Κυριακή 4 Ιουνίου 2017

Βασική Δογματική Διδασκαλία Τού Πρωτοπρ. Αντωνίου Γ. Αλεβιζόπουλου Δρ. Θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας



1. Ο άλλος Παράκλητος

Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ολίγον προ του σεπτού πάθους Του, υπεσχέθη εις τους μαθητάς Του:

«Και εγώ θα παρακαλέσω τον Πατέρα και θα σάς δώση άλλον Παράκλητον, δια να μείνη μαζί σας αιωνίως, το Πνεύμα, δηλαδή, της αληθείας, το οποίον ο κόσμος δεν είναι εις θέσιν να το λάβη, διότι δεν το βλέπει ούτε το γνωρίζει. Σεις όμως το γνωρίζετε, διότι μένει πλησίον σας και θα είναι μέσα σας» (Ιωάννης 14,16-17).

«Ο Παράκλητος, το Πνεύμα το άγιον, το οποίον θα στείλη ο Πατήρ εις το όνομα μου, Εκείνος θα σάς διδάξη όλα και θα σάς υπενθύμιση όλα όσα σάς είπον» (Ιωάννης 14,26). «Όταν δε έλθη ο Παράκλητος, ον εγώ πέμψω υμίν παρά του Πατρός, το Πνεύμα της αληθείας ο παρά του Πατρός εκπορεύεται, Εκείνος μαρτυρήσει περί εμού» (Ιωάννης 15,26).

«Εάν δε πορευθώ, πέμψω Αυτόν προς υμάς. Και όταν έλθη Εκείνος θα ελέγξη τον κόσμον αναφορικώς προς την αμαρτίαν και την δικαιοσύνην και την κρίσιν και όσον αφορά μεν εις την αμαρτίαν, διότι δεν πιστεύουν εις εμέ… Έχω πολλά ακόμη να σάς είπω, αλλά δεν ημπορείτε να τα βαστάσετε ακόμη. Αλλ’ όταν έλθη Εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, θα σάς οδηγήση εις όλην την αλήθειαν, διότι δεν θα ομιλήση από τον εαυτόν του, αλλά θα είπη όσα έχει ακούσει και θα σάς αναγγείλη εκείνα τα οποία μέλλουν να συμβούν. Εκείνος, εμέ θα δοξάση, διότι θα πάρη από ό,τι είναι ιδικόν μου και θα σας το αναγγείλη» (Ιωάννης 16,7-14).

Όλα αυτά τα χωρία της Αγίας Γραφής φανερώνουν σαφώς την προσωπικότητα του Αγίου Πνεύματος.

Τούτο πρέπει να το υπογραμμίσωμεν, διότι υπάρχουν αιρετικοί άνθρωποι, οι οποίοι αρνούνται ότι το Πνεύμα το άγιον αποτελεί ιδιαίτερον πρόσωπον.

Ο Κύριος, αναφερόμενος εις το πρόσωπον του Αγίου Πνεύματος, λέγει, «Εκείνος» (Ιωάννης 14,26. 15,26. 16,13), και ομιλεί δι’ «άλλον Παράκλητον» (Ιωάννης 14,16), δηλαδή δι’ ιδιαίτερον πρόσωπον, το οποίον διακρίνεται σαφώς από τον Πατέρα και από τον Υιόν (Ιωάννης 14,26). Αυτόν τον Παράκλητον βλέπει ο Χριστός εις τον Ιορδάνην να κατέρχεται εις αυτόν «ωσεί περιστεράν» (Ματθαίος 3,16).



2. Το άγιον Πνεύμα, τρίτον Πρόσωπον της Αγίας Τριάδος

«Κάνεις δεν ημπορεί να είπη Κύριον τον Ιησούν παρά εν Πνεύματι Αγίω. Υπάρχουν, βεβαίως, ποικιλίαι χαρισμάτων, αλλά το Πνεύμα είναι το ίδιον, υπάρχουν και ποικιλίαι διακονιών, αλλ’ ο Κύριος είναι ο ίδιος, και διάφορα είδη ενεργειών υπάρχουν, αλλ’ ο Θεός είναι ο ίδιος ο οποίος ενεργεί όλα εις όλους. Εις τον καθένα δίδεται η φανέρωσις του Πνεύματος δια κάποιον σκοπόν» (Α' Κορινθίους 12,3-7).

Το τρίτον Πρόσωπον της Αγίας Τριάδος χαρακτηρίζεται εις το Σύμβολον της Πίστεως ως «το άγιον, το Κύριον, το ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λάλησαν δια των Προφητών».

Όλα αυτά δηλώνουν την πίστιν της Εκκλησίας μας εις την θεότητα του Αγίου Πνεύματος.

Η Αγία Γραφή, εις όλα τα χωρία τα οποία αναφέραμεν περί του Τριαδικού Θεού βεβαιώνει την θεότητα του Τρίτου Προσώπου της Αγίας Τριάδος.

Όμως μερικοί κακόδοξοι άνθρωποι, υποστηρίζουν ότι το Πνεύμα το άγιον δεν είναι Θεός, αλλά «ενέργεια» του Πατρός ή και του Υιού.

Τούτο δεν είναι δυνατόν, διότι ο Κύριος το χαρακτηρίζει, καθώς είδομεν, ως «άλλον Παράκλητον» (Ιωάννης 14,16), τον οποίον «πέμπει ο Πατήρ» εις το όνομα του Χριστού (Ιωάννης 14,26).

Ακόμη, ο Κύριος διέκρινε το Πνεύμα το άγιον από το πρόσωπον του Υιού όταν έλεγε:

«Όποιος είπη λόγον εναντίον του Υιού του ανθρώπου, θα συγχωρηθή, αλλ’ εκείνος ο οποίος θα βλασφημήση κατά του Αγίου Πνεύματος, δεν θα συγχωρηθή» (Λουκάς 12,10. Παράβαλλε Και Εβραίους 10,29).

Το άγιον Πνεύμα δεν δύναται να είναι απλή «ενέργεια» του Πατρός. Διότι, τότε, πως το χαρακτηρίζει ο Απόστολος ως «Πνεύμα του Υιού», το οποίον ο Θεός στέλλει εις τας καρδίας μας και κράζει «Αββά ο Πατήρ»; (Γαλ. 4,6. Παράβαλλε Και Α' Πέτρ. 1,11). Πώς, τότε, λέγει ο Κύριος ότι αποστέλλεται «εις το όνομα αυτού» (Ιωάννης 14,26) και ότι θα πάρη από ό,τι είναι του Υιού και θα το αναγγείλη; (Ιωάννης 16,14).



3. Άλλαι μαρτυρίαι της Αγίας Γραφής

«Τότε εστάλη προς εμέ ένα από τα Σεραφίμ· και είχεν εις το χέρι του αναμμένον άνθρακα, τον οποίον είχε λάβει με την λαβίδα από το θυσιαστήριον. Ήγγισε το στόμα μου και είπεν:

Ιδού, αυτό ήγγισε τα χείλη σου και θα αφαίρεση τας ανομίας σου και θα καθαρίση τας αμαρτίας σου.

Και ήκουσα τότε την φωνήν του Κυρίου, λέγουσαν:

Ποίον θα Αποστείλω; Ποιος θα πορευθή προς τον λαόν αυτόν;

Και εγώ είπον.

Ιδού εγώ ειμί* απόστειλόν με, ιδού, είμαι πρόθυμος να πορευθώ, στείλε με, Κύριε!

Και είπεν:

Πήγαινε εις τον λαόν τούτον και είπε:

Θα ακούετε καθαρά, αλλά δεν θα εννοήτε και θα κοιτάζετε καλά, αλλά δεν θα ιδήτε. Διότι έγινεν αναίσθητος η καρδία του λαού τούτου και βαρέως ακούουν με τα αυτιά τους και έκλεισαν τα μάτια τους, μη τυχόν ιδούν με τα μάτια και ακούσουν με τα αυτιά και εννοήσουν με την καρδίαν και μετανοήσουν και εγώ τους θεραπεύσω» (Ησαΐας 6,6-10).

Ο Απόστολος Παύλος αναφέρεται εις την περικοπήν αυτήν και υπογραμμίζει ότι εις τον Προφήτην Ησαΐαν ωμίλησε το Πνεύμα το άγιον:

«Καλώς το Πνεύμα το άγιον ελάλησε δια Ησαΐου του Προφήτου προς τους Πατέρας ημών λέγον:

Πορεύθητι προς τον λαόν τούτον… » (Πράξεις 28,25-27). Όμως, γνωρίζομεν, ότι ο Προφήτης έλαβε την εντολήν να κηρύξη μετάνοιαν εις τον λαόν, από μέρους του «Κυρίου Σαβαώθ», τον οποίον είδε «καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου», περιτριγυρισμένον από Σεραφίμ τα οποία εκάλυπτον το πρόσωπον των προ της λάμψεως της δόξης του Κυρίου και έψαλλον το «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη της δόξης αυτού» (Ησαΐας 6,1-3).

Το χωρίον αυτό αποτελεί, καθώς είπομεν, μαρτυρίαν της Παλαιάς Διαθήκης περί της Τριαδικότητος του Θεού. Η Τριαδική αυτή ερμηνεία του χωρίου εναρμονίζεται πλήρως με την διακήρυξιν του Αποστόλου, ότι εις τον Προφήτην ελάλησε «Το Πνεύμα το άγιον» (Πράξεις 28,25). Το Πνεύμα, λοιπόν, το άγιον ομιλεί μετά του Πατρός και του Υιού εις τον Προφήτην Ησαΐαν η καλύτερον ο Πατήρ ομιλεί «δια του Υιού εν Αγίω Πνεύματι». Εις άλλο δε ση μείον αναφέρει χαρακτηριστικούς ο Απόστολος: «Ο δε Κύριος το Πνεύμα εστίν» (Β΄ Κορινθίους 3,17).

Το χωρίον το οποίον αναφέραμεν από τον Προφήτην Ησαΐαν δεν είναι μοναδικόν εις την Παλαιάν Διαθήκην.

Εις τον Προφήτην Ιερεμίαν αναφέρεται:

«Ιδού, έρχονται ημέραι, λέγει Κύριος, και θα συνάψω με τον οίκον Ισραήλ και τον οίκον Ιούδα νέαν διαθήκην». «Θα δώσω ασφαλώς νόμους εις την διάνοιαν αυτών και θα τους εγχαράξω εις την καρδίαν των… Και δεν θα θυμηθώ πλέον τας αμαρτίας των» (Ιερεμ. 38,31-34. Εβραίους Κείμενον: 31,31-34).

Ο Απόστολος Παύλος αναφέρεται εις το χωρίον αυτό και παρατηρεί ότι την μαρτυρίαν εδώ την δίδει «Το Πνεύμα το άγιον» (Εβραίους 10,15-17).

Το ίδιον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, βλέπομεν, επίσης, εις την Καινήν Διαθήκην να δίδη εντολάς και εις τους Αποστόλους (Πράξεις 13,2. 20,22-23). Ο Απόστολος Παύλος γράφει προς τους Κορινθίους ότι το Πνεύμα το άγιον «τα πάντα έρευνα και τα βάθη του Θεού» (Α' Κορινθίους 2,10), εις δε τους Εφεσίους γράφει, «και μη λυπείτε το Πνεύμα το άγιον του Θεού, εν ω εσφραγίσθητε εις ημέραν απολυτρώσεως» (Εφεσίους 4,30). Ο Απόστολος Πέτρος, τέλος, ονομάζει ρητώς το Πνεύμα το άγιον «Θεόν» (Πράξεις 5,4. Παράβαλλε Ιωάννης 4,24).



4. Οι αρνηταί του Αγίου Πνεύματος

Όμως, ο καθένας δεν ημπορεί μόνος του να φθάση εις την αλήθειαν αυτήν. Πρέπει να οδηγηθή από το ίδιον το άγιον Πνεύμα.

Βεβαίως, «το Πνεύμα όπου θέλει πνει» (Παράβαλλε Ιωάννης 3,8) και δεν δυνάμεθα να του θέσωμεν περιορισμούς. Όμως, το

Πνεύμα το άγιον δεν είναι δυνατόν να το αποχωρίσωμεν από τον Πατέρα και από τον Υιόν. «Ποτέ δεν δύναται να εννοηθή ο Πατήρ χωρίς τον Υιόν», λέγει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, «ούτε ο Υιός χωρίς το άγιον Πνεύμα. Όπως είναι αδύνατον να ανέλθη κανείς εις τον Πατέρα, εάν δεν υψωθή δια του Υιού, κατ' αυτόν τον τρόπον είναι αδύνατον να είπη κανείς τον Ιησούν Κύριον, παρά μόνον εν Πνεύματι Αγίω». «Κανείς δεν δύναται να είπη Κύριον τον Ιησούν παρά εν Πνεύματι Αγίω» (Α' Κορινθίους 12,3).

Δεν είναι, λοιπόν, δυνατόν να έχη κανείς το Πνεύμα του Θεού έκτος του Χριστού, έκτος, δηλαδή, της Εκκλησίας. Είναι, καθώς είπομεν, αυτό το οποίον υπογραμμίζει ο ίδιος ο Κύριος, όταν λέγη ότι το Πνεύμα το άγιον αποστέλλεται από τον Πατέρα εις το όνομα του Υιού (Ιωάννης 14,26).

Πρέπει να φέρωμεν το όνομα του Χριστού, πρέπει να γίνωμεν μέλη της Εκκλησίας, δια να αποκτήσωμεν το Πνεύμα το άγιον.

«Αλλά σεις έχετε χρίσμα από τον άγιον και τα γνωρίζετε όλα», λέγει ο Απόστολος Ιωάννης απευθυνόμενος προς μέλη της Εκκλησίας (Α' Ιωάννης 2,20). Ο δε Απόστολος Παύλος προσθέτει: «Και σεις είσθε εν αυτώ, αφού ηκούσατε τον λόγον της αληθείας, το ευαγγέλιον της σωτηρίας σας (τον Χριστόν) και το επισπεύσατε και εσφραγίσθητε δια του Πνεύματος του Αγίου το οποίον υπεσχέθη ο Θεός, το οποίον είναι ο αρραβών της κληρονομιάς μας δια την απολύτρωσιν της ιδιοκτησίας του (δηλαδή του λαού του Θεού), προς έπαινον της δόξης αυτού» (Εφεσίους 1,13-14. Παράβαλλε Και 4,30).

Οι άνθρωποι οι οποίοι ευρίσκονται έκτος της Εκκλησίας δεν είναι εις θέσιν να λάβουν το Πνεύμα, διότι «δεν το βλέπουν ούτε το γνωρίζουν» (Ιωάννης 14,17). Δι’ αυτόν τον λόγον αρνούνται την θεότητα αυτού.

Οι Χριστιανοί, όμως, τα μέλη της Εκκλησίας το γνωρίζουν, «διότι είναι μέσα των» (Ιωάννης 14,17). Δι’ αυτόν τον λόγον πιστεύουν και ομολογούν την θεότητα του τρίτου Προσώπου της Αγίας Τριάδος.



5. Το έργον του Παρακλήτου

«Το Πνεύμα Κυρίου πεπλήρωκε την Οικουμένην, και το συνέχον τα πάντα γνώσιν έχει φωνής», αναφέρει η Αγία Γραφή (Σοφ. Σολ. 1,7. Παράβαλλε 12,1. Πράξεις 2,2). Η δε Εκκλησία μας ψάλλει:

«Πάντα χορηγεί το Πνεύμα το άγιον, βρύει προφητείας, Ιερέας τέλειοι, αγράμματους σοφίαν εδίδαξεν, αλιείς θεολόγους ανέδειξεν, όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας. Ομοούσιε και ομόθρονε τω Πατρί και τω Υιώ, Παράκλητε, δόξα σοι».

Έργον του Αγίου Πνεύματος είναι να οδηγή τους πιστούς δια του ιερού βαπτίσματος εις τον Χριστόν, να τους ενσωματώνη εις το άγιον Σώμα Του, δηλαδή εις την Εκκλησίαν (Α' Κορινθίους 12,13. Εφεσίους 2,18. 4,4), να διανέμη τα διάφορα χαρίσματα (Α' Κορινθίους 12,4-11. Εφεσίους 4,4-13) και να συγκροτή και οικοδομή δι’ αυτών ολόκληρον τον θεσμόν της Εκκλησίας (Α' Κορινθίους 14,4. 12. 26).

«Ουδείς δύναται ειπείν Κύριον Ιησούν ει μη εν Πνεύματι Αγίω» (Α' Κορινθίους 12,3). Αυτήν την πρωταρχικήν αλήθειαν την βλέπομεν να εφαρμόζεται και εις αυτούς ακόμη τους Αποστόλους.

Οι μαθηταί του Κυρίου εγκατέλειψαν, καθώς γνωρίζομεν, τον εσταυρωμένον διδάσκαλόν των και έφυγον (Ματθαίος 26,56), διότι δεν είχον εννοήσει τας προειδοποιήσεις τας οποίας τους είχε κάμει δια το πάθος Του και την ανάστασίν Του (Ιωάννης 3,14-15. Ματθαίος 16,21. 17,22-23. 20,18-19. Μάρκος 8,31. 9,31. 10,33-34. Λουκάς 9,22. 44. 18,31-33). Η σημασία των λόγων του Κυρίου «ήτο κρυμμένη και δεν ηννόουν τι τους έλεγε» (Λουκάς 18,34).

Μετά την ανάστασιν ο Χριστός «ήνοιξε» τον νουν των μαθητών «να εννοήσουν τας γραφάς» (Λουκάς 24,45) και τους υπεσχέθη ότι θα λάβουν «δύναμιν εξ ύψους», «επελθόντος του Αγίου Πνεύματος» (Λουκάς 24,49, Πράξεις 1,8). Τους υπεσχέθη, ακόμη, ότι Εκείνος (ο Παράκλητος) θα μαρτυρήση περί αυτού (Ιωάννης 15,26. Α' Ιωάννης 5,6), «θα υπενθύμιση» όσα εδίδαξε (Ιωάννης 14,26) και θα φανέρωση την δόξαν Του (Ιωάννης 16,14), ώστε οι Απόστολοι να καταστούν «μάρτυρες του Χριστού» (Λουκάς 24,48, Πράξεις 1,8).

Πράγματι, την ημέραν της Πεντηκοστής οι μαθηταί «επληρώθησαν όλοι από Πνεύμα άγιον και ήρχισαν να ομιλούν άλλας γλώσσας, καθώς το Πνεύμα τους έδιδε δύναμιν λόγου» (Πράξεις 2,1-4. Παράβαλλε Και Πράξεις 2,-17. 33. Ιωήλ 3,1-5).

Αυτό το «πλήρωμα» του Αγίου Πνεύματος τους κατέστησεν ικανούς να πιστεύσουν ολοκληρωτικώς εις το όνομα του Κυρίου (Α' Κορινθίους 12,3).

Το Πνεύμα, λοιπόν, το άγιον οδηγεί εις την πίστιν εις το Πρόσωπον του Χριστού και εις την εν Χριστώ ζωήν. Δι’ αυτό και αποκαλείται «Πνεύμα του Υιού» (Γαλ. 4,6).

«Θα δώσω εις σας νέαν καρδίαν, καινούργιο Πνεύμα… θα δώσω εις σας το Πνεύμα μου και θα κάμω να βαδίζετε σύμφωνα με τας εντολάς μου, να φυλάξετε και να τηρήσετε τα προστάγματα μου» λέγει το στόμα του Θεού δια του Προφήτου Ιεζεκιήλ (36,26-27).

Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα εις την καρδίαν του πιστού, αποτελεί «σημείον», χαρακτηριστικόν σημάδι του αναγεννημένου ανθρώπου και, ταυτοχρόνως, απαρχήν της Βασιλείας του Θεού. «Όσοι γαρ Πνεύματι Θεού άγονται, ούτοι εισίν υιοί Θεού», όσοι οδηγούνται από το Πνεύμα του Θεού, αυτοί είναι υιοί του Θεού. «Δεν ελάβετε Πνεύμα δουλείας το οποίον να σάς φέρη πάλιν εις την κατάστασιν φόβου, αλλά ελάβετε Πνεύμα υιοθεσίας, «εν ω κράζομεν Αββά, ο Πατήρ» (Ρωμαίους 8,14-16), αλλά ελάβετε το Πνεύμα της υιοθεσίας που σάς κάνει παιδιά του Θεού, ώστε να ημπορήτε με όλην την οικειότητα να κραυγάζετε προς τον Θεόν:

Αββά, Πατέρα!

«Αυτό το Πνεύμα μαρτυρεί μαζί με το πνεύμα μας, ότι είμεθα παιδιά του Θεού» (Ρωμαίους 8,16). Εις άλλο, μάλιστα, σημείον λέγει ο Απόστολος, ότι το ίδιον το άγιον Πνεύμα, το οποίον μας απέστειλεν ο Θεός, «κράζει εις τας καρδίας μας Αββά, Πατέρα» (Γαλ. 4,6).

Τοιουτοτρόπως, το Πνεύμα το άγιον είναι η αιτία και η πηγή της πνευματικής ζωής του ανθρώπου (Παράβαλλε Και Ρωμαίους 5,5. Γαλ. 5,22-25). Δια να είναι ένας άνθρωπος Πνευματικός πρέπει να «άγεται», να οδηγήται από το Πνεύμα το άγιον. Πρέπει, καθώς λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αυτό να είναι κύριος της ζωής του, όπως ο κυβερνήτης του πλοίου και ο ηνίοχος μιας αμάξης.

Όταν ζώμεν «εν Πνεύματι», γινόμεθα «Ναός του Αγίου Πνεύματος» (Α' Κορινθίους 6,19) και οικοδομούμεθα «επάνω εις το θεμέλιον των Αποστόλων και των Προφητών, του οποίου ο Ιησούς Χριστός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος, επάνω εις τον οποίον η όλη οικοδομή συναρμολογείται και αυξάνει εις Ναόν άγιον εν Κυρίω. Εν αυτώ και σεις συνοικοδομείσθε ώστε να γίνετε τόπος κατοικίας του Θεού εν Πνεύματι» (Εφεσίους 2,18-22). Τότε ο άνθρωπος εκπληρώνει τον τελικόν σκοπόν της ζωής του και λυτρώνεται πραγματικώς, διότι επανέρχεται και πάλιν εις την πρωταρχικήν ενότητα με τον Τριαδικόν Θεόν, από την οποίαν είχε απομακρυνθή με την πτώσιν.

«Υμείς δε ουκ εστέ εν σαρκί, αλλ’ εν Πνεύματι, είπερ Πνεύμα Θεού οικεί εν υμίν», σεις όμως δεν είσθε σαρκικοί αλλά πνευματικοί, εάν βέβαια κατοική μέσα σας το Πνεύμα του Θεού, λέγει χαρακτηριστικώς ο Απόστολος Παύλος (Ρωμαίους 8,9).

«Προς φθόνον επιποθεί το Πνεύμα ο κατώκησεν εν ήμίν». Το Πνεύμα το οποίον έχει κατοικήσει μέσα μας επιθυμεί μέχρι φθόνου, λέγει ο Απόστολος Ιάκωβος (Ιάκωβος 4,5). Δεν υπάρχει, λοιπόν, θέσις μέσα μας δια το πνεύμα του κόσμου, «ότι Θεός ζηλωτής Κύριος ο Θεός σου εν σοι, μη οργισθείς θυμώ Κύριος ο Θεός σου σοι εξολόθρευση από προσώπου της γης», διότι Κύριος ο Θεός σου ο οποίος ευρίσκεται «εν σοι», είναι Θεός ζηλότυπος δια σε. Μήπως οργισθή εναντίον σου και σε εξολόθρευση από προσώπου της γης (Δευτερονόμιο 6,15).

Εάν, δηλαδή, ο Χριστιανός έγινε κατοικητήριον του Αγίου Πνεύματος (Εφεσίους 2,18-22. Ρωμαίους 8,9) δεν επιτρέπεται να υπακούη εις κανένα άλλο «πνεύμα», πρέπει να «άγεται», να οδηγήται μόνον από το άγιον Πνεύμα (Ρωμαίους 8,14).

«Υποταχθήτε, λοιπόν, εις τον Θεόν αντισταθήτε εις τον διάβολον και θα φύγη από σας. Πλησιάσατε προς τον Θεόν και θα σας πλησίαση. Καθαρίσατε τα χέρια σας, ω αμαρτωλοί, και αγνίσατε τας καρδίας σας, ω δίγνωμοι. Λυπηθήτε, πενθήσατε και κλαύσατε… », καταλήγει ο Απόστολος Ιάκωβος (Ιάκωβος 4,7-8).

«Και ό,τι αν αιτήσητε εν τω ονόματι μου, ποιήσω». Ό,τι ζητήσετε εις το όνομα μου, αυτό θα το πράξω, υπεσχέθη χαρακτηριστικούς ο Κύριος (Ιωάννης 14,13). Όμως, οι αιτήσεις μας προς τον Κύριον πρέπει να γίνωνται «εν Πνεύματι» (Ιούδα 20), ή μάλλον μαζί με το Πνεύμα, το οποίον κατοικεί μέσα μας.

«Το Πνεύμα βοηθεί τας αδυναμίας μας, διότι δεν γνωρίζομεν πως πρέπει να προσευχώμεθα, αλλ’ αυτό το Πνεύμα υπερεντυγχάνει, μεσιτεύει δι’ ημάς με στεναγμούς αλαλήτους. Και εκείνος ο οποίος έρευνα τας καρδίας, γνωρίζει ποιος είναι ο πόθος του Πνεύματος, διότι μεσιτεύει κατά Θεόν υπέρ των Αγίων» (Ρωμαίους 8,26-27).

«Ζητείτε και δεν λαμβάνετε», λέγει ο Απόστολος Ιάκωβος (Ιάκωβος 4,3) και τούτο σημαίνει ότι δεν «αγόμεθα», δεν αφήνομεν να μας οδήγηση εις την προσευχήν το άγιον Πνεύμα (Ρωμαίους 8,14), αλλά οδηγούμεθα από τα ιδικά μας θελήματα, δεν προσευχόμεθα «εν Πνεύματι» (Ιούδα 20).

Όλα αυτά μας καθιστούν φανερόν, διατί ένας σύγχρονος άγιος της Εκκλησίας μας, ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, έλεγεν ότι ο αληθινός σκοπός της Χριστιανικής ζωής είναι η απόκτησις του Αγίου Πνεύματος. Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, προσθέτει, ότι η χάρις αναπτύσσεται εις τον άνθρωπον εκείνον ο οποίος θα γίνη κατοικητήριον του Αγίου Πνεύματος και γίνεται ένα με την ουσία του, όπως το προζύμι με το ζυμάρι.

Δι’ αυτό και η Εκκλησία μας ονομάζει το άγιον Πνεύμα «Θεόν και θεοποιούν» (Ιδιόμελον της Πεντηκοστής) και ψάλλει κατά τον όρθρον των Κυριακών:

«Αγίω Πνεύματι πάσα ψυχή ζωούται και καθάρσει υψούται, λαμπρύνεται τη Τριαδική Μονάδι, ιεροκρυφίως»

Δηλαδή, κάθε ψυχή αποκτά δια του Αγίου Πνεύματος ζωήν, ανυψώνεται δια της καθάρσεως και λαμπρύνεται μυστικώς δια της ελλάμψεως του φωτός της Αγίας Τριάδος.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου