ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ
Ο ΑΒΒΑΣ Αγάθων είπε, ότι ο οργίλος, και νεκρό αν αναστήσει, δεν εΙναι δεκτός από το Θεό.
Ο μακάριος Ζωσιμάς έλεγε, ότι ή αρχή της συγκρατήσεως του. θυμού είναι το να ταράζεται κανείς και να μη μιλάει. απ' αυτό φτάνει με τη χάρη τού Θεού, στο να μην ταράζεται διόλου. :
Ο ίδιος έλεγε, ότι μας χρειάζεται πολλή νίψη και σύνεση για ν' αντιμετωπίσουμε τα διάφορα τεχνάσματα τού διαβόλου. Γιατί καμιά φορά μπορεί από το τίποτα να δημιουργήσει σε κάποιον ταραχή. " Άλλοτε πάλι φέρνει μια εύλογη πρόφαση, για να νομίσει κανείς ότι δίκαια τάχα θύμωσε. Είναι και τούτο μία υποβολή, πού προέρχεται από το μίσος του εναντίον τού ανθρώπου. Σ' εκείνον όμως πού ποθεί πραγματικά να βαδίσει το δρόμο των άγίων, είναι εντελώς ανάρμοστο το να θυμώνει μ' οποιονδήποτε άνθρωπο, καθώς λέει και ο μέγας Μακάριος: "'Ανάρμοστο είναι στους αδελφούς να οργίζονται ή να εξοργίζουν άλλον".
Ό αββάς Ισίδωρος είπε:
- Κάποτε πήγα στην αγορά για να πουλήσω κάτι μικρά σκεύη· και βλέποντας την οργή να με πλησιάζει, άφησα εκεί τα σκεύη κι έφυγα.
Ό αββάς Άμμωνάς είπε:
Δεκατέσσερα χρόνια πέρασα στη Σκήτη, παρακαλώντας νύχτα-μέρα το Θεό να μου
χαρίσει τη νίκη εναντίον της οργής.
Ό αββάς Υπερέχιος είπε:
Όποιος δεν κυριαρχεί στη γλώσσα του την ώρα της οργής, δεν θα (μπορέσει να) κυριαρχήσει σε κανένα πάθος του.
Ρώτησαν ένα γέροντα:
Τι είναι οργή; Κι εκείνος απάντησε:Φιλονικία και ψέμα και αγνωσία.
Κάποιος αναχωρητής χειροτονήθηκε επίσκοπος. Αυτός, από ευλάβεια και πραότητα, δεν επιτιμούσε κανέναν, άλλ' ανεχόταν μακρόθυμα όλων τα σφάλματα.
Ό οικονόμος του λοιπόν δεν διοικούσε καλά τα πράγματα της Εκκλησίας. Γι' αυτό είπαν κάποιοι στον επίσκοπο:
Γιατί δεν τιμωρείς τον οικονόμο σου, πού τόσο σε εκθέτει; Εκείνος όμως ανέβαλε την τιμωρία για την άλλη μέρα.
Οι κατήγοροι του οικονόμου επισκέφθηκαν τον επίσκοπο και την επομένη. Μόλις λοιπόν το έμαθε αυτός, κρύφτηκε κάπου, και δεν μπορούσαν να τον δρουν.
Όταν τελικά, μετά από πολλές αναζητήσεις, τον βρήκαν, του λένε:Γιατί μας κρύφτηκες; Κι εκείνος αποκρίθηκε:
Γιατί όσα κατόρθωσα σ' εξήντα χρόνια με προσευχή στο Θεό, αυτά εσείς θέλετε να μου τα καταστρέψετε μέσα σε δυο μέρες.
Καθώς φαίνεται, ο γέροντας θα είχε γίνει επίσκοπος χωρίς τη θέληση του, γι' αυτό και φρόντιζε περισσότερο για το νόμο των αναχωρητών παρά για το καθήκον του επισκόπου.
Του αββα Ησαΐα
Αδελφέ, αν, σε οποιαδήποτε περίπτωση, σε στενοχωρήσει κάποιος, και σου παρουσιαστεί ή ανάγκη να ζητήσεις εξηγήσεις από τον αδελφό, βλέπεις όμως ότι είσαι θυμωμένος και αναστατωμένος, μην του πεις το παραμικρό, για να μην ταραχθείς περισσότερο. Μόνο όταν δεις ότι κι εσύ κι εκείνος έχετε καταλαγιάσει και ηρεμήσει, τότε μίλησε του· (και πάλι) με όλη σου την ταπεινοφροσύνη, όχι σαν να τον ελέγχεις, αλλά σαν να του θυμίζεις (απλά το σφάλμα του).
Του αββά Μάρκου
Το πάθος του θύμου στηρίζεται ιδιαίτερα και δυναμώνει και γίνεται ακατάλυτο από την υπερηφάνεια. Αν λοιπόν θέλει κανείς να γκρεμίσει και να ξεθεμελιώσει αυτό το σπίτι της ανομίας - πού χτίζει κάθε τόσο ο πονηρός μέσα στην ψυχή, συγκεντρώνοντας (και χρησιμοποιώντας) σαν πέτρες διάφορες εύλογες ή παράλογες προφάσεις, (πού δημιουργούνται) στους λογισμούς από διάφορα περιστατικά ή λόγια, και κατασκευάζοντας μ' αυτές οικοδομή κακίας μέσα στην ψυχή - ας έχει την ταπείνωση του Κυρίου αλησμόνητη μέσα στην καρδιά του. Ας αναλογίζεται τι είναι ο Κύριος και τι έγινε για μας και από ποια φωτεινά ύψη θεότητας, πού είναι αποκαλυμμένη ανάλογα με τη δύναμη των επουράνιων ουσιών και πού τη δοξάζει στον ουρανό κάθε νοερή φύση, σε ποιο βάθος ανθρώπινης ταπεινώσεως κατέβηκε από άφατη αγαθότητα.
Και δεν ντράπηκε ο Κύριος όλης της κτίσεως, ορατής και αόρατης, να αναλάβει τον άνθρωπο, πού είχε καταδικαστεί με τη δεσποτική απόφαση κάτω από τα πάθη της ατιμίας. Άλλα ταπείνωσε τον εαυτό Του Και έγινε σε όλα όμοιος με μας, χωρίς όμως αμαρτία (Έ6ρ. 4:15), δηλαδή χωρίς τα πάθη της ατιμίας. Γιατί τις τιμωρίες, πού επιβλήθηκαν από τη δεσποτική απόφαση για την αμαρτία της παραβάσεως στον άνθρωπο - το θάνατο, τον κόπο, την πείνα, τη δίψα Και τα παρόμοια - όλα τα πήρε πάνω Του Και έγινε ότι είμαστε εμείς, για να γίνουμε ότι είναι Αυτός. «Ό Λόγος σαρξ έγένετο» (Ίω. 1:14), για να γίνει ή σάρκα Λόγος· Και έγινε όμοιος με μας σε όλα, για να γίνουμε εμείς όμοιοι μ' Αυτόν μέσω κάθε αρετής. Και για ν' αφήσω τα πολλά, για χάρη μας ατιμάστηκε, βρίστηκε, μαστιγώθηκε, φτύστηκε, περιγελάστηκε, χλευάστηκε, Και τελικά σταυρώθηκε, λογχίσθηκε στο πλευρό, πέθανε, κατέβηκε στον Άδη.
Λοιπόν, όποιος με πόθο Και (καλή) προαίρεση διατηρεί αυτές τις σκέψεις στην καρδιά του Και δεν τις λησμονεί, δεν θα κυριευθεί από το πάθος της έχθρας Και του θύμου. Γιατί με την ταπείνωση του Χρίστου, πού θα συλλογίζεται, θα διαβρωθούν τα θεμέλια του πάθους της υπερηφάνειας, οπότε ολόκληρο το οικοδόμημα της ανομίας του θύμου εύκολα Και από μόνο του γκρεμίζεται. Αλήθεια, ποια σκληρή Και πέτρινη καρδιά, αν έχει συνεχώς στο νου της το πόσο ταπεινώθηκε για μας ο Μονογενής (Υιός) του Θεού Και το πώς υπέμεινε τόσα παθήματα, πού απαρίθμησα, δεν συντρίβεται, δεν ταπεινώνεται, δεν έρχεται σε κατάνυξη, δεν γίνεται «γη και σποδός» (Γεν. 18:27. Ιώβ 42:6. Σοφ. Σειρ. 17:32), για να την πατούν όλοι οι άνθρωποι; Και όταν έτσι συντρίβεται ή ψυχή, ποιος θυμός ή έχθρα θα μπορέσει να τη νικήσει;
Νομίζω λοιπόν, πώς, αν ή λήθη, ή μητέρα των κακών, δεν διώξει από την καρδιά αυτούς τους σωτήριους Και ζωοποιούς λογισμούς, ο άνθρωπος δεν θα νικηθεί ποτέ από το θυμό.
Του αγίου Διαδόχου
Οι αγωνιζόμενοι πρέπει να διατηρούν πάντοτε ατάραχη τη διάνοια τους, για να μπορεί ο νους να διακρίνει τους λογισμούς πού περνούν άπ' αυτόν και τους μεν καλούς, πού τους στέλνει ο Θεός, να τους αποθηκεύει στα ταμεία της μνήμης, ενώ τους κακούς και δαιμονικούς να τους πετάει έξω από τις φυσικές αποθήκες του. Γιατί και στη θάλασσα, όταν έχει γαλήνη, οι ψαράδες βλέπουν κάθε κίνηση ως το βυθό, έτσι πού δεν τους ξεφεύγει σχεδόν τίποτε από τις μετακινήσεις των περαστικών ψαριών. Όταν όμως (ή θάλασσα) ταράζεται από τους άνεμους, κρύβει με τη σκυθρωπότητα της ταραχής όσα αφήνει να φαίνονται στην ιλαρότητα της γαλήνης· και βλέπουμε τότε ανίσχυρη την τέχνη των ψαράδων. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το νου πού εντρυφά στις θείες θεωρίες, και μάλιστα όταν ταράζεται ο βυθός της ψυχής από άδικη οργή.
Του αββά Κασσιανού
Όποιος ποθεί ν' αγωνιστεί νόμιμα στον πνευματικό αγώνα, ας είναι ξένος από κάθε ελάττωμα και οργή και θυμό, και ας ακούει τι του παραγγέλλει το σκεύος της εκλογής, (ο απόστολος Παύλος): «Πάσα πικρία και θυμός και οργή και κραυγή και βλασφημία άρθήτω άφ' υμών συν πάση κακία» (Εφ. 4:31). και με το να πει «πάσα», δεν μας άφησε καμιά πρόφαση θύμου σαν αναγκαία ή σαν εύλογη. Όποιος λοιπόν θέλει να διορθώσει τον αδελφό του πού σφάλλει ή να του επιβάλει επιτίμιο, ας φροντίζει να παραμένει ατάραχος, μήπως, θέλοντας να θεραπεύσει άλλον, αρρωστήσει ο ίδιος· και τότε θα του πουν το ευαγγελικό εκείνο (ρητό), «Ιατρέ, θεράπευσαν σεαυτόν» (Λουκ. 4:23), ή το, «τι δε βλέπεις το κάρφος το εν τω όφθαλμω του αδελφού σον, την δε εν τω σω όφθαλμω δοκόν ου κατανοείς;» (Ματθ. 7:3). Άλλα με ποιο τρόπο θα δεις και θα βγάλεις το ξυλαράκι από το μάτι του αδελφού σου εσύ, πού έχεις τελείως κλεισμένο το δικό σου μάτι με το δοκάρι του θύμου; Γιατί αν ή κίνηση της οργής αυξηθεί πολύ από οποιαδήποτε αιτία, τυφλώνει τα μάτια της ψυχής και δεν την αφήνει να δει τον ήλιο της δικαιοσύνης. Όπως δηλαδή εκείνος πού βάζει πάνω στα μάτια του καλύμματα, είτε χρυσά είτε μολυβένια (είναι αυτά), εμποδίζει έξι σου την δράση και καμιά διαφορά δεν προκαλεί στην τύφλωση ή αξία του χρυσοί) ή (ή ευτέλεια του μολυβιού), έτσι από οποιαδήποτε αιτία, εύλογη τάχα ή παράλογη, κι αν ανάψει ή οργή, σκοτίζεται ή πνευματική δράση.
- Τότε μόνο χρησιμοποιούμε κατά φύση το θυμό, όταν τον στρέφουμε εναντίον των φιλήδονων και εμπαθών λογισμών. "Έτσι μας διδάσκει και ο προφήτης Δαβίδ, λέγοντας: «Όργίζεσθε' και μη
αμαρτάνετε»· δηλαδή να οργίζεστε εναντίον των παθών σας και των πονηρών λογισμών, και να μην αμαρτάνετε, εκτελώντας όσα σας υπαγορεύουν αυτοί. και τα παρακάτω φανερώνουν με σαφήνεια το ίδιο πράγμα: «"Α λέγετε εν ταίς καρδίαις υμών», λέει, «επί τις κοίταις υμών κατανύγητε» (Ψαλμ. 4:5)· όταν δηλαδή έρθουν στην καρδιά σας οι πονηροί λογισμοί, διώξτε τους με την εναντίον τους οργή σας· και αφού τους διώξετε, τότε, καθώς θα βρίσκεστε πια μέσα στην ησυχία (της "ψυχής) σαν σε κρεβάτι, να μετανοείτε με κατάνυξη. Συμφωνεί σ' αυτό και ο μακάριος Παύλος, πού επικαλέστηκε τη μαρτυρία αυτού του ρητού και πρόσθεσε: «Ό ήλιος μη έπιδυέτω επί τω παροργισμό υμών, μηδέ δίδοτε τόπον τω διαβόλω»
(Εφ. 4:26-27)· δηλαδή να μη γίνεστε αιτία με τον παροργισμό σας, πού εσείς οι ίδιοι προκαλείτε με τη συγκατάθεση σας στους κακούς λογισμούς, ώστε να δύει στις καρδιές σας και να φεύγει, όπως
ειπώθηκε, ο ήλιος της δικαιοσύνης, ο Χριστός και Θεός, για να μη βρει μέσα σας τόπο ο διάβολος με την αναχώρηση εκείνου.
Πρέπει επομένως, σύμφωνα με τους θείους νόμους, ν' αγωνιζόμαστε μ' όλη μας τη δύναμη εναντίον του πνεύματος της οργής και της αρρώστιας πού βρίσκεται μέσα μας· και όχι, επειδή στρέφουμε το θυμό εναντίον των ανθρώπων, να επιδιώκουμε την ερημιά και την απομόνωση, γιατί δήθεν εκεί δεν υπάρχουν αφορμές πού να μας παρακινούν στην οργή, και γιατί θα κατορθώσουμε τάχα εύκολα την αρετή της μακροθυμίας στη μόνωση. (Ή αλήθεια είναι, ότι) επιθυμούμε να χωριστούμε από τους αδελφούς μας (καταφεύγοντας στην ερημιά και την απομόνωση), επειδή είμαστε υπερήφανοι και δεν θέλουμε να κατηγορούμε τον εαυτό μας και να αποδίδουμε στη δική μας αμέλεια τις αιτίες της ταραχής. Όσο όμως έχουμε τέτοια διάθεση και τέτοιο φρόνημα, αποδίδοντας στους άλλους και της δικής μας αμέλειας και αδυναμίας τις αιτίες, δεν θα μπορέσουμε να φτάσουμε στην τελειότητα της μακροθυμίας. Γιατί το μεγαλύτερο μέρος της διορθώσεως μας δεν κατορθώνεται από τη μακροθυμία του πλησίον απέναντι μας, άλλ' από τη δική μας ανεξικακία. Αν όμως επιδιώκουμε την έρημο και τη μόνωση για ν' αποφύγουμε τον αγώνα της μακροθυμίας, τότε ας μάθουμε, ότι με την ερημιά θεριεύουν περισσότερο τα πάθη μέσα μας, και προπαντός το πάθος του θύμου, γιατί στερούνται τη δοκιμασία πού προέρχεται από τους ανθρώπους. Κι αυτήν ακόμα τη σκιά της υπομονής και της μακροθυμίας, την οποία φαινομενικά νομίζαμε ότι είχαμε όταν ήμασταν μαζί με τους αδελφούς, τη χάνουμε από τη στέρηση της δοκιμασίας και του σωφρονισμού.
Γι' αυτό, όσοι επιζητούν ν' αποκτήσουν την πραότητα, πρέπει να φροντίζουν όχι μόνο εναντίον των ανθρώπων να μην οργίζονται, μα ούτε και εναντίον των αλόγων ζώων ή των αψύχων πραγμάτων. Γιατί θυμάμαι ότι κι εγώ, όταν ήμουνα στην έρημο, θύμωσα μ' ένα καλάμι, πού δεν μου άρεσε το πάχος ή ή λεπτότητα του. Και μ' ένα ξύλο πάλι (θύμωσα), επειδή δεν μπόρεσα να το κόψω σύντομα. Άλλα και με μια τσακμακόπετρα οργίστηκα, γιατί βιαζόμουνα ν' ανάψω φωτιά και ή σπίθα δεν έβγαινε γρήγορα. Τόσο δυνάμωσε ο θυμός μου, ώστε να τον εκδηλώνω και προς τα αναίσθητα πράγματα.
Ας αποβάλουμε λοιπόν κάθε οργή, νιώθοντας φόβο για την απόφαση του Κυρίου, ο όποιος διακήρυξε στο Ευαγγέλιο: «Ο οργιζόμενος τω αδελφό αυτού ένοχος εσται τη χρίσει» (Ματθ. 5:22). Γιατί έτσι περιέχουν (αυτό το χωρίο) τα ακριβή αντίγραφα (του Ευαγγελίου). Το «εική» (δηλαδή «χωρίς λόγο») προστέθηκε άπ' αυτούς πού δεν ήθελαν να κόψουν τελείως το πάθος της οργής. Επειδή ο σκοπός του Κυρίου είναι, όπως και στ' άλλα πάθη, έτσι και σ' αυτό να κόβουμε και να ξεριζώνουμε με κάθε τρόπο την ίδια τη ρίζα και την αιτία του. και θέλει να μην κρατάμε μέσα μας καμιά πρόφαση οργής, μην τυχόν, θυμώνοντας στην αρχή ευλόγα δήθεν, υστέρα πέσουμε στη μανία του παράλογου θύμου.
Ή τέλεια λοιπόν θεραπεία αυτής της αρρώστιας είναι τούτη: Το να φροντίσουμε να μη θυμώνουμε ούτε για δίκαια ούτε για άδικα (ζητήματα). Επειδή, όταν το σκοτεινό αυτό πάθος θολώσει τη διάνοια μας, ούτε φως διακρίσεως ούτε βεβαιότητα ορθής κρίσεως ούτε φροντίδα δικαιοσύνης θα βρεθεί μέσα μας. Και το Άγιο Πνεύμα θα φύγει μακριά μας, διωγμένο από την εσωτερική ταραχή .
Πέρα άπ' όλα όσα είπαμε, πρέπει να έχουμε συνεχώς μπροστά στα μάτια μας την άγνωστη ώρα του θανάτου μας, κι έτσι να φυλαγόμαστε από την οργή και ν' απαλλαγούμε τελείως από το θυμό, σύμφωνα με την παραίνεση του προφήτη (Ψαλμ. 36:8). Και ας γνωρίζουμε, πώς ούτε ή σωφροσύνη ούτε ή απάρνηση όλου του υλικού κόσμου ούτε οι νηστείες και οι αγρυπνίες και οι άλλες κακουχίες θα μας ωφελήσουν σε τίποτα στη φοβερή Κρίση, αν βρεθούμε ένοχοι, επειδή είμαστε κάτω από την κυριαρχία της οργής και του μίσους.
Του αββα Ισαάκ
Ο φανατικός άνθρωπος ποτέ δεν φτάνει στην ειρήνη του νου· και οποίος έχει αποξενωθεί από την ειρήνη, αυτός έχει αποξενωθεί κι από τη χαρά. Ή ειρήνη του νου λέγεται και είναι τέλεια (ψυχική) υγεία, ενώ ο φανατισμός είναι αντίθετος στην ειρήνη. Αυτός λοιπόν πού έχει φανατισμό, είναι βαριά άρρωστος.
Άνθρωπε, δεν είναι καλό ούτε σε συμφέρει το να θέλεις να βοηθάς άλλους βάζοντας σε μεγάλο κίνδυνο τον εαυτό σου. Ό φανατισμός δεν είναι γνώρισμα σοφίας, άλλ' αρρώστια της ψυχής· γιατί φανερώνει στενή και περιορισμένη αντίληψη, πού οφείλεται στην πολλή άγνοια.
Αν επιθυμείς να θεραπεύσεις τους αρρώστους, μάθε πώς έχουν ανάγκη από ευσπλαχνία και φροντίδα και όχι από επιτίμηση. Γιατί λέει (ο απόστολος): «Οφείλετε υμείς οι δυνατοί τα άσθενήματα των αδυνάτων βαστάζείν» (Ρωμ. 15:1). και πάλι ο ίδιος προτρέπει να μη διορθώνουμε τον φταίχτη με οργή, αλλά με πραότητα (Γαλ. 6:1).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου