἀναγνωσμάτων του τά συγκρατοῦσε μέ τήν πρώτη ἀνάγνωση. ἔχοντας αὐτά τά βασικά στοιχεῖα καί τίς πνευματικές προϋποθέσεις, ὡς φυσικά καί πνευματικά ἀποκτήματα, ἔγραψε συγγράματα πού ἐμπνέουν στόν ἀναγνώστη πλήρη ἐμπιστοσύνη, περί τῆς βαθειᾶς θεολογικῆς ἐμπειρίας καί τοῦ χαρίζουν τή δυνατότητα νά γνωρίση ὅλο τόν πλοῦτο τῶν Πατέρων καί διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, συστηματοποιημένο καί ἐμπλουτισμένο μέ προσωπικά καί ἐμπειρικά σχόλια, πρωτοφανοῦς εὐστοχίας καί σπανίας διεισδυτικότητος. Οἱ ὀρθόδοξες θέσεις του εἶναι ξεκάθαρες, παρ᾿  ὅλες τίς ἀντίξοες συνθῆκες μέσα στίς ὁποῖες ἔζησε καί παρ΄ ὅλα τά διάφορα ἀντορθόδοξα Δυτικά ρεύματα, πού κυκλοφοροῦσαν στήν ἐποχή του.
Ἀλλά καί ἡ στάση του ἀπέναντι στούς αἱρετικούς τῆς Ἐκκλησίας εἶναι χαρακτηριστική καί ἐμφορεῖται ἀπό τό πνεῦμα τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
Γιά τό θέμα τοῦ ἀναβαπτισμοῦ, πού μοῦ ἀνετέθη νά παρουσιάσω στό παρόν συνέδρειο, ὁ ἅγιος Νικόδημος κάνει ἐκτενέστατα σχόλια, στηριζόμενος στούς ἑξῆς Κανόνες : 1) στόν μστ΄ (46) τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, 2) στόν ζ΄ (7) τῆς Δευτέρας Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί 3) στόν #ε΄ (95) τῆς ἕκτης Ο᾿ἰκουμενικῆς Συνόδου.
1. Ὁ 46ος Ἀποστολικός Κανών λέγει ἐπί λέξει τά ἑξῆς : «Ἐπίσκοπον ἤ Πρεσβύτερον αἱρετικῶν δεξαμένους βάπτισμα ἤ θυσίαν, καθερεῖσθαι προστάσσομεν, τίς γάρ συμφώνησις Χριστοῦ πρός βελίαρ; ἤ τίς μερίς πιστῷ μετά ἀπίστου;».  
Δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀληθινόν τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν καί σχισματικῶν σχολιάζει ὁ Ἁγιος Νικόδημος, ἀναφερόμενοςστήν Σύνοδο τῶν 84ων Ἐπισκόπων τῆς, ὑπό τόν Ἐπίσκοπον Καρχηδόνος Κυπριανόν, ἡ ὁποία ἐξέδωσε κανόνες ἀναλόγους πρός τόν παραπάνω Ἀποστολικόν, γιατί δέν ὑπάρχουν πολλά βαπτίσματα. Σύμφωνα μέ τό Ἀποστολικό ρητό «Εἶς Κύριος, μία Πίστις ἕν Βάπτισμα», οἱ αἱρετικοί ἐφ᾿  ὅσον δέν εἶναι μέσα στήν ἀληθινή πίστη τῆς Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δέν μποροῦν νά ἔχουν ἀληθινό Βάπτισμα. ἄν εἶναι ἀληθινό τό Βάπτισμα καί τῶν αἱρετικῶν καί σχισματικῶν, ἀληθινό καί τῶν Ὀρθοδόξων, τότε δέν θά ἔχωμε ἕν Βάπτισμα, καθώς ὁ Παῦλος βοᾶ, ἀλλά δύο, «ὅπερ ἀτοπώτατον». Αὐτῆς τῆς Συνόδου τόν κανόνα «ἐπεσφράγισε» καί ἡ ἕκτη Οἰκουμενική, μέ τόν β΄ κανόνα της, ὁπότε ὁ περί οὖ ὁ λόγος κανών ἀπό κανών τοπικῆς γίνεται κανών οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Ἀλλά καί ὁ Φιρμιλιανός πού ἐχρημάτισε ἔξαρχος στήν Σύνοδο τοῦ Ἰκονίου καί τόν ὁποῖον ὁ Μ. Βασίλειος στόν α΄ κανόνα τόν ὀνομάζει «ἰδικόν του», ὡς Ἐπίσκοπον Καισαρείας ἀκυρώνει καί ἀπορρίπτει τό Βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν. «Δέν εἶναι δυνατόν», λέγει «νά ἰσχυρισθῆ ἤ νά πιστεύση κανείς ὅτι μόνον ἡ ἐπίκλησις τῶν τριῶν ὀνομάτων τῆς Ἁγ. Τριάδος εἶναι ἀρκετή πρός ἄφεσιν τῶν πλημμελημάτων καί πρός τόν Ἁγιασμόν τοῦ Βαπτίσματος», ἄν πρῶτα καί ἐκεῖνος πού βαπτίζει δέν εἶναι ὀρθόδοξος. Συμφωνεῖ μέ τήν γνώμην αὐτήν καί ὁ Μ. Βασίλειος, τούς κανόνες τοῦ ὁποίου «ἐπεσφράγισεν» ἡ ἕκτη Οἰκουμενική Σύνοδος. «Ἀπώλεσαν, λέγει, τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος οἱ αἱρετικοί καί σχισματικοί καί διεκόπη ἡ μετάδοσις αὐτῆς ἀπό τήν στιγμή πού ἀπεμακρύνθησαν ἀπό τήν                     Ἐκκλησίαν. Μεταβιβασθέντες δέ στήν τάξη τῶν λαϊκῶν, οὔτε χάρισμα πνευματικόν ἔχουν, οὔτε νά βαπτίζουν ἤ νά χειροτονοῦν ἔχουν ἐξουσίαν, καί οἱ ἐξ αὐτῶν βαπτιζόμενοι, πρέπει νά ξαναβαπτίζονταιμέ τό ἀληθινόν τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας βάπτισμα». Καί ἐνῶ μέ τόν α΄ κανόνα του ἀποδέχεται τήν γνώμην ὡρισμένων πατέρων τῆς Μ. Ἀσίας πού κατ᾿  οἰκονομίαν δέχονται τό βάπτισμα τῶν σχισματικῶν, μέ τόν 47ον Κανόνα του ἀναφέρει ὅτι «ἐκεῖνος σέ ἀντίθεση μέ τούς παραπάνω πατέρας, ὅλους τούς βαπτίζει».
Τήν ἴδια γνώμη ἔχει καί ὁ Μ. Ἀθανάσιος τοῦ ὁποίου καί αὐτοῦ τούς λόγους «ἐπεσφράγισεν» ἡ ἕκτη Οἰκουμενική Σύνοδος. Στόν τρίτο λόγο του κατά Ἀρειανῶν λέγει τά ἑξῆς : «Οἱ Ἀρειανοί κινδυνεύουν καί εἰς τό πλήρωμα τοῦ μυστηρίου, δηλαδή τοῦ βαπτίσματος. Διότι ἄν ἡ τελείωσις τοῦ Βαπτίσματος δίδεται μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ οἱ δέ Ἀρειανοί δέν θεωροῦν Πατέρα ἀληθινόν, μέ τό νά ἀρνοῦνται τόν ἐξ  αὐτοῦ ὅμοιον τῆς οὐσίας Υἱόν ἀληθινόν καί ἀναπλάττοντες μέ τήν φαντασίαν τους ἄλλον ἔκ μή ὄντων κτιζόμενον, πῶς τό τελούμενον βάπτισμα δέν εἶναι τελείως ἀνωφελές καί μάταιον»; Καί φαίνεται μέν κατά προσποίηση ὅτι εἶναι βάπτισμα, άλλά στήν οὐσία δέν παρέχει καμμία βοήθεια στήν πίστη καί τήν εὐσέβεια.
Ἐπίσης ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἀπευθυνόμενος πρός τούς Ἀρειανούς καί Μακεδονιανούς, τούς θεωρεῖ κατηχουμένους. «Ἐάν ἀκόμη χωλαίνης, λέγει,καί δέν καταδέχεσαι τό τέλειον τῆς Θεότητος τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Πνεύματος, ζήτησε ἄλλον νά σέ βαπτίση ἤ μᾶλλον εἰπεῖν νά σέ πνίξη ἐν τῷ βαπτίσματι, ἐπειδή ἐγώ δέν ἔχω ἄδειαν νά χωρίζω τήν Θεότητα τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Πνεύματος ἀπό τήν Θεότητα τοῦ Πατρός καί νά σέ καταστήσω νεκρόν . . . Ἐπειδή ὅποια ἀπό τίς τρεῖς Ὑποστάσεις καταβιβάσης ἀπό τὀ ἀξίωμα τῆς Θεότητος, ὅλην τήν Ἁγία Τριάδα καταβιβάζεις ἀπό αὐτό καί τόν ἑαυτόν σου στερεῖς ἀπό τήν τελείωση τοῦ Βαπτίσματος». Ἀπαραίτητος λοιπόν ὅρος γιά τήν τελείωση τοῦ Βαπτίσματος ἡ ὀρθή πίστη.
Ὁ ἅγιος Ἰωάνης ὁ Χρυσόστομος στήν ὁμιλία του «εἰς τό ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος» ἀναφέρει ὅτι «τῶν αἱρετικῶν τά συστήματα βάπτισμα μέν ἔχουν, δέν ἔχουν ὅμως φώτισμα. Βαπτίζονται κατά τό σῶμα κατά δέ τήν ψυχή δέν φωτίζονται».
Ὁμοίως καί οἱ ἄλλοι Πατέρες κατά τόν ἴδιο τρόπο διδάσκουν ὅτι «οὐδείς αἱρετικός παρέχει ἁγιασμόν διά τῶν μυστηρίων» καί «τό τῶν δυσεβῶν βάπτισμα οὐχ ἁγιάζει».
2. Ὁ 7ος ὅμως κανών τῆς Β᾿  Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί ὁ 95ος τῆς ἕκτης δέν ἐπέβαλαν σέ ὅλους τούς αἱρετικούς τό βάπτισμα σύμφωνα μέ τόν παραπάνω Ἀποστολικό κανόνα καί τούς κανόνας τῶν λοιπῶν Πατέρων, πού ἀναφέρθηκαν, ἄν καί ἡ ἴδια ἡ ἕκτη Οἰκουμενική Σύνοδος στόν β΄ κανόνά της, τούς ἐδέχθη. ἄλλων αἱρετικῶν ἐδέχθησαν τό βάπτισμα καί ἄλλων ὄχι.
Γιά νά γεφυρώσει αὐτή τή διαφορά ὁ ἅγιος καί νά λύση τήν ἀπορία, σέ ὅσους δέν μποροῦν νά ἀντιληφθοῦν ὀρθόδοξα τήν διακυβέρνηση τῆς Ἐκκλησίας, ἀναφέρει τά ἑξῆς :
Στήν Ἐκκλησία φυλάττωνται δύο εἴδη κυβερνήσεως καί διορθώσεως τῶν σφαλμάτων. Τό ἕνα ὀνομάζεται Ἀκρίβεια, τό δέ ἄλλο ὀνομάζεται Οἰκονομία καί Συγκατάβαση. Μέ αὐτά τά δύο οἱ τοῦ Πνεύματος οἰκονόμοι κυβερνοῦν τήν σωτηρία τῶν ψυχῶν, πότε μέ τό ἕνα πότε μέ τό ἄλλο. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί οἱ προμημονευθέντες ἅγιοι, ἐφήρμοσαν τήν Ἀκρίβεια καί ἀπέβαλαν τελείως τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν. Οἱ δύο δέ Σύνοδοι μετεχερειρίσθησαν τήν οἰκονομία. Καί ἄλλων ἐδέχθησαν τό βάπτισμα (Ἀρειανῶν καί Μακεδονιανῶν) ἄλλων δέ ὄχι (Εὐνομιανῶν κ.λ.π.). Καί οἰκονόμησαν ἔτσι τά πράγματα πρῶτον ἐπειδή κατά τήν ἐποχή τῆς Β᾿  Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἤκμαζαν οἱ Ἀρειανοί καί Μακεδονιανοί οἱ ὁποῖο ὄχι μόνον ἦσαν κατά τό πλῆθος πολλοί, ἀλλά εἶχαν καί μεγάλες δυνάμεις, κοντά στούς Βασιλεῖς καί ἄρχοντας καί τήν Σύγκλητον. Μέ αὐτόν τόν τρόπο πίστευαν ὅτι θά τούς ἤλκυαν στήν ὀρθοδοξία καί θά τούς διώρθωναν εὐκολώτερα.  Καί δεύτερον ἀντελήφθησαν οἱ Πατέρες ὅτι μέ τήν οἰκονομία δέν θά τούς ἐρέθιζαν οὔτε θά τούς ἐξαγρίωναν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά γίνη μεγαλύτερο κακό, καί ὅπως λέγει χαρακτηριστικά, «οἰκονομήσαντες τούς λόγους αὐτῶν ἐν κρίσει οἱ Θεῖοι Πατέρες, ἐσυγκατέβησαν νά δεχθοῦν τό βάπτισμα αὐτῶν». Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς συγκαταβάσεως ἡ ἕκτη Οἰκουμενική Σύνοδος ἦλθε σέ ἀντίθεση καί μέ τόν ἑαυτό της καί μέ τήν Β᾿  Οἰκουμενική. Μέ τόν ἑαυτό της ἦλθε σέ ἀντίθεση γιατί μέ τόν β΄ κανόνα της ἐδέχθη τούς Ἀποστολικούς κανόνες, τούς κανόνες τῆς Καρχηδόνος καί τῶν ἄλλων Πατέρων, ἐνῶ μέ τόν 95ο δέν ἀπέβαλλε ὅλων τῶν αἱρετικῶν τό βάπτισμα. Μέ τήν Β΄ Οἰκουμενική δέ διότι ἐδέχθη τήν ἀκρίβεια τῶν Ἀποστολικῶν κανόνων καί τῶν λοιπῶν Πατέρων ἐνῶ ἐκεῖνοι ἐδέχθησαν τό βάπτισμα ὡρισμένων αἱρετικῶν. Μέ αὐτόν τόν τρόπο ἄφησαν νά ἐννοήσουμε ὅτι στήν Ἐκκλησία ἰσχύουν καί τά δύο καί ἡ Ἀκρίβεια καί κατά τάς περιστάσεις ἡ Οἰκονομία.
Δεύτερος λόγος πού ἐσυγκατέβησαν οἱ Πατέρες τούς μέν                    Ἀρειανούς καί Μακεδονιανούς νά τούς δεχθοῦν χωρίς ἀναβαπτισμό, τούς δέ Εὐνομιανούς καί Σαβελιανούς πού εἶναι ἰσοδύναμοι στίς αἱρετικές δοξασίες νά τούς ἀναβαπτίσουν, εἶναι τό γεγονός ὅτι, οἱ πρῶτοι «ἐφύλαττον ἀπαράλακτον καί τό εἶδος καί τήν ὕλην τοῦ βαπτίσματος τῶν Ὀρθοδόξων» καί ἐβαπτίζοντο κατά τόν τῦπο τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τοὐλάχιστον πρό τῆς συγκλήσεως τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἐνῶ οἱ δεύτεροι, τῶν ὁποίων τό βάπτισμα δέν ἐδέχθησαν, ἐπαραχάραξαν τήν τελετή τοῦ βαπτίσματος καί διέφθειραν εἴτε τόν τρόπο τοῦ εἴδους, δηαλδή τῶν ἐπικλήσεων, εἴτε τήν χρήση τῆς ὕλης, δηλαδή τῶν καταδύσεων καί ἀναδύσεων, βαπτιζόμενοι μέ μία μόνο κατάδυση. Γεγονός εἶναι ὅτι ὁ δεύτερος τοῦτος λόγος τῆς ἐφαρμογῆς τῆς οἰκονομίας δέν εἶναι ἰσχυρός.     Ἰσχυρότερος εἶναι ὁ πρῶτος λόγος πού ἀναφέρθηκε.
3. Κάνοντας ὁ ἅγιος Νικόδημος ὅλη αὐτή τήν ἱστορικοεκκλησιαστική ἀναφορά, χωρίς νά τήν θεωρ῀ῇ περιττή, τήν προβάλλει ὡς ἀναγκαιότατη γιά ὅλους τούς καιρούς κυρίως ὅμως στήν σύγχρονη ἐποχή ὅπου γίνεται μεγάλη λογοτριβή καί προκαλεῖ μεγάλη ἀμφισβήτηση τό τῶν Λατίνων βάπτισμα. Ἡ τριβή δέ δέν γίνεται μόνο μεταξύ ἡμῶν τῶν ὀρθοδόξων καί τῶν Λατίνων, ἀλλά καί μεταξύ ἡμῶν καί τῶν Λατινοφρόνων.
Δέν διστάζη δέ νά τοποθετηθῆ ἐξ ἀρχῆς εὐθέως. ὅτι σύμφωνα μέ αὐτά πού εἰπώθηκαν, τό βάπτισμα τῶν Λατίνων εἶναι ψευδώνυμο Βάπτισμα. Γι᾿  αὐτό οὔτε μέ τό λόγο τῆς Ἀκριβείας γίνεται δεκτό, οὔτε μέ τό λόγο τῆς Οἰκονομίας. Μέ τό λόγο τῆς Ἀκριβείας δέν γίνεται δεκτό πρῶτον γιατί εἶναι αἱρετικοί. Τό ὅτι εἶναι αἱρετικοί δέν χωράει καμμιά ἀμφισβήτηση. Παραπέμπει στόν ἁγιώτατο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Δοσίθεο, τόν ὀνομαζόμενον Παπομάστιγα, ὁ ὁποῖος ἀποδεικνύει τίς αἱρετικές κακοδοξίες τῶν Λατίνων. Ὡς ἐπίσης καί στόν ἅγιο Μάρκο τόν ἐπίσκοπο Ἐφέσου τόν Εὐγενικό, ὁ ὁποῖος παρρησία λέγει τά ἑξῆς : «Ἡμεῖς δι᾿  οὐδέν ἄλλον ἀπεσχίσθημεν τῶν Λατίνων ἀλλ᾿   ἤ ὅτι εἰσιν, οὐ μόνον σχισματικοί, ἀλλά καί αἱρετκοί». Ἀλλά καί τό γεγονός ὅτι τόσους αἰῶνες ἀποστρεφόμαστε τούς Λατίνους, ὡς αἱρετικούς, τούς βδελυττόμεθα, καθώς καί τούς Ἀρειανούς καί Σαβελλιανούς καί τούς πνευματομάχους Μακεδονιανούς. Ἐφ΄ ὅσον λοιπόν εἶναι αἱρετικοί, ὄχι μόνον δέν μποροῦμε, ἐπ΄ οὐδενί λόγω νά ἑνωθοῦμε μαζί τους, ἀλλά καί ὡς ἀπωλέσαντες τήν ἐνεργό Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τούς θεωροῦμε οὐσιαστικά ἀβάπτιστους. Δεύτερον δέν γίνεται δεκτό οὔτε μέ τόν λόγο τῆς Οἰκονομίας, ἐπειδή δέν φυλάττουν τίς τρεῖς καταδύσεις στόν βαπτιζόμενο, ὅπως ὡς         Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία παρέλαβε ἀπό τούς Ἀποστόλους καί Πατέρας. Καινοτομήσαντες πρῶτοι τό Ἀποστολικόν Βάπτισμα ρίχνουν μέ μία δέσμη τριχῶν στό μέτωπο τοῦ βρέφους λίγες ρανίδες ὕδατος. «Ἐν τρισί γάρ καταδύσεσι καί ἰσαρίθμοις τοῖς ἐπικλήσεσι τό Μυστήριον τοῦ Βαπτίσματος τελειοῦται, ἵναι καί ὁ τοῦ θανάτου τύπος ἐξεικονισθῆ καί τῇ παραδόσει τῆς θεογνωσίας τάς ψυχάς φωτισθῶμεν οἱ βαπτιζόμενοι», μαρτυρεῖ ὁ Μ. Βασίλειος.
Ἐφ᾿  ὅσον λοιπόν σύμφωνα μέ τά παραπάνω οἱ Λατίνοι δέν μποροῦν νά τελειώσουν ὡς αἱρετικοί καί παραχαράκτες τό ἔν Βάπτισμα τῆς                Ἐκκλησίας, ἐπειδή ἀπώλεσαν τήν τελεταρχική Χάρη, ἔστω κι ἄν προφέρουν τίς τρεῖς ἐπικλήσεις τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ ἅγιος ἐφιστᾶ τήν προσοχή σ᾿  ἐκείνους πού δέχονται τό ράντισμα τῶν Λατίνων. ἔχουν καθῆκον νά στοχασθοῦν τί θά ἀποκριθοῦν στήν αὐθεντία τοῦ Ἀποστολικοῦ Κανόνος καί τῶν λοιπῶν Πατέρων πού διδάσκουν τά ἀντίθετα. Προβάλλουν λέγει οί δεφένσορες αὐτοί τοῦ Λατινικοῦ ψευδοβαπτίσματος τό ὅτι ἡ              Ἐκκλησία μας συνήθισε νά τούς δέχεται, κατά τήν ἐπιστροφή τους μέ          ἅγιο Μῦρο. Καί αὐτό ἀκόμη ἄν γίνεται φανερώνει καθαρά ὅτι, συμβαίνει ἐπειδή εἶναι αἱρετικοί.
Οὔτε μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία σήμερα νά μεταχειρισθῆ τήν Οἰκονομία τῆς Β΄ καί Στ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Διότι οἱ θεῖοι Πατέρες πού ἐφήρμοσαν τήν Οἰκονομία, παραμερίζοντας προσωρινά τούς Ἀποστολικούς κανόνας μέ τήν ἐλπίδα τῆς ἐπιστροφῆς των ἐπέτυχον τοῦ σκοποῦ τούτου. Καί μέ τήν οἰκονομία αὐτή οἱ αἱρετικοί ἔγιναν ἡμερώτεροι καί ἐπέστρεψαν στήν εὐσέβεια καί σέ λίγους χρόνους ἤ τελείως ἐξέλιπον ἤ ἔμειναν πολύ λίγοι.
Δέχεται ὁ ἅγιος ὅτι καλῶς οἱ πρό ἡμῶν Πατέρες οἰκονόμησαν καί ἀποδέχθηκαν μέ Θεῖο Μῦρο τούς Λατίνους τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, διότι ὁ Παπισμός τότε ἤκμαζε καί κατεῖχε ὅλες τίς δυνάμεις τῶν Βασιλείων τῆς Εὐρώπης, τό δέ δικό μας Βασίλειο ἔπνεε τά λοίσθια. Ἦταν τότε ἀνάγκη νά γίνη αὐτή ἡ οἰκονομία, γιά νά μή ἐξεγείρη ὁ πάπας τά λατινικά γένη ἐναντίον τῶν Ἀνατολικῶν, ὥστε νά αἰχμαλωτίζουν καί νά φονεύουν καί μύρια ἄλλα κακά καί δεινά νά πράττουν. Τώρα ὅμως πού ἡ λύσσα τοῦ παπισμοῦ δέν ἰσχύει καί ἡ Θεία Πρόνοια κατέβαλε τήν ἐπηρμένην ὀφρύ τῶν παπικῶν, τί χρειάζεται πλεόν ἡ οἰκονομία ; Ἡ οἰκονομία ἔχει μέτρα καί ὅρια, καί δέν εἶναι παντοτινή καί ἀόριστη. Τή στιγμή μάλιστα πού στόν παπισμό συνεχίζει νά ὑπάρχει ἀνυποχώρητη καί σατανική ἐπιμονή στήν αἵρεση. Ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας ἀναφέρει τά ἑξῆς : «Ὁ κατ᾿  οἰκονομίαν λοιπόν ποιῶν τι, οὐχ ὡς ἁπλῶς καλόν τοῦτο ποιεῖ, ἀλλ᾿  ὡς πρός καιρόν χρειῶδες». Εἶναι κακή οἰκονομία λέγει ὁ ἅγιος Νικόδημος αὐτή πού οὔτε τούς Λατίνους μποροῦμε νά ἐπιστρέψωμε, ἀλλά καί ἡμεῖς γινόμεθα παραβάται τῶν ἱερῶν κανόνων, δεχόμενοι τό ψευδοβάπτισμα τῶν αἱρετικῶν. «Οἰκονομητέον γάρ ἔνθα μή παρανομητέον» λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. ἕως ὅτου ἐφαρμοσθῆ ἡ οἰκονομία, πάντως οἱ Ἀνατολικοί ἐβάπτιζον τούς Δυτικούς καθώς μαρτυρεῖ ἡ ἐν Λατερανῷ τῆς Ρώμης τοπική Σύνοδος τοῦ 1215. Καί ὅτι δέν λειτουργοῦσαν σέ ναούς πού πρότερον ἐλειτούργησαν οἱ Λατίνοι, ἄν πρῶτα δέν ἔκαναν ἁγιασμό.





Τῆς οἰκονομίας λοιπόν παρελθούσης, ἡ ἀκρίβεια καί ἡ τήρηση τῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας παίρνουν τήν φυσική τους θέση.