ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΜΕΤΑΛΗΨΕΩΣ
Πρώτο Μέρος
(Πρεσβυτέρου Χ.Νεοφύτου)
Περιεχόμενα
Μέρος Α΄
1. Γιά τόν ἀναγνώστη
2. Η θείαΛειτουργία.
4. Η σύσταση τοῦ Μυστηρίου
5. Η ἀναγκαιότητα τοῦ Μυστηρίου
6.«Ἡ ἐπιζήμια εὐλάβεια
7. Τί ἔκαναν οἱ πρῶτοι χριστιανοί
Τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας
1.Γιά
τόν ἀναγνώστη
Ἀγαπητέ
ἀναγνώστη.
Γιά νά βοηθήσουμε στή διόρθωση καί πρόοδο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, προσθέσαμε καί ἕνα ἔλεγχο πού πρέπει νά κάνει ὁ χριστιανός, μέ βάση τίς «δέκα ἐντολές», γιά νά βλέπει πού ὑστερεῖ καί νά διορθώνει τό βίο του.
Ἡ συμμετοχή τῶν χριστιανῶν στή Θεία Λειτουργία καί στή Θεία Κοινωνία τοῦ Σώματος καί Αἵματος τοῦ Κυρίου συνεχίζεται ἀπό αὐτῶν τῶν ἀποστολικῶν χρόνων, σάν ἕνα ἐπιβεβλημένο χριστιανικό καθῆκο, γιατί ἀφ’ ἐνός εἶναι ρητή ἐντολή τοῦ Κυρίου:«τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν» καί ἀφ’ ἑτέρου κοινωνώντας δίνουμε τροφή και ζωή καί καθαρισμό στήν ψυχή μας ἀπό τίς ἁμαρτίες.«Tο αἶμα τοῦ Κυρίου καθαριεῖ ἡμᾶς ἀπό πάσης ἁμαρτίας» λέγει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης.
Ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι γιά τούς ὀρθόδοξους χριστιανούς μιά σοβαρή πράξη καἰ ἀντιμετωπίζεται με πολύ σεβασμό, ἀλλά καί φόβο, ἕνα φόβο ὅπου τούς κάνει νά ἀποφεύγουν νά κοινωνοῦν τακτικά. Αὐτό βέβαια ὀφείλεται στήν ἄγνοια τῶν πραγμάτων, στήν ἔλλειψη διαφώτισης μέ ἀποτέλεσμα νά διαστρεβλώνεται ἡ πραγματική ἀλήθεια καί ὁ σκοπός τῆς Θείας Μετάληψης.Ἀφήνεται, καί δέν ξέρω γιατί, νά κυκλοφοροῦν λανθασμένες παραδόσεις καί συνήθειες πού δέν ἔχουν σχέση μέ τό σκοπό τοῦ Μυστηρίου .
Διαπιστώνεται δυστυχῶς ὅτι ἡ ἄγνοια φτάνει καί μέχρι μερικούς ἀπό τούς Πνευματικούς καί Ἐξομολόγους τῆς Ἐκκλησίας μας, πού δέ λαμβάνουν ὑπ’ὄψιν ἤ δέν γνωρίζουν ἀκριβῶς ποιά ἀπό τά ἁμαρτήματα ἀποκόπτουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν Ἐκκλησία καί τή Θεία Κοινωνία καί ποιά ὄχι καί ἀφήνουν τούς χριστιανούς νά ἔχουν ἀόριστες ἐνοχές πολλές φορές.
Στίς σελίδες πού ἀκολουθοῦν θά φροντίσουμε νά παραθέσουμε κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας πού διαφωτίζουν καί καταρτίζουν τόν χριστιανό πάνω στό θέμα τῆς Θείας Κοινωνίας Ἔτσι λοιπόν προτρέπουμε κάθε ἐνδιαφερόμενο νά διαβάσει μέ προσοχή αὐτά, πού μέ πολλήν προσπάθεια βρήκαμε καί μεταφέρουμε ἐδῶ γιά διαφώτιση τῶν ἀναγνωστῶν τοῦ φυλλαδίου αὐτοῦ, μέ τήν εὐχή καί τήν ἐλπίδα ὄτι θά γίνει γνωστή ἡ ἀλήθεια γιά τό θέμα μας καί νά προετοιμάζονται σωστά καί νά κοινωνοῦν συχνά οἱ χριστιανοί, γιά νά μένουν πάντοτε ἑνωμένοι μέ τό Σωτήρα καί Λυτρωτή τῶν ψυχῶν μας, γιατί χωρίς Χριστό δέν ὑπάρχει σωτηρία
2. Η θεία Λειτουργία
Ἐπειδή τό Μυστήριο τῆς Θείας Κοινωνίας πραγματοποιεῖται καί ὁλοκληρώνεται μέσα στήν Θεία Λειτουργία, θά ἀναφερθοῦμε γιά λίγο στό θέμα αὐτό.
Ἐδῶ βέβαια δέ θά ἀσχοληθούμε σέ πλάτος γιά τό θέμα Θεία Λειτουργία, ἀλλά θά πούμε ἐλάχιστα πού θά βοηθήσουν στό θέμα μας πού εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία.)
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι «Τό ἔργο τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ» δηλαδή ἡ λατρεία τοῦ ἀνθρώπου πρός τό Θεό. Εἶναι ἕνα ἔργο, μιά πράξη ὅπου οἱ ἁμαρτωλοί ὀρθόδοξοι χριστιανοί συνεχίζουμε τή θυσία τοῦ Κυρίου, πού ἔγινε μιά φορά στό λόφο τοῦ Γολγοθᾶ, πρός τόν Πατέρα Θεό, γιά τήν λύτρωση, τήν ἐλευθερία τοῦ κόσμου ἀπό τήν δουλεία τοῦ Διαβόλου.
Ἡ Θεία Λειτουργία ἔχει σάν κέντρο καί πυρῆνα τή Θεία Εὐχαριστία. Μέσα στή Θεία Λειτουργία γίνονται ὅλες οἱ ἀναγκαῖες λειτουργικές πράξεις καί Μυστήρια, βάπτισμα. Χρῖσμα, γάμος, Ἱερωσύνη κ.λ.π.Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἀχώριστη ἀπό τή Θεία Εὐχαριστία. Ἐκκλησία, Θεία Λειτουργία, Θεία Εὐχαριστία ἀλληλοπεριχωροῦνται καί δέν χωρίζονται, γιατί εἶναι ἡ φανέρωση τῆς ὁλοκλήρωσης τοῦ νέου αἰῶνα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Μέσα στή Θεία Λειτουργία ὁλοκληρώνεται τό Δεῖπνο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Στό Δεῖπνο αὐτό ὁ ίδιος ὁ Χριστός προσφέρεται καί προσφέρει καί διαδίδει τό σῶμα Του τροφή στούς πιστούς, γιά νά τραφοῦν πνευματικά καί νά ζήσουν καί νά γίνουν θεοί κατά χάρη, ἀφοῦ θά ἑνωθοῦν μέ τόν κατά φύση Θεόν.
Ὁ Σέρβος ἐπίσκοπος Ἀθανάσιος Γιέβτιτς, γράφει. «Ἄς μή νομίσουμε ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι, ὅπως συνήθως γίνεται, κάτι σάν ἅγιο καί ἱερό, πού παίρνουμε μέσα μας καί τό κάνουμε ἰδιότητά μας· εἶναι ἡ φανέρωσις τοῦ ὅλου μυστηρίου μέ τό Θεό, πού προϋποθέτει καί ἐλευθερία καί ἀγώνα. Δηλαδή, δυναμική καί ζωντανή στάση τοῦ ἀνθρώπου ἐδῶ στή γῆ ὠς υἰοῦ τοῦ Θεοῦ, ὡς ἀνταξίου τῆς ἰδιαιτέρας κτίσεώς του ἀπό τό Θεό κατ’εἰκόνα Του.Ἔχει κληθεῖ ὁ ἄνθρωπος στό ἐσχατολογικό πλήρωμα τῆς ἑνώσεώς του μέ τό Θεό, ἑνώσεως ἐν κοινωνία προσώπων καί ὄχι μία ἀπρόσωπη μακαριότητα».«ΦΩΣ ΙΛΑΡΟΝ,.σελ. 39»
Ἡ Θεία Λειτουργία λοιπόν δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά μόνο ἡ ἑτοιμασία τῆς πνευματικῆς Τράπεζας στήν ὁποία θά πρέπει νά παρακαθίσουν τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας γιά νά θρέψουν καί νά ἀναζωογονήσουν τῆς ἀδύνατες καί πληγωμένες ψυχές τους πού ἡ ἁμαρτία καθημερινά πληγώνει.
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι τό ἔργο τῆς λατρείας μας πρός τό Θεό μας καί ὁ πυρήνας τοῦ ἔργου αὐτοῦ εἶναι η Θεία Εὐχαριστία, τό Μυστήριο τῶν Μυστηρίων. Σ’ αὐτό τό Μυστήριο θά πρέπει νά συμμετέχουν «πάντες» ὅσοι παρευρίσκονται καί παρακολουθοῦν σύμφωνα μέ τήν άρχαία πρακτική καί μαρτυρίες ἀξιοπίστων συγγραφέων. Ἔτσι ἡ Θεία Λειτουργία γίνεται γιά τήν Ἐκκλησία, τά μέλη τῆς ὁποίας ἀπολαμβάνουν τῶν τόσων μεγάλων δωρεῶν τοῦ Κυρίου.
3. Τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας
Ἡ Θεία Κοινωνία ἤ Θεία Εὐχαριστία, εἶναι Μυστήριο ὡς πρός τή φύση της. Εἶναι ἡ μεταβολή τῶν προσφερομένων δώρων μας, τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου, σέ πραγματικό ζωντανό σῶμα καί αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.Ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ἀντιληφθεῖ αὐτή τήν μεταβολή, λέμε ὅτι εἶναι Μυστήριο.
Ἡ Θεία Κοινωνία δέν εἶναι ἁπλᾶ ἕνα Μυστηριο ἀπό τά ἑπτά, ἀλλά εἶναι τό κατ’ ἐξοχή Μυστήριο, τό Μυστήριο τῶν Μυστηρίων. Σέ πατερικά κείμενα ἀναφέρεται σέ πληθυντικόν ἀριθμό, «τά Μυστήρια». Εῖναι τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ σαρκωθέντος Θεοῦ Λόγου, πού ἀπαλλάσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή φθορά καί τόν θάνατο καί τόν ἀνεβάζει πάνω καί ἀπό τούς Ἀγγέλους ἀκόμα.
Ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι τό φάρμακο πού θά θεραπεύσει τά τραύματα τῆς ψυχῆς καί θά δώσει κουράγιο στόν ἄνθρωπο, γιά νά μπορέσει νά βαδίσει τό δρόμο πού ὁδηγεῖ στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.Εἶναι τό φάρμακο πού κάνει ἀθάνατη τή ψυχή κάθε χριστιανοῦ, πού κοινωνᾶ ἄξια.
Ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι ὁ ἄρτος πού ἀναζωογονεῖ τήν ψυχή καί τό σῶμα.Γιατί στήν μέν ψυχή μεταδίδει αὐτόν τό Χριστό καί κάνει τή ψυχή μέτοχη τῆς θυσίας Του καί τῶν ἀγαθῶν πού πηγάζουν ἀπό τή θυσία Του. Στό δέ σῶμα χαρίζει ἁγιασμό, τό καθαγιάζει γιά νά εἶναι κατάλληλο ὄργανο τῆς ψυχῆς.
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέγει: «Εἰρήνης ἐστί μυστήριον τοῦτο καί τό κεφάλαιον τῶν ἀγαθῶν». Καί«Ὅταν δέν συμμετέχουμε στό μυστήριο αὐτό νά ἔχουμε πολλή θλίψη και πόθο καί καϋμό». «Γιατί μένομεν ἀμέτοχοι καί ἄγευστοι τοῦ ἁγιασμοῦ καί τῆς αἰώνιας ζωῆς.»
Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας λέγει: «Ὅταν αὐτῆς ἀπογευόμεθα (τῆς θείας Κοινωνίας), τότε τήν ζωήν ἔχομεν ἐν ἐαυτοῖς συνενούμενοι καί ἡμεῖς αὐτῆ» Δηλαδή ὅταν μεταλαμβάνουμε, ἔχομε μέσα μας τή ζωή, ἐπειδή ἑνωνόμαστε μέ τή ζωή .
Ἡ Θεία Κοινωνία, ἐπειδή εἶναι αὐτός ὁ σαρκωθείς Θεός Λόγος, ἔχει τή δύναμη νά μεταβάλει τούς θνητούς σέ ἀθάνατους καί νά χαρίσει ζωήν αἰώνια σ’ ὅσους συμμετέχουν σ’ αὐτή. Ἡ Θεία Κοινωνία ἤ Θεία Εὐχαριστία εἶναι ἡ συγκεφαλαίωση ὅλης τῆς θείας οἰκονομίας. Καί συνεχίζει ὁ ἴδιος ἅγιος Πατέρας : «Ἀληθής πόσις τό τίμιον αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὅλην ἐκ βάθρων ἀπορριζοῦν τή φθοράν, καί ἀναμοχλεύον τόν ἐν τῆ ἀνθρωπίνη σάρκα κατοικήσαντα θάνατον». Με ἁπλᾶ λόγια, ἡ θεία Κοινωνία εἶναι πραγματικά σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ, καί ὅταν εἰσέλθει στόν ἄνθρωπο ξεριζώνει ὁλοτελῶς τήν φθορά καί τό θάνατο πού κατοικεῖ μέσα στόν σαρκικό ἄνθρωπο. Ἀνακαινίζει τόν ἄνθρωπο ὅταν ἀγωνίζεται γιά νά πετύχει τήν ἁγιότητα. Διά τῆς Θείας Κοινωνίας ἑνώνονται τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν κεφαλή, τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ, καί μεταξύ τους, καί ἔτσι ἐπιτυγχάνεται ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.
4. Η σύσταση τοῦ Μυστηρίου.
Ἡ σύσταση τοῦ τοῦ ζωοποιοῦ τούτου μυστηρίου τῆς Θείας Κοινωνίας ἔγινε ἀπό αὐτόν τόν Κύριο. Ἱδρυτής τοῦ μυστηρίου αὐτοῦ ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ σαρκωθείς Θεός Λόγος. Οἱ τρεῖς εὐαγγελιστές, Ματθαῖος, Μᾶρκος καί Λουκᾶς, διέσωσαν καί μᾶς παρέδωσαν τόν τρόπον καί τά λόγια τῆς συστάσεως τοῦ Μυστηρίου, λέγοντας καί οἱ τρεῖς τά ἴδια περίπου λόγια.Ὁ Ματθαῖος γράφει:«Ἐσθιόντων δέ αὐτῶν λαβών ὁ Ἰησοῦς τόν ἄρτον καί εὐχαριστήσας ἔκλασε καί ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς καί εἶπε⁺Λάβετε φάγετε⁺ τοῦτο ἐστι τό σῶμα μου. Καί λαβών τό ποτήριον καί εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων˚ Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες⁺ τοῦτο γάρ ἐστι τό αἷμα μου τό τῆς καινῆς διαθήκης τό περί πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἀμαρτιῶν.»
(Μετάφραση) Ἐνῶ δέ ἔτρωγαν,ὁ Ἰησοῦς πῆρε τόν ἄρτο, καί ἀφοῦ ἔκανε εὐχαριστήρια προσευχή, τόν ἔκοψε καί τόν μοίρασε στούς μαθητάς καί εἶπε⁺ «λάβετε φάγετε⁺ αὐτό εἶναι τό σῶμα μου». Ὕστερα πῆρε τό ποτήριο,καί ἀφοῦ ἔκανε εὐχαριστήρια προσευχή, τό ἔδωσε σ’ αὐτούς λέγοντας:«Πίετε ἀπ’ αὐτό ὅλοι, διότι αὐτό εἶναι τό αἷμα μου,πού ἐπικυρώνει τή νέα διαθήκη, πού χύνεται γιά πολλούς, γιά νά συγχωρεθούν οἱ ἁμαρτίες τους..» Ματθ.26. 26-28. Μαρκ.14. 22-24. Λουκ.22. 19-20) Ὁ Λουκᾶς μᾶς ἀναφέρει καί τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου γιά συνέχιση τοῦ γεγονότος ὡς ἑξῆς: «τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν».Ὁ δέ Ἀπόστολος Παῦλος πρόσθεσε καί τά ἑξῆς:«Ὅσες φορές τρώγετε αὐτόν τόν ἄρτο, καί πίνετε αὐτό τό ποτήριο, διακηρύττετε τόν θάνατο τοῦ Κυρίου, μέχρι νά ἔλθει.» Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας συνεχίζει πιστά τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου χωρίς καμιά καινοτομία, σέ ἀντίθεση μέ τούς Παπικούς πού ἄλλαξαν τά πάντα.
Σχολιάζοντας ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, τήν πρόταση⁺ «Λαβών τό ποτήριον καί εὐχαριστήσας» γράφει:«Αὐτό σημαίνει ὅτι σέ σχῆμα προσευχῆς κάνει διάλογο μέ τό Θεό Πατέρα κάνοντας καί Αὐτόν συμμέτοχον καί κοινωνόν τῆς ζωοποιοῦ εὐλογίας πού μᾶς δόθηκε, ἀλλά ἔτσι ἔδωκε καί σέ μᾶς τύπον ὥστε πρῶτον νά εὐχαριστοῦμεν καί μετά νά προχωροῦμεν στήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου. Γι’ αὐτό καί ἐμεῖς σύμφωνα μέ τά ὅσα ἔκανε ὁ Κύριος, θέτουμεν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τά δῶρα μας καί δεόμεθα γιά ἀρκετή ὥρα νά μεταβληθοῦν σέ πνευματική εὐλογία ὥστε ὅταν μεταλάβουμε ἀπό αὐτά νά ἁγιασθοῦμε πνευματικά καί σωματικά.»
Ἐπίσης ὁ ἴδιος, κάνει μιά εὔστοχη σκέψη, στό ὑπόμνημά του, στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, καί ἀπαντᾶ στό γιατί ὁ Κύριος ἵδρυσε αὐτό τό Μυστήριο,γράφει:«ἐπειδή ἔμελλεν ὁ Χριστός μετά τήν ἀνάστασή Του νά ἀναληφθεῖ σωματικά πρός τόν Πατέρα, γιά τοῦτο μᾶς ἄφησε τό σῶμα Του καί τό αἶμα Του, γιά νά κατοικεῖ (διά τῆς Θείας Κοινωνίας) μέσα μας, τό σῶμα Του καί τό αἶμα Του, για νά μᾶς κάνει ἁγίους καί ἀθανάτους. Χωρίς τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ,πού εἶναι ἡ ζωή, ἀδύνατον νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος καί νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό θάνατο καί τήν ἁμαρτία.» Μέ τό μυστήριο αὐτό ἤταν ἕνας τρόπος νά τόν ἔχουν καί νά τόν αἰσθάνονται ἀνάμεσά τους οἱ μαθητές καί ὅσοι θά τό ἀκολουθοῦσαν μετά καί νά βοηθοῦνται στόν ἀγώνα τους τόν πνευματικό. Ἄλλωστε ἔτσι ἐκπληρωνόταν καί ἡ ὐπόσχεση πρός τούς πιστούς του⁺ «Θά εἶμαι μαζί σας ἐν ὅσω ζεῖτε στόν κόσμο αὐτό», καί σωματικά.
Ἐπειδή τό Mυστήριο αὐτό εἶναι τό κέντρο τῆς κατά Χριστό ζωῆς καί εἶναι ἀναγκαιότατο στή ζωή τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν θά ποῦμε λίγα γιά τήν ἀναγκαιότητά του στή συνέχεια
5. Η ἀναγκαιότητα τοῦ Μυστηρίου
Ἡ ἀναγκαιότητα καί σπουδαιότητα τῆς σύστασης αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου φαίνεται μέσα ἀπό τήν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Κυρίου πρός τούς μαθητές του καί πρός τούς μέλλοντας νά πιστεύσουν σ’ Αὐτόν. Θυμόμαστε στήν προσευχή Του πρός τόν Πατέρα μέ πόση ζέση παρακαλοῦσε νά φυλάξει καί νά διατηρήσει ἑνωμένους τούς μαθητές καί ὅσους θά πίστευαν σ’ Αὐτόν.
«Μόνο μέ τήν μετάληψη τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ, κατορθώνεται ἡ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό καί ἀναπλάσσεται ἡ ἀνθρώπινη φύση πού ἐξέπεσεν.»(Κύριλ.Αλεξανδρείας)
Πολύ πρίν ἀπό τήν ἵδρυση τοῦ μυστηρίου ὁ Κύριος μίλησε γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς συμμετοχῆς τῶν χριστιανῶν στήν μετάληψη τοῦ σώματος καί αἵματος Του, διά τοῦ μυστηρίου, καί κατάβαλε πολλήν προσπάθεια γιά νά ἀντιληφθοῦν οἱ ἀκροατές του τήν ἀνάγκη καί τήν ὠφέλεια πού θά ἔχουν στή συμμετοχή τοῦ μυστηρίου. Αὐτό φαίνεται μέσα ἀπό τά λόγια του τά ὀποῖα θά παρουσιάσουμε αὐτούσια καί χωρίς σχόλια στή συνέχεια.
«Εἶπον οὖν πρὸς αὐτόν· (οἱ Ἰουδαῖοι) Κύριε, πάντοτε δὸς ἡμῖν τὸν ἄρτον τοῦτον.»
35. εἶπε δὲ αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς· ὁ ἐρχόμενος πρός με οὐ μὴ πεινάσῃ, καὶ ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ διψήσει πώποτε.
41. Ἐγόγγυζον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι περὶ αὐτοῦ ὅτι εἶπεν, ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ καταβὰς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ,
48. ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς.
50. οὗτός ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνων, ἵνα τις ἐξ αὐτοῦ φάγῃ καὶ μὴ ἀποθάνῃ.
51. ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω, ἡ σάρξ μού ἐστιν, ἣν ἐγὼ δώσω ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς.
52. Ἐμάχοντο οὖν πρὸς ἀλλήλους οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντες· Πῶς δύναται οὗτος ἡμῖν δοῦναι τὴν σάρκα φαγεῖν;
53. εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς.
54. ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ.
55. ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καὶ τὸ αἷμά μου ἀληθῶς ἐστι πόσις.
56 ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ.
57. καθὼς ἀπέστειλέ με ὁ ζῶν πατὴρ κἀγὼ ζῶ διὰ τὸν πατέρα, καὶ ὁ τρώγων με κἀκεῖνος ζήσεται δι' ἐμέ.
58. οὗτός ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, οὐ καθὼς ἔφαγον οἱ πατέρες ὑμῶν καὶ ἀπέθανον· ὁ τρώγων μου τοῦτον τὸν ἄρτον ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. (Ἰωάν. στ΄κεφ.)
Αὑτό πού διαβάζουμε ἐδῶ εἶναι μιά προσπάθεια γιά νά προετοιμάσει τούς πιστούς νά συμμετέχουν στό Μυστήριο τῆς Θείας Κοινωνίας σάν ἀνακαία πράξη.
Εἶναι ἀναγκαία ἡ Θεία Κοινωνία γιά νά βοηθᾶ καί νά ἐνισχύει τόν χριστιανό στόν ἀγώνα πού κάνει γιά νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τίς ἀδυναμίες καί τά σφάλματά του καί καί νά παίρνει δύναμη γιά τόν ἀγώνα τῆς ζωῆς.
ὁ ἱερός Καβάσιλας ἐπισημαίνει:«Ἀρκετός γιά ὅλα αὐτά θά εἶναι ὁ ἄρτος πού στηρίζει ἀληθινά τήν καρδίαν τοῦ ἀνθρώπου, θά παράσχει προθυμία γιά τήν προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ἀφαιρέσει ἀπό τήν ψυχήν τήν περττήν ραθυμία⁺ ὁ ἄρτος πού ἦλθε ἀπό τόν οὐρανό, μεταφέροντάς μας τή ζωή, αὐτός πού πρέπει νά τρώγουμε καί νά ἀναζητοῦμε μέ κάθε τρόπο, ὥστε κάνοντας τό δεῖπνο αὐτό συνεχές ἔργο, νά φυλαττώμαστε ἀπό τήν πεῖνα (τήν πνευματική) .
Μέ τή συμμετοχή στή θεία Κοινωνία ὁ χριστιανός ἑνώνεται μέ τόν Χριστό καί ἀφοῦ ὁ χριστιανός ἑνωθεῖ μέ τό Χριστό τότε φεύγει ἀπό αὐτόν ὁ πνευματικός θάνατος καί ἔρχεται ἡ ἀθανασία.
Ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία γνωρίζοντας τήν ἀναγκαιότητα τῆς Θείας κοινωνίας ἀπό πολύ ἐνωρίς ἐφάρμοζε αὐτό καί περιφρούρισε τή τακτική θεία μετάληψη καί μέ Κανόνες ἀκόμα. Γιά παράδειγμα ὁ θ΄. Ἀποστολικός Κανόνας λέγει:«Πάντας τούς εἰσιόντας πιστούς, καί τῶν γραφῶν ἀκούοντας μή παραμένοτες δε τῆ προσευχῆ καί τῆ ἁγία μεταλήψει, ὡς ἀταξίαν ἐμποιοῦντας τῆ Ἐκκλησία ἀφορίζεσθαι χρή.» Δηλαδή ὅσοι πιστοί μπαίνουν στήν Ἐκκλησία, ἀκροάζονται τά ἀναγνώσματα τῶν Γραφῶν καί δέν συμμετέχουν στήν προσευχή καί στή Θεία Κοινωνία, πρέπει νά ἀποκόπτονται ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας γιατί δημιουργοῦν ἀταξία.
Εἶναι ἀναγκαῖο νά μεταλαμβάνουμε συχνά τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Κυρίου, γιατί ἔτσι γεμίζει ἡ ψυχή μας Χριστό καί δέν βρίσκει τόπο νά μπεῖ ὀ Διάβολος.«Διότι αὐτό τό αἷμα τοποθετεῖ θύρες στίς αἰσθήσεις μας καί δέν ἀφήνει νά περάσει τίποτε ἀπό ἐκεῖνα πού μποροῦν νά διαφθείρουν, μάλλον δέ ἀσφαλίζοντας τίς θύρες ἀποθεῖ τόν καταστροφέα καί καθιστά ναό Θεοῦ τήν καρδιά».(Ν. Καβάσιλας)
Καί ὁ Μέγας Βασίλειος λέει πώς:« ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι ἀναγκαία γιά νά ἀπολαύσει κάποιος τήν αἰώνια ζωή. Αὐτός πού ἀναγεννήθηκε μέ τό Βάπτισμα εἶναι ἀπαραίτητο νά τρέφεται μέ τή θεία Κοινωνία τῶν ἁγίων ἁγίων Μυστηρίων.Ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι ἔχουμε τήν ἀνάγκη νά λαμβάνουμε τήν τροφή τῆς αἰώνιας ζωῆς πού μᾶς παρέδωσε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος.» Ἀπάντώντας ὁ ἴδιος σέ μιά γυναίκα πού τόν ρώτησε, πόσο συχνά θά κοινωνᾶ,τῆς ἔγραψε τά ἑξῆς: «Εἶναι καλό καί ὠφέλιμο νά κοινωνεῖ κάποιος κάθε μέρα καί νά μεταλαμβάνει τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἒπειδή ὁ ἴδιος ὁ Κύριος λέει ὅποιος τρώγει τή σάρκα μου καί πίνει τό αἷμα μου, ἔχει ζωήν αἰώνια.» Ποιός ἀμφιβάλλει ὅτι τό νά μεταλαμβάνει κάποιος συνεχῶς τή ζωή δέν εἶναι τίποτε ἅλλο ἀπ’ τό νά ζεῖ ποικιλοτρόπως, δηλαδή νά ζεῖ μέ ὅλες του τίς ψυχικές καί σωματικές δυνάμεις καί αἰσθήσεις;»
Δυστυχῶς παρ’ ὅλη τήν ἀναγκαιότητα τῆς Θείας Κοινωνίας, εἴμαστε μάρτυρες μιᾶς μεγάλης ἀδιαφορίας πού νομίζομεν ὅτι προέρχεται ἀπό ἄγνοια, ἀλλά καί ἀπό ἀνεπαρκή κατάρτιση καί διαφώτιση τῶν χριστανῶν ἀπό τούς ἐξομολόγους.
Αὐτό συνέβαινε πάντοτε καί φαίνεται ἀπό αὐτά πού ἀκολουθοῦν.
58. οὗτός ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, οὐ καθὼς ἔφαγον οἱ πατέρες ὑμῶν καὶ ἀπέθανον· ὁ τρώγων μου τοῦτον τὸν ἄρτον ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. (Ἰωάν. στ΄κεφ.)
Αὑτό πού διαβάζουμε ἐδῶ εἶναι μιά προσπάθεια γιά νά προετοιμάσει τούς πιστούς νά συμμετέχουν στό Μυστήριο τῆς Θείας Κοινωνίας σάν ἀνακαία πράξη.
Εἶναι ἀναγκαία ἡ Θεία Κοινωνία γιά νά βοηθᾶ καί νά ἐνισχύει τόν χριστιανό στόν ἀγώνα πού κάνει γιά νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τίς ἀδυναμίες καί τά σφάλματά του καί καί νά παίρνει δύναμη γιά τόν ἀγώνα τῆς ζωῆς.
ὁ ἱερός Καβάσιλας ἐπισημαίνει:«Ἀρκετός γιά ὅλα αὐτά θά εἶναι ὁ ἄρτος πού στηρίζει ἀληθινά τήν καρδίαν τοῦ ἀνθρώπου, θά παράσχει προθυμία γιά τήν προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ἀφαιρέσει ἀπό τήν ψυχήν τήν περττήν ραθυμία⁺ ὁ ἄρτος πού ἦλθε ἀπό τόν οὐρανό, μεταφέροντάς μας τή ζωή, αὐτός πού πρέπει νά τρώγουμε καί νά ἀναζητοῦμε μέ κάθε τρόπο, ὥστε κάνοντας τό δεῖπνο αὐτό συνεχές ἔργο, νά φυλαττώμαστε ἀπό τήν πεῖνα (τήν πνευματική) .
Μέ τή συμμετοχή στή θεία Κοινωνία ὁ χριστιανός ἑνώνεται μέ τόν Χριστό καί ἀφοῦ ὁ χριστιανός ἑνωθεῖ μέ τό Χριστό τότε φεύγει ἀπό αὐτόν ὁ πνευματικός θάνατος καί ἔρχεται ἡ ἀθανασία.
Ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία γνωρίζοντας τήν ἀναγκαιότητα τῆς Θείας κοινωνίας ἀπό πολύ ἐνωρίς ἐφάρμοζε αὐτό καί περιφρούρισε τή τακτική θεία μετάληψη καί μέ Κανόνες ἀκόμα. Γιά παράδειγμα ὁ θ΄. Ἀποστολικός Κανόνας λέγει:«Πάντας τούς εἰσιόντας πιστούς, καί τῶν γραφῶν ἀκούοντας μή παραμένοτες δε τῆ προσευχῆ καί τῆ ἁγία μεταλήψει, ὡς ἀταξίαν ἐμποιοῦντας τῆ Ἐκκλησία ἀφορίζεσθαι χρή.» Δηλαδή ὅσοι πιστοί μπαίνουν στήν Ἐκκλησία, ἀκροάζονται τά ἀναγνώσματα τῶν Γραφῶν καί δέν συμμετέχουν στήν προσευχή καί στή Θεία Κοινωνία, πρέπει νά ἀποκόπτονται ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας γιατί δημιουργοῦν ἀταξία.
Εἶναι ἀναγκαῖο νά μεταλαμβάνουμε συχνά τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Κυρίου, γιατί ἔτσι γεμίζει ἡ ψυχή μας Χριστό καί δέν βρίσκει τόπο νά μπεῖ ὀ Διάβολος.«Διότι αὐτό τό αἷμα τοποθετεῖ θύρες στίς αἰσθήσεις μας καί δέν ἀφήνει νά περάσει τίποτε ἀπό ἐκεῖνα πού μποροῦν νά διαφθείρουν, μάλλον δέ ἀσφαλίζοντας τίς θύρες ἀποθεῖ τόν καταστροφέα καί καθιστά ναό Θεοῦ τήν καρδιά».(Ν. Καβάσιλας)
Καί ὁ Μέγας Βασίλειος λέει πώς:« ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι ἀναγκαία γιά νά ἀπολαύσει κάποιος τήν αἰώνια ζωή. Αὐτός πού ἀναγεννήθηκε μέ τό Βάπτισμα εἶναι ἀπαραίτητο νά τρέφεται μέ τή θεία Κοινωνία τῶν ἁγίων ἁγίων Μυστηρίων.Ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι ἔχουμε τήν ἀνάγκη νά λαμβάνουμε τήν τροφή τῆς αἰώνιας ζωῆς πού μᾶς παρέδωσε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος.» Ἀπάντώντας ὁ ἴδιος σέ μιά γυναίκα πού τόν ρώτησε, πόσο συχνά θά κοινωνᾶ,τῆς ἔγραψε τά ἑξῆς: «Εἶναι καλό καί ὠφέλιμο νά κοινωνεῖ κάποιος κάθε μέρα καί νά μεταλαμβάνει τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἒπειδή ὁ ἴδιος ὁ Κύριος λέει ὅποιος τρώγει τή σάρκα μου καί πίνει τό αἷμα μου, ἔχει ζωήν αἰώνια.» Ποιός ἀμφιβάλλει ὅτι τό νά μεταλαμβάνει κάποιος συνεχῶς τή ζωή δέν εἶναι τίποτε ἅλλο ἀπ’ τό νά ζεῖ ποικιλοτρόπως, δηλαδή νά ζεῖ μέ ὅλες του τίς ψυχικές καί σωματικές δυνάμεις καί αἰσθήσεις;»
Δυστυχῶς παρ’ ὅλη τήν ἀναγκαιότητα τῆς Θείας Κοινωνίας, εἴμαστε μάρτυρες μιᾶς μεγάλης ἀδιαφορίας πού νομίζομεν ὅτι προέρχεται ἀπό ἄγνοια, ἀλλά καί ἀπό ἀνεπαρκή κατάρτιση καί διαφώτιση τῶν χριστανῶν ἀπό τούς ἐξομολόγους.
Αὐτό συνέβαινε πάντοτε καί φαίνεται ἀπό αὐτά πού ἀκολουθοῦν.
6.«Ἡ ἐπιζήμια εὐλάβεια, ἔργο τοῦ πονηροῦ»
Ὁ τίτλος αὐτός εἶναι ἕνας ὅρος πού ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας χρησημοποίησε γιά τούς χριστιανούς ἐκείνους πού πρόβαλλαν καί προβάλλουν καί ἀκούουμεν καί σήμερα συχνά πυκνά νά προβάλλεται αὐτή ἡ δικαιολογία⁺ «Εἶμαι ἁμαρτωλός, καί ἀνάξιος πῶς νά κοινωνήσω;» Καί μέ τήν πρόφαση αὐτή στεροῦνται τῆς ζωῆς καί δέν συμμετέχουν στό μεγάλο αὐτό Δεῖπνο τοῦ Κυρίου, πού κατά τόν θεῖο Χρυσόστομο⁺ «Μένουν ἄγευστοι καί παντελῶς ἀμέτοχοι τοῦ ἁγιασμοῦ καί τῆς μακαριότητος».
Μερικοί ἀπό ἀμέλεια καί ἄλλοι ἀπό ἄγνοια, ζημιώνονται ἀφάνταστα, ἐπικαλούμενοι μιά «ἐπιζήμιον εὐλάβεια», τήν ὁποίαν χαρακτηρίζει ὁ ἅγιος, «παγίδα καί βρόχον ἔργον τοῦ πονηροῦ διαβόλου».
Στά ὑπομνήματά του, ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, στό κατά Ματθαῖον καί Ἰωάννην εὐαγγέλια, ἀναφέρεται στό θέμα μέ τά ἑξῆς:« Ναί μέν μπορεῖ κάποιος νά πεῖ», «εἶναι γραμμένον· ὥστε ὅς ἄν έσθίη τόν ἄρτον τοῦτον ἤ πίνη τό ποτήριον τοῦτο ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Κυρίου»(Α΄ Κορ.ια΄27), «Ἐγώ λοιπόν ἐξέτασα καί βρῆκα τόν ἑαυτό μου ἀνάξιο, καί δέν κοινωνῶ». Σ’ αὐτόν πού λέγει αὐτά θά ἀκούσει. «Πότε θά γίνεις ἄξιος, πότε θά σταματήσεις νά γλυστρᾶς στήν ἁμαρτία; Πότε θά παραστήσεις τόν ἑαυτό σου καθαρό ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ ὅταν συνεχῶς φοβᾶσαι ὅτι θά πέσεις; Θά πρέπει νά γνωρίζεις ὅτι ποτέ δέ θά σταματήσεις νά γλυστρᾶς καί νά πέφτεις σέ κάτι, ἑπομένως δέν ἔχεις δίκαιο.»Συνεχίζοντας στό ἴδιο θέμα ὡς ἑξῆς: «Δέ θά μποροῦσε κάποιος νά ἔχει τελείως καθαρήν τήν ψυχήν του ἔστω κι’ ἄν εἶναι ἀπό τούς πιό προσεκτικούς καί ἐργατικούς στήν πνευματική ζωή, ἀφοῦ εἶναι γραμμένο:«Ποιός μπορεῖ νά καυχηθεῖ ὅτι ἔχει ἁγνήν τήν ψυχή του; ὅταν αὐτός πού φταίει καί στό πιό μικρό εἶναι ἔνοχος καί παραβάτης ὅλων»; Κανένας λοιπόν δέ μπορεῖ νά ἀποφύγει τήν ἁμαρτία ὅσο προσεκτικός καί ἄγρυπνος ἄν εἶναι, γιατί ὑπάρχει καί ἡ κατά νοῦν ἁμαρτία, καί ποιός μπορεῖ εὔκολα νά τήν ἀποφύγει; Ἡ ἀναμαρτησία μόνο στό Θεό ἀνήκει. Αὐτή εἶναι ἡ φύση μας, καί ἄν θέλαμε μόνοι μας νά σωθοῦμε δέ θά μποροῦσαμε, ἄν δέν μᾶς ἔσωζε ἡ ἀγάπη καί εὐσπλαχνία τοῦ Κυρίου.
Καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στήν ὁμιλία του «στά Σεραφείμ» ἀπευθυνόμενος στούς ἀκροατές του λέγει:«Γνωρίζω ὅτι ὅλοι μας βρισκόμαστε κάτω ἀπό ἐπιτίμια, ( γιά τίς ἁμαρτίες μας) καί κανένας δέν μπορεῖ νά καυχηθεῖ ὅτι ἔχει ἀγνήν ψυχή, ἀλλά αὐτό δέν εἶναι τό τρομερό, ὅτι δέν ἔχομεν καθαρή ψυχή⁺ Τό τρομερό εἶναι ὅτι ἐνῶ γνωρίζομεν ὅτι δέν ἔχομεν καθαρή ψυχή, δέν πηγαίνομεν σ’ Ἐκεῖνον πού δύναται νά καθαρίσει τήν ψυχή μας.»
Ὁ δέ Νικόλαος Καβάσιλας συστήνει:
«Δέν πρέπει νά ἀπέχουμεν ἀπό τήν τράπεζα περισσότερο ἀπ’ ὅσο χρειάζεται μέ τή δικαιολογία ὅτι δέν εἴμαστε καθόλου προετοιμασμένοι γιά τά μυστήρια, μέ ἀποτέλεσμα νά καθιστοῦμε τήν ψυχή ἀσθενέστερη καί χειρότερη ἀπό κάθε πλευρά... Καί νά μήν ἀποφεύγουν τό θεραπευτή προφαζιζόμενοι τήν ἀσθένεια, γιά τήν ὁποία ἔπρεπε νά τόν ἀναζητοῦν»
Νομίζω ὅτι χρειάζεται περισσότερη διευκρίνιση γιά νά ἀντιληφθοῦν οἱ χριστιανοί ὅτι ὅσο καί νά προσπαθήσουν μόνοι τους δέ θά καταφέρουν νά ἀπαλλαχθοῦν ἀπό τήν ἁμαρτία, γιατί κανένας γεννημένος ἀπό γυναίκα δέν μπόρεσε μόνος του νά γίνει ἀναμάρτητος. Ἄν μποροῦσε νά ἐλευθρωθεῖ μόνος του ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν ἁμαρτία, δέ θά ἐρχόταν καί νά σαρκωθεῖ ὁ Θεός γιά νά τόν καθαρίσει.
Θά μεταφέρω ἐδῶ ἕνα κείμενο, ἀπό τήν ἑρμηνεία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, στήν πρώτην ἐπιστολή τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, στό στίχο 7 ὡς 8, τοῦ πρώτου κεφαλαίου, γιά περισσότερη κατανόηση. Γιατί πρέπει νά μάθει ὁ χριστιανός ὅτι ἄν δέν προσέλθει στή Θεία Μετάληψη δέ μπορεῖ νά καθαρισθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία.
Λέγει λοιπόν ὁ ἅγιος Νικόδημος: «Ἀλλ' ἐδῶ ἤθελεν ἀπορήση τινάς. Πῶς ὁ Εὐαγγελιστής οὗτος 'Ἰωάννης λέγει ὅτι τούς περιπατοῦντας ἐν τῷ φωτί χριστιανούς, τό αἷμα τοῦ Ἰησοῦ καθαρίζει ἀπό κάθε ἁμαρτίαν;
Ὁ γάρ ἐν τῷ φωτί περιπατῶν δέν ἁμαρτάνει.'Ἐάν γάρ ἁμαρτάνη, δέν περιπατεῖ πλέον εἰς τό φῶς; ἀλλά εἰς τό σκότος, καθώς εἶπεν ἀνωτέρω. (δημιουργῆται ἐδῶ μιά ἀπορία⁺ ὅταν λέγει ὅτι τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ καθαρίζει αὐτούς πού περπατοῦν μέσα στό φῶς, ἀλλά αὐτοί πού περπατοῦν μέσα στο φῶς δέν ἀμαρτάνουν. Γιατί τό εἶπεν αὐτό ὁ εὐαγγελιστής;) Ἡ λύσις τῆς ἀπορίας εἶναι, κατά τόν ἱερόν Μητροφάνη, ὅτι εἶπε τοῦτο ὁ θεολόγος, ἀποβλέποντας εἰς τήν ἀσθένειαν τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καί γνώμης, ἀπό τήν ὁποίαν ἡμεῖς νικώμενοι, θέλοντες καί μή θέλοντες ἁμαρτάνομεν. 'Ἐπειδή μέ τό νά ἔχωμεν τρεπτήν φύσιν, ἀκολούθως τῆ τρεπτότητι ταύτη, μεταβαλλόμεθα ἀπό τά καλά εἰς τά κακά, κάν ἀπό κακά πάλιν ἐπιστρέφωμεν εἰς τά καλά. Διατί δέν εἰμεθα δυνατοί νά μένωμέν πάντοτε εἰς τήν αὐτήν κατάστασιν, ἀλλά, ἡ πρός ἄτοπον πράξιν πίπτομεν ἡ πρός ἀπαίσιον λόγον. Εἰ δέ καί ἀπό τά δύο ταῦτα φυλαχθῶμεν, ὅμως ἀπό τάς προσβολᾶς καί συνδυασμούς τῶν πονηρῶν καί αἰσχρῶν λογισμῶν, δέν ἠμποροῦμεν τελείως νά μείνωμεν ἐλεύθεροι, Καί διά ταῦτα πάντα ἀναμαρτησίαν νά κατορθώσωμεν εἰς τήν ζωήν μας δέν δυνάμεθα, μέ τό νά πολεμούμεθα πάντοτε ἀπό τά πάθη καί ἀπό τόν ἐχθρόν μας διάβολον. Καί ὁποῖος εἰπῆ πώς εἶναι ἀναμάρτητος, αὐτός ψεύδεται καί ἀπατᾶ τόν ἑαυτόν του, διατί ὁ τοιοῦτος εἶναι πιασμένος ἀπό τήν ὑπερηφάνειαν καί μάτην καυχᾶται μεγαλορρημονῶν, ἐπειδή ὁ Κύριος εἶπεν, ὅτι ὅταν κάμωμεν ὅλας τάς ἐντολάς, νά λέγωμεν ὅτι «δοῦλοι ἀχρεῖοι ἐσμέν ὅτι ὅ ὠφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν» (Λούκ. 17,10).
"Ὀσω γάρ γίνεταί τινας φωτεινότερος μέ τά τοῦ φωτός ἔργα του, καί ὅσον πλησιάζει πρός τό ἀληθινόν καί πρῶτον φῶς τόν Θεόν, τόσον περισσότερον αἰσθάνεται καί γνωρίζει τάς ἁμαρτίας του τάς ὁποίας δέν ἔβλεπε πρότερον.
Ἐπειδή λοιπόν κανένας, ὅσον καί ἄν εἶναι ἅγιος καί ὅσον καί ἄν περιπατῆ εἰς τό φῶς τῶν ἐντολῶν καί τῆς αρετῆς, δέν εἶναι τρόπος νά φυλαχθῆ ἀναμάρτητος ἐν τῆ παρούση ζωῆ, ἀλλά πίπτει εἰς κάποια τινά συγγνωστά ἁμαρτήματα καθ' ὁ ἄνθρωπος. Διά τοῦτο λέγει ἐδῶ ὁ θεολόγος, ὅτι τό αἷμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ὁπού ἐχύθη διά τήν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων, αὐτό καθαρίζει ἡμᾶς ἀπό κάθε ἁμαρτίαν, ὅταν καί ἡμεῖς ἐξομολογηθῶμεν αὐτήν καί μετανοήσωμεν. Ἀλλά καί ὅταν μεταλαμβάνωμεν τό πανάγιον αἷμα τοῦ Χριστοῦ μετά φόβου καί συντετριμμένης καρδίας, πιστεύομεν ὅτι αὐτό μας γίνεται εἰς ἄφεσιν τῶν τοιούτων συγγνωστῶν ἁμαρτημάτων, ὁπού ἐπράξαμεν ἑκουσίως ἤ ἀκουσίως, ἐν γνώσει ἤ ἐν αγνοία κατά τινά περίστασιν καί ἀνθρώπινην ἀσθένειαν".
Δέν εἶναι ὅλα τά ἁμαρτήματα θανάσιμα.Ὑπάρχουν ἁμαρτήματα πού δέν μᾶς χωρίζουν ἀπό τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία, ἁμαρτήματα ὅμως τά ὁποῖα μᾶς ἀκολουθοῦν κατά πόδας. Αὐτά τά ἁμαρτήματα πού δέν ἐμποδίζουν ἀπό τή Θεία Κοινωνία, εἶναι τά λεγόμενα συγνωστά ἁμαρτήματα, τά ὁποῖα εὔκολα ἀπαλείφονται· αὐτό βεβαιώνει καί ὀ Ἰωάννης στήν ἐπιστολή του.(Α΄. Ἰωάν. 4, 16)
Ὁ ἅγιος Ἀναστάσιος Ἀντιοχείας λέγει: «Οὐκοϋν, εἰ μέν μικρά τινά καί ἀνθρώπινα καί συγχώρητα πταίομεν, οἶον διά γλώσσης, δι' ἀκοῆς δι' ὀφθαλμῶν κλεπτόμενοι, κενοδοξίας, λύπης, θυμοῦ, ἤ τινός τῶν τοιούτων, καταμεμφόμενοι ἑαυτούς καί ἐξομολογούμενοι τῷ Θεῶ, οὕτω τῶν ἁγίων μυστηρίων μετέχομεν, πιστεύοντες ὅτι εἰς κάθαρσιν τῶν τοιούτων, ἡ μετάληψις τῶν θείων μυστηρίων γίνεται».
Λοιπόν, ἄν σφάλλουμε γιά κάποια μικρά καί ἀνθρώπινα πού εὔκολα συγχωροῦνται, ὅπως μέ τή γλῶσσα, τήν ἀκοή, καί μέ τά μάτια πού κλέπτουν καί μᾶς ὁδηγοῦν στήν κενοδοξία, τή λύπη,τό θυμό, ἤ καί κάποια ἀπ’ ὅλα αὐτά, ὅταν αὐτοκατηγορούμεθα καί ἐξομολογούμαστε στό Θεό καί συμμετέχουμε τῶν ἁγίων μυστηρίων πιστεύουμε στήν κάθαρσιν ὅλων αὐτῶν μέ τή μετάληψη τῶν θείων μυστηρίων.
Καί ὁ σοφός Νικόλαος Καβάσιλας, ὁ ἑρμηνευτής τῆς Θείας Λειτουργίας, σχολιάζοντας τήν ἐκφώνηση τοῦ λειτουργοῦ ἱερέα,«Τά ἅγια τοῖς ἁγίοις», γράφει: «...Σάν νά λέγει, (ὁ ἱερέας) ἰδού ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς πού βλέπετε. Λοιπόν τρέξατε νά μεταλάβετε, ἀλλά ὄχι ὅλοι, μόνον ὅσοι εἶναι ἅγιοι. Διότι τά ἅγια στέλλονται μόνο στούς ἁγίους. Ἁγίους δε, λέγει ἐδῶ τούς τελείους στήν ἀρετή, ἀλλά καί ἐκείνους πού βιάζονται νά φθάσουν καί δέν ἔφθασαν ἀκόμη. Διότι καί αὐτοί πού ἀγωνίζονται γιά τήν τελειότητα δέν ἐμποδίζονται νά μετέχουν τῶν μυστηρίων καί ἁγιάζονται καί εἶναι ἀπ’ αὐτή τήν ἄποψη ἅγιοι ὅπως καί ἡ Ἐκκλησία λέγεται ἁγία» Ὁ ἴδιος πάλιν ἐρωτᾶ:«Τί λοιπόν; Κάθε ἁμαρτία νεκρώνει τόν ἄνθρωπο; Καί ἀπαντᾶ «Καθόλου, ἀλλά μόνον ἡ θανάσιμη ἁμαρτία, (χωρίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν Ἐκκλησία), γι’ αὐτό καί λέγεται πρός θάνατο.»
«Γι’ αὐτό καί οἰ βαπτισμένοι, ἐάν δέν ἔχουν πέσει σέ θανάσιμη ἁμαρτία, ὥστε νά χωρισθοῦν ἀπό τόν Χριστό καί νά ὑποστοῦν θάνατο, δέν ἐμποδίζονται νά κοινωνοῦν τά ἄχραντα μυστήρια καί νά μετέχουν τοῦ ἁγιασμοῦ μέ τήν πράξη καί τά λόγια σάν ζωντανά ἀκόμη μέλη καί ἑνωμένα μέ τήν κεφαλή.»
Ἐκεῖνο πού χωρίζει τόν χριστιανό ἀπό τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία εἶναι οἱ ἁμαρτίες, ὅπως λέγει ὁ προφήτης Ἠσαΐας. Ὁ μοναδικός καί συνεχής ἁγώνας κάθε ἀνθρώπου πού ποθεῖ τήν ἕνωσή του μέ τόν Χριστό, εἶναι κατά τῆς ἁμαρτίας.
Μέ ὅλα αὐτά πού γράφτηκαν έδῶ, μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι⁺
α) Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος στόν κόσμο αὐτό, πού μπορεῖ νά ἀποφύγει τελείως τήν ἁμαρτία, γιατί δέν ἔχει φύση σταθερή, ἀλλά μεταβαλλόμενη καί σέ κάποια στιγμή ὅσο προσεκτικός κι’ ἄν εἶναι κάπου θά πέσει.
β)Δέν χωρίζουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τό Θεό καί τήν Ἐκκλησία, ὅλα τά ἁμαρτήματα παρά μόνον τά Θανάσιμα
γ)Ἄν δέν κοινωνήσει ὁ χριστιανός τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου δέν μπορεῖ νά ζεῖ πνευματικά, γιατί στερεῖται τῆς ζωῆς.
δ) Θά πρέπει νά ἀφήσουμε κατά μέρος τήν πρόφαση «εἶμαι ἁμαρτωλός», ἀλλά κάθε φορά πού ἁμαρτάνουμε νά τρέχουμε στόν ἐξομολογητήρι νά καθαριζόμαστε καί νά συμμετέχουμεν συχνά στή Θεία Κοινωνία, γιατί «τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ θά μᾶς καθαρίζει ἀπό κάθε ἁμαρτία».
Ὅταν ὅμως ἀπό ἄγνοια ἤ ἀμέλεια, προφασιζόμαστε ὅτι εἴμαστε ἁμαρτωλοί καί ἀποφεύγουμεν τή Θεία Κοινωνία, τότε ἀπομακρύνουμεν τόν ἑαυτό μας ἀπό τήν αἰώνια ζωή καί στερούμαστε τῆς πνευματικῆς ἀναγέννησης.
Ὁ Κύριος σίγουρα βλέπει τίς πιό πάνω ἀδυναμίες μας καί μᾶς συγχωρεῖ. Χρειάζεται ὅμως καί ἀπό τόν ἄνθρωπο νά τίς ἀναγνώριζει καί νά προσπαθεῖ ὅσο μπορεῖ νά τίς περιορίζει μέ ἕνα συνεχή ἀγώνα ἐναντίον ὅλων τῶν ἀδυναμιῶν του καί νά φροντίζει νά ζεῖ πάντοτε βίον καθαρό καί ἀκατηγόρητο συνοδευόμενον μέ ἔργα ἀγάπης καί δικαιοσύνης.
7.Τι ἔκαναν οἱ πρῶτοι χριστιανοί
Ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱστορίας τῆς Ἐκκλησίας, οἱ χριστιανοί μαζεύονταν κάθε Κυριακή σέ κάποιο μέρος καί τελοῦσαν τή θεία Εὐχαριστία καί μεταλάμβανα τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁ Ἴδιος ἤθελε καί διέταξε.
Σύμφωνα μέ τίς μαρτυρίες τῆς Καινῆς Διαθήκης και τῆς ἱερᾶς Παράδοσης, ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία στίς συνάξεις τῶν πιστῶν της εἶχε σάν κεντρικό σημεῖο τήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου. Προεστός τῶν πρώτων συνάξεων ἦταν ἕνας Ἀποστολος, εἰς τόπον Χριστοῦ. Ἀργότερα οἱ Ἀπόστολοι χειροτόνησαν ἐπισκόπους καί ἱερεῖς. Ὅπου ὑπῆρχεν ἐπίσκοπος προΐστατο αὐτός⁺ ἄν δέν ὑπῆρχε, ὁ ἱερέας.
Στίς Ἀποστολικές Διαταγές, ἕνα ἀρχαῖο κείμενο διαβάζουμε: «Καί ὁ μέν Ἐπίσκοπος νά δίδει τήν προσφορά λέγοντας Σῶμα Χριστοῦ ἐνῶ ἐκεῖνος πού τήν δέχεται νά λέει: Ἀμήν. Ὁ διάκονος πάλιν κρατεῖ τό ποτήριο καί δίνοντας νά λέει: Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποτήριο ζωῆς. Καί ἐκεῖνος πού πίνει νά λέει:Ἀμήν. Νά λέγεται ἐπίσης ὁ 33 ψαλμός ὅταν μεταλαμβάνουν ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι. Καί ὅταν μεταλάβουν ὅλοι καί ὅλες, οἱ Διάκονοι ἀφοῦ πάρουν ὅ,τι περίσευσαν, νά τά μεταφέρουν στά παστοφόρια. Καί ὅταν παύσει ὁ ψάλτης νά λέει,ἀφοῦ μεταλάβαμε τό πολύτιμο σῶμα καί αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἄς εὐχαριστήσουμεν αὐτόν πού μᾶς ἀξίωσε νά μεταλάβουμε τά ἅγια μυστήριά του καί ἄς παρακαλέσουμε νά μήν ἀποβοῦν σέ καταδίκη μας, ἀλλά πρός σωτηρία μας, πρός ὠφέλεια τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, πρός διατήρηση τῆς πίστεως πρός ἄφεση ἁμαρτιῶν, πρός ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.»
Ἔτσι φαίνεται ὅτι ὁ κυριώτερος σκοπός πού ἡ Ἐκκλησία συνάγεται μέσα στό ναό εἶναι ἡ τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας μέ κεντρικό σημεῖο τή Θεία Εὐχαριστία γιά νά συμμετέχουν οἱ πιστοί, νά ἑνωθοῦν μέ τόν Κύριο καί νά γίνουν χριστοφόροι καί θεοφόροι. Ἡ πληροφορία τοῦ Ἰουστίνου τοῦ φιλοσόφου καί μάρτυρος, στά μέσα τοῦ δεύτερου αἰώνα, βεβαιώνει ὅτι ὅσοι μαζεύονταν στή τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας κοινωνοῦσαν ὅλοι. Ἰδού τί γράφει στόν αὐτοκράτορα Ἀντωνῖνο τόν Εὐσεβῆ (138-161 μΧ.)· «...προσφέρεται ἄρτος καί οἶνος καί μετά ὅλοι μεταλαμβάνουν ἀπό τά καθηγιασθέντα καί εὐχαριστοῦν τό Θεό.» (1η Ἀπολογία).
Ἐπαναλαμβάνουμεν ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία γίνεται γιά τήν Ἐκκλησία καί ὅτι ὁ κύριος σκοπός τῆς Θείας Λειτουργίας εἶναι ἡ συμμετοχή τοῦ κάθε πιστοῦ στήν Τράπεζα τοῦ Κυρίου. Καί εἶναι ἐπιβαλλόμενη ἡ μετάληψη τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Κυρίου.
Καί τότε ὅπως καί σήμερα συνέβαιναν πολλά ἄτοπα, παρ’ ὄλο πού εἶχαν ἕνα Χρυσόστομο πού καθημερινά τούς κατηχοῦσε, τούς συμβούλευε καί πολλές φορές τούς ἐπιτιμοῦσε ἀλλά δέν ἔλειπαν καί τά λυπηρά.
Σέ μιά ὁμιλία του φαίνεται ἡ ἀπαγοήτευσή του, γιατί πολλοί δέν συμμετέχαν στή Θεία Κοινωνία. Εἶναι ἀνάγκη νά παρουσιάσουμε τά κείμενα αὐτά γιατί ἐνδιαφέρουν πολύ καί τήν δική μας γενιά.
Γι’ αὐτούς πού παρακολουθοῦν τή Θεία Λειτουργία καί δέν κοινωνοῦσαν, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔλεγε: «Ὤ τί συνήθεια, ὤ τί πρόληψις! Εἰς μάτην γίνεται θυσία καθημερινῶς, εἰς μάτην παριστάμεθα εἰς τό θυσιαστήριον, διότι κανείς δέν μετέχει.»Καί συνεχίζει ὁ ἅγιος πατέρας: «Λέγω αὐτά, ὄχι νά μετέχετε ὄπως τύχη, ἀλλά διά νά προετοιμάζετε τούς ἑαυτούς σας, ὥστε νά γίνεσθε ἄξιοι. Δέν εἶσαι ἄξιος τῆς θυσίας, οὔτε τῆς μεταλήψεως; Λοιπόν δέν εἶσαι ἄξιος οὔτε εἰς τάς εὐχάς τῆς μεταλήψεως νά παρίστασαι. Ἀκοῦς τόν ἱερέα νά ἵσταται καί νά λέγει, ὅσοι εὑρίσκεσθε εἰς μετάνοιαν, προσευχηθῆτε ὅλοι. Ὅσοι δέν μετέχουν, (στή Θεία Κοινωνία) εὑρίσκονται εἰς μετάνοιαν.(ὅπως τότε οἱ Κατηχούμενοι, καί ὅσοι βρίσκονταν σέ ἐπιτίμια.)Ἐάν ἀνήκεις εἰς τούς μετανοοῦντας, δέν πρέπει νά μετάσχης στή θεία Μετάληψιν· διότι ὅποιος δέν μετέχει, ἀνήκει εἰς τούς μετανοοῦντας. Διατί, ἐνῶ λέγει νά ἀπέλθετε ὅσοι δέν ἠμπορεῖτε νά προσφέρετε δέησιν, σύ ἵστασαι μέ θρασύτητα; Δέν εἶσαι ὅμως ἀπό τούς μετανοοῡντας, ἀλλά δύνασαι νά μετάσχης, καί δέν φροντίζεις καθόλου, θεωρεῖς τό πρᾶγμα ὡς ἀσήμαντο; Πρόσεχε σέ παρακαλῶ∙ ἑτοιμάζεται τράπεζα βασιλική, ὑπηρετοῦν εἰς τήν τράπεζαν ἄγγελοι, παρευρίσκεται αὐτός ὁ ἴδιος ὁ βασιλεύς, καί σύ ἵστασαι καί χασμουριέσαι... ἔρχεται (ὁ Κύριος) κάθε φορά διά νά ἴδη ὅσους μετέχουν, συνομιλεῖ μέ ὅλους∙ καί τώρα εἰς τήν συνείδησιν θά εἴπη, φίλοι, πῶς εὑρέθητε ἐδῶ, ἀφοῦ δέν ἔχετε ἔνδυμα γάμου; Δέν εἶπε, διατί ἐκάθησες εἰς τήν τράπεζαν; ἀλλά πρίν καθίση, λέγει εἰς αὐτόν ὅτι εἶναι ἀνάξιος καί νά εἰσέλθῃ ἀκόμη. Διότι δέν εἶπε, διατί ἐκάθησες, ἀλλά, διατί εἰσῆλθες; (Δές τήν παραβολή τῶν βασιλικῶν γάμων. Ματθ. Κβ΄2-14) Αὐτά καί τώρα λέγει πρός ὅλους ἐμᾶς, οἱ ὁποῖοι μέ ἀναισχυντίαν καί μέ θράσος ἱστάμεθα ἐδῶ. Διότι ὅποιος δέν μετέχει εἰς τά μυστήρια, εἶναι ἀναίσχυντος καί θρασύς ὅταν ἵσταται εἰς τό ναόν. Διά τοῦτο ἐκβάλλονται ἀπό τό ναόν ὅσοι εὑρίσκονται εἰς κατάστασιν ἁμαρτωλότητος.. (οἱ kατηχούμενοι) Εἰπέ μου, ἐάν κάποιος προσκεκλημένος εἰ τήν τράπεζαν, ἀφοῦ νίψη τάς χεῖρας καί καθίσῃ καί ἑτοιμασθῇ διά τό φαγητό, ὕστερον ὅμως δέν μετέχει, δέν προσβάλλει ἐκεῖνον ὀ ὀποῖος τόν ἐκάλεσε; Δέν ἦτο καλύτερον αὐτός νά μή ἔλθῃ; Ἔτσι λοιπόν καί σύ ἦλθες, ἔψαλλες τόν ὔμνο μαζί μέ ὅλους, ὡμολόγησες ὅτι εἶσαι ἄξιος καθ’ ὅσον δέν ἔφυγες μαζί μέ τούς ἀναξίους∙ πῶς ἔμεινες καί δέν μετέχεις εἰς τήν τράπεζαν;...»
Συνεχίζοντας προτρέπει ὅσους δέν θά μεταλάβουν νά μήν μείνουν στήν τέλεση τοῦ μυστηρίου∙ «ὅταν ὅμως παρευρίσκεσαι (στό ναό) κατά τήν ὥρα τοῦ μυστηρίου, φύγε ἔξω∙ διότι δέν ἐπιτρέπεται εἰς σέ νά παραμένης περισσότερον ἀπ’ ὅσον ἕνας κατηχούμενος.»Συνεχίζει μέ συμβουλές καί προτροπές καί λέγει:«...Διά νά μήν κάνω λοιπόν μεγαλυτέραν τήν ἁμαρτίαν σας, σᾶς παρακαλῶ, ὄχι νά μήν ἔρχεσθε, ἀλλά νά καταστήσετε τούς ἑαυτούς σας ἀξίους καί τῆς παρουσίας σας εἰς τό ναόν καί τῆς συμμετοχῆς σας εἰς τήν θεία μετάληψιν». (Πατερικαί Ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Τόμος 20, σελ. 485 και ἑξῆς)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου