Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015

ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΑ - Η ΕΥΡΕΣΗ ΤΗΣ ΣΕΠΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ


 
Η εύρεση της εικόνας


Εις την νήσον των Κυθήρων, πού βρίσκεται στο νότιο μέρος της Πελοποννήσου, υπήρχεν ένας ερημότοπος, λεγόμενος Μωρτίδια (διότι ήτο δασωμένος από μυρτιές) και ακατοίκητος, αφού μόνον ζώα των αγροίκων έβοσκον εκεί.
Εκεί μετέβαινε κάποιος ευλαβής Χριστιανός. Ούτος, οδηγηθείς από κάποιαν θεωρίαν, όπου είδεν εις τον ύπνον του, έχων και περισσήν ευλάβειαν εις την Κυρίαν Θεοτόκον, επήγαινε συχνότερα εις τον τόπον. Ιστάμενος εκεί και στοχαζόμενος του τόπου την αγριότητα, ήκουσε φωνήν αοράτως, η οποία του έλεγεν:


—Αν με ζητήσης εδώ κοντά, ευρίσκεις την εικόνα μου και είναι καιρός, όπου ήλθα και ευρίσκομαι εδώ, για να δώσω βοήθειαν εις τούτον τον τόπον.

Ακούων δε την φωνήν ο ευλαβής εκείνος Χριστιανός και στρέφων ένθεν κακείθεν, δια να ίδη ποιος είναι εκείνος, ο οποίος του ωμιλούσε και μη βλέπων κανένα, έμεινε περίφοβος και κάμνων το ση μείον του Τιμίου Σταυρού είπε:
—Κύριε Ιησού Χριστέ, βοήθει μοι. Και συ, Κυρία μου και Δέσποινα, όπου έχεις πολλήν την παρρησίαν προς τον μονογενή σου Υιόν, μη αργήσης να μου φανερώσης, αν είναι το θέλημα σου, την φωνήν ταύτην, όπου ήκουσα, τί είναι.

Και θαρρών πώς η φωνή αύτη διά καλόν ήτο, παραμερίζων ολίγον, ωσάν να εγύρευε το ποθούμενον, θεωρεί μέσα εις μίαν μυρτιάν εικόνα της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας.
Ευθύς όπου την είδεν, έλαβεν μεγάλην χαρών, και εγνώρισε πώς η φωνή, όπου ήκουσεν, ήτον από την Υπεραγίαν Θεοτόκον και τον ωδήγησεν εκεί, διά να εύρη αυτήν την αγίαν εικόνα. Έπεσε λοιπόν και την επροσκύνησε και μετά δακρύων και ευχαριστιών την ησπάσθη. Ησθάνετο δε πολλήν ευωδίαν θυμιαμάτων εις τον τόπον εκείνον.

Ευθύς λοιπόν βοηθούμενος από την θεομητορικήν δύναμιν, ήρχισε και έκοπτε το δάσος και καθαρίσας τον τόπον εκείνον, κατά το δυνατόν του, έκτισεν εκεί μικρόν ναόν της Θεοτόκου. Έθεσεν εις αυτόν την ρηθείσαν αγίαν Εικόνα και την επωνόμασε Μυρτιδιώτισσαν, ωσάν όπου την εύρεν εν ταίς μυρτίαις, και ούτω ο τόπος εκείνος μέχρι σήμερον λέγεται Μυρτίδια, διά την αφορμήν του παλαιού εκείνου δάσους. Έκαμε δε και αυτός μικρόν κελλίον και γενόμενος μοναχός, εκατοίκησεν εκεί, λατρεύων μετά πάσης ευλαβείας πάντοτε αυτήν την αγίαν και θαυμαστήν εικόνα.

Από ολίγον εις ολίγον εκαθάρισε το μυρτερόν εκείνο δάσος, επλάτυνεν δε η φήμη και η ευλάβεια των Χριστιανών και προσέτρεχαν συνεχώς με κολλάς ελεημοσύνας εις προσκύνησιν της ιεράς αυτής Εικόνος και πολλά θαύματα έκαμεν εις όσους προσέτρεξαν με ευλάβειαν και πίστιν τόσον όπου εξηπλώθη η δόξα της εις όλον τον κόσμον.
Αποθανόντος δε αυτού, έμεινε ύστερα κάποιος μοναχός ευλαβής, Λεόντιος ονομαζόμενος, ο οποίος ηύξησε τον αυτόν ναόν και τα κελλία και εκατάστησε Μοναστήριον.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου