Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018

ΜΙΚΡΟΣ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ - ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΠΟΛΕΜΟΥΝ ΤΟΥΣ ΣΘΕΝΑΡΟΥΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ, ΕΝΩ ΑΔΙΑΦΟΡΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΜΕΛΕΙΣ. ΟΣΟΙ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ, ΒΡΙΣΚΟΥΝ ΣΥΝΕΡΓΟ ΤΟ ΘΕΟ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΧΩΡΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΤΟΥΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝ.




Του άγίου Έφραίμ
O ΑΔΕΛΦΟΣ πρέπει να περιφρουρεί με κάθε προφυλακτικό μέσο την καρδιά και τις αισθήσεις του, γιατί σ' αυτή τη ζωή έχουμε μεγάλο πόλεμο και ο εχθρός εΙναι μανιασμένος, προπαντός εναντίον των αγωνιστών, και τριγυρίζει, όπως λέει ή Γραφή, «ζητών τίνα καταπίn» (Α' Πετρ. 5:8). Σ' αυτόν λοιπόν (τον εχθρό) πρέπει ν' αντιστέκεται κανείς σθεναρά, ζητώντας την ενίσχυση του Θεού. Πώς όμως θα πολεμήσει τα πάθη του εκείνος πού έχει συμφιλιωθεί μαζί τους, και έχει κάνει πια δούλο τον εαυτό του στις ηδονές, πληρώνοντας ολοπρόθυμα φόρους στον τύραννο (διάβολο); Γιατί όπου υπάρχει έχθρα, εκεί και πόλεμος και όπου πόλεμος, εκεί και αγώνας και όπου αγώνας, εκεί και τα στεφάνια (της νίκης).
Αν λοιπόν θέλει κανείς να ελευθερωθεί από την πικρή δουλεία, ας κηρύξει πόλεμο στον εχθρό.
Γιατί έτσι έκαναν και οι άγιοι. Και αφού τον νίκησαν, αξιώθηκαν ν' απολαύσουν τα επουράνια αγαθά.

Άλλά μπορεί να με ρωτήσει κάποιος:
Αν πράγματι όπου υπάρχει έχθρα εναντίον των παθών, εκεί ειναι φυσικό να γίνεται και ο πόλεμος, όπως είπες, πώς βλέπουμε τούς φιλήδονους να πολεμούνται φοβερά από τα αισχρά πάθη και να μη δέχονται να μετανοήσουν; Σ' αυτόν θα μπορούσα ν' απαντήσω το έξης:
Δεν νομίζω, αγαπητέ, ότι αυτός ο πόλεμος είναι για χάρη της αρετής και ότι περιέχει αντίσταση στον εχθρό.
Μάλλον είναι πάθος, εξαιτίας της δουλείας στα πάθη και της φιληδονίας. (Γι' αυτό και οι φιλήδονοι δεν διαφωνούν με τον εχθρό ως προς την προαίρεση). Γιατί αυτοί πού πολεμούν, δεν συμφωνούν σε τίποτα μεταξύ τους.
 
 

Πως λοιπόν θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για πραγματικό πόλεμο στην περίπτωση εκείνων, πού έχουν παραδοθεί ατά θελήματα του εχθρού και έχουν πουληθεί στις ηδονές; και αν πολεμούνται, αυτό δεν οφείλεται ατό ότι αγωνίζονται για την αρετή και ενοχλούν τον εχθρό, αλλά στο ότι δεν βρίσκουν πως ν' ανταποκριθούν στην άνομη συναλλαγή τους, πως θα πληρώσουν τούς συνηθισμένους φόρους ( της αμαρτίας ) και πως δεν θα διακόψουν ούτε για λίγο την εκπλήρωση των αισχρότατων επιθυμιών, στις όποίες θεληματικά παραδόθηκαν ως δούλοι. Γιατί, όπως είναι γραμμένο, «,ω τις ηττηται, τούτω και δεδούλωται» (Β' Πέτρ. 2:19). Αυτοί λοιπόν δεν οδηγούνται ακούσια και βίαια (στην αμαρτία), αλλά και χρήματα προσφέρουν για να κάνουν το θέλημα εκείνου πού τούς αποπλάνησε. Γι' αυτό και, αφού κάνουν το κακό, καμιά μετάνοια δεν δείχνουν ούτε εγκράτεια κάνουν ούτε φυλάγονται για να μην ξαναπέσουν.
Απεναντίας, ο πόλεμος των αγωνιστών δεν γίνεται έτσι. Γιατί όταν ,πολεμούνται (από το διάβολο, τον) πολεμούν κι εκείνοι' και όταν φλέγονται (από τη σαρκική επιθυμία, εγκρατεύονται και όταν θλίβονται), κάνουν υπομονή' και όταν είναι παρόν το ίδιο το αντικείμενο του πειρασμού, το αποστρέφονται χάρη στο φόβο του Κυρίου' και αν συμβεί να πέσει κανείς τους, γρήγορα σηκώνεται. Γιατί απ' αυτούς πού αιχμαλωτίστηκαν από βαρβάρους κι έπεσαν στα χέρια κάποιου τυράννου, όσοι μεν χαίρονται για τις επιτυχίες των αιχμαλωτιστών τους, μένουν κοντά στους εχθρούς με ευχαρίστηση, χωρίς δεσμά και φυλακή, και αγωνίζονται για χάρη τους, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να γίνονται και κατάσκοποι σε βάρος των συμπατριωτών τους όσοι όμως λυπούνται για την αιχμαλωσία τους, αυτοί και τα ήθη των βαρβάρων αντιπαθούν, και την άθεσμη πολιτεία τους (σιχαίνονται), και να φύγουν από κοντά τους βιάζονται και ευκαιρία περιμένουν για να τρέξουν πάλι στους συντρόφους τους και ν' απολαύσουν την προηγούμενη ελευθερία, και σε βοήθειά τους εύχονται να έρθουν οι συμπατριώτες τους.
 

  

Αυτοί, μόλις ξεφύγουν από τούς εχθρού ς, αμέσως ξαναγίνονται αντίπαλοί τους και πολεμούν εναντίον τους μαζί με τούς συντρόφους τους και νικούν με τη βοήθεια εκείνων.
'Όσοι λοιπόν θέλουν να ελευθερωθούν από την πικρή δουλεία του εχθρού, οφείλουν ν' αντισταθούν στα θελήματά του και να σηκώσουν φανερό πόλεμο εναντίον του, αφού του πουν με όλη τους την καρδιά τα λόγια των Παίδων: «Γνωστόν έστω σοι, διάολε, ότι ημείς της φωνής σου ουκ ακουσόμεθα και ταίς ηδονές σου ουκέτι λατρεύσομε» (πρβλ. Δαν. 3:18). Πρέπει μάλιστα, στον καιρό του αγώνα, να ζητούν και τη θεϊκή βοήθεια, λέγοντας πάλι μαζί με τούς Παίδες στο Θεό: Κύριε, «και νυν εξακολουθούμε εν όλη καρδία και φοβ0ύμεθά σε και ζητούμε το πρόσωπόν σου' μη καταισχύνnς ημάς, αλλά ποίησον μεθ' ημών κατά την επιείκεια σου και κατά το πλήθος του ελέους σου' εξελού ημάς κατά τα θαυμάσιά σου και δός δόξα τω ονόματί σου, Κύριε, και εντραπείησαν πάντες οι ενδεικνύμενοι τοις δούλοις σου κακά, και καταισχυνθείησαν από πάσης δυναστείας, και ή ισχύς αυτών συντριβείη' και γνώτωσαν ότι συ ει Κύριος Θεός μόνος και ένδοξος εφ' όλη την οικουμένη» (Δαν. 'Ύμνος Τριών Παίδων: 17-21). και αν ο τύραννος (διάολος) φρυάξει από το κακό του και κάψει το καμίνι των ηδονών εφτά φορές περισσότερο (πρβλ. Δαν. 3:19), ας έχουν θάρρος αυτοί πού δείχνουν εμπιστοσύνη στον Κύριο. Γιατί σε λίγο το καμίνι θα μεταβληθεί σε δροσιά και ο τύραννος, πού πρωτύτερα φοβόντουσαν, θα τρέμει στο έξης και τη σκιά τους, χάρη στη βοήθεια πού θα τούς δοθεί από τον ουρανό.
Εκείνος πού θέλει να ευαρεστήσει το Θεό και να γίνει κληρονόμος Του μέσω της πίστεως και να ονομαστεί και ο ίδιος παιδί του Θεού, πού γεννήθηκε από το 'Άγιο Πνεύμα, πρέπει, αφού αποκτήσει πριν απ' όλα τη μακροθυμία και την υπομονή, να υπομένει με γενναιότητα και ευχαρίστηση τις θλίψεις και τις δυσκολίες πού συναντά, δηλαδή σωματικές αρρώστιες και πόνους, εξευτελισμούς και προσβολές από τούς ανθρώπους η διάφορους αόρατους πολέμους, πού κινούν εναντίον της ψυχής τα πονηρά πνεύματα, θέλοντας να την οδηγήσουν σε χαύνωση και αμέλεια.
 
 


Αυτό γίνεται με οικονομία τού Θεού, πού παραχωρεί να δοκιμαστεί ο καθένας μας με διάφορες θλίψεις, για να φανούν εκείνοι πού τον αγαπούν με όλη τους την ψυχή, αν υπομένουν με γενναιότητα και ευχαρίστηση όλα όσα προξενούνται από τον πονηρό και δεν απομακρύνονται από την ελπίδα και την εμπιστοσύνη σ' Αυτόν, αλλά πάντα περιμένουν με πολλή πίστη και υπομονή να λυτρωθούν από τις δοκιμασίες με τη βοήθεια της χάριτος. Μ' αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουν να γλιτώσουν από κάθε πειρασμό και να πετύχουν έτσι την εκπλήρωση της υποσχέσεως, αφού φάνηκαν κι αυτοί άξιοι της Βασιλείας με το ν' ακολουθήσουν τα ίχνη όλων των άγίων κάθε εποχής και του ίδιου τού Κυρίου, και έγιναν κοινωνοί όχι μόνο των παθημάτων τους αλλά και της δόξας τους (πρβλ. Β' Κορ. 1:7).
Παρατήρησε λοιπόν και δες, πώς από την αρχή όλοι οι πατέρες και οι πατριάρχες και οι προφήτες και οι
απόστολοι και οι μάρτυρες έτσι κατόρθωσαν να ευαρεστήσουν το Θεό, περνώντας δηλαδή μέσα από το δρόμο των θλίψεων (και) των πειρασμών και υπομένοντας με καρτερικότητα και χαρά 'όλες τις δυσκολίες, χάρη στην ελπίδα της αναμενόμενης ανταμοιβής, όπως λέει και ή Γραφή: «Τέκνο, ει προσέρχη δουλεύειν Κυρίω Θεώ, έτοίμασον την ψυχήν σου εις πειρασμό' εύθυνον την καρδίαν σου και καρτέρησον» (Σοφ. Σειρ. 2:1-2) - αποβλέποντας, θέλει να πει, στο Θεό και παίρνοντας δύναμη από την ελπίδα σ' Αυτόν. και ο απόστολος επίσης λέει: «ΕΙ δε χωρίς έστε παιδείας, ης μέτοχοι γεγόνασι πάντες, άρα νόθοι εστε και oύχ υιοί» (Εβρ. 12:8). και ο Κύριος μακαρίζει εκείνους πού αγωνίζονται γι' Αυτόν και βασανίζονται σκληρά - είτε φανερά από τούς ανθρώπους είτε κρυφά από τα πονηρά πνεύματα, τα όποία πολεμούν, όπως είπαμε, την ψυχή πού αγαπάει το Θεό και προκαλούν σ' αυτήν ποικίλες θλίψεις, για να εμποδίσουν την είσοδό της στην (αιώνια) ζωή, αν (βέβαια την κάνουν νά) γλιστρήσει στην αμέλεια και την απελπισία. ΟΙ πειρασμοί, επομένως, δοκιμάζουν και ξεχωρίζουν τις ψυχές πού αγαπούν το Θεό από εκείνες πού δεν Τον αγαπούν, κι έτσι φανερώνουν ποίες εΙναι αξίες του Θεού και ποίες ανάξιές Του.

Κάθε ψυχή λοιπόν πού θέλει να ευαρεστήσει το Θεό, ας κρατάει με γενναιότητα, πριν απ' Όλα, την υπομονή και την ελπίδα' κι έτσι θα μπορέσει να σηκώσει και να ξεπεράσει κάθε επίθεση και προσβολή του πονηρού. Γιατί ο Θεός, σε μία ψυχή πού ελπίζει σ' αυτόν και Τον περιμένει με υπομονή, δεν επιτρέπει να πέσει σε τόσο μεγάλο πειρασμό, ώστε ν' απελπιστεί από ένα βάρος πού δεν μπορεί να σηκώσει (βλ. Α' Κορ. 10:13). ούτε Όμως και ο πονηρός πειράζει και θλίβει την ψυχή Όσο θέλει, αλλά Όσο του επιτρέπει ο Θεός. Γιατί ξέρει Ο Πλάστης μας πόσο πρέπει να μπει ή ψυχή σε δοκιμασία και πειρασμό, και τόσο μόνο επιτρέπει.
  


Του αββά 'Ισαάκ
Όταν θελήσεις να κάνεις αρχή καλού έργου, πρώτα να ετοιμάσεις τον εαυτό σου για την αντιμετώπιση των πειρασμών, πού πρόκειται να έρθουν εναντίον σου. Γιατί ο εχθρός, όταν δει κάποιον ν' αρχίζει με θερμή πίστη μια θεάρεστη ζωή, συνηθίζει να του επιτίθεται με διάφορους και φοβερούς πειρασμούς, ώστε να δειλιάσει απ' αυτούς ο άνθρωπος και να εγκαταλείψει την καλή του πρόθεση. Και παραχωρεί ο Θεός να πέσει σε πειρασμό για να χτυπήσεις επίμονα τη θύρα (του ελέους) Του και για να ριζώσει μέσα στο νου σου, από το φόβο των θλίψεων, ή μνήμη Εκείνου, και για να τον πλησιάσεις με τις προσευχές, ώστε ν' αγιαστεί έτσι ή καρδιά σου από την ακατάπαυστη ενθύμησή Του. Και όταν τον επικαλείσαι, θα σε ακούσει. Και θα μάθεις έτσι, ότι ο Θεός ειναι αυτός πού σε λυτρώνει. Και τότε θα νιώσεις την παρουσία Εκείνου πού σ' έπλασε και σε δυναμώνει και σε προστατεύει. Γιατί ή σκέπη και ή πρόνοια του Θεού αγκαλιάζει όλους τούς ανθρώπους. Δεν γίνεται όμως ορατή παρά μόνο σ' εκείνους πού καθάρισαν τον εαυτό τους από την αμαρτία και ειναι συνεχώς προσηλωμένοι στο Θεό. Εξαιρετικά μάλιστα φανερώνεται σ' αυτούς ή βοήθεια και ή πρόνοια του Θεού, όταν μπουν σε μεγάλη δοκιμασία για χάρη της αλήθειας γιατί τότε την αισθάνονται πολύ καθαρά με την αίσθηση του νου.

Μερικοί, πού είδαν αυτή (τη βοήθεια) και με τα σωματικά τους μάτια, ανάλογα με τις δοκιμασίες, και διαπίστωσαν έτσι τη συμπαράσταση του Θεού, υποκινήθηκαν απ' αυτή σε γενναίες πράξεις, όπως μαθαίνουμε για τον Ιακώβ και τον Ιησού του Ναυή και τούς Τρεις Παίδες και Τον απόστολο Πέτρο και τούς άλλους αγίους, πού άθλησαν για το Χριστό. Σ' αυτούς (ή θεία βοήθεια) ήταν ολοφάνερη, έχοντας ανθρώπινη μορφή, δίνοντάς τους θάρρος και προετοιμάζοντάς τους για Τον αγώνα της ευσέβειας. Αλλά και στους πατέρες, πού έζησαν στην έρημο και έδιωξαν από κεί τούς δαίμονες και έγιναν κατοικητήριο αγγέλων, και σ' αυτούς παρουσιάζονταν συνεχώς οι άγιοι άγγελοι και με κάθε τρόπο τούς βοηθούσαν και τούς συμπαραστέκονταν σε όλα και τούς στήριζαν και τούς λύτρωναν από τούς πειρασμούς, πού οι άγριοι δαίμονες τούς προξενούσαν. Αλλά και μέχρι σήμερα δεν απομακρύνεται ή βοήθεια του Θεού από τούς ανθρώπους πού ολοκληρωτικά αφιερώθηκαν στα έργα πού 'Εκείνος ευαρεστείται, αλλά βρίσκεται κοντά σε όλους όσοι τον επικαλούνται.
 
 

Του άγίου Μαξίμου
Λένε ότι για πέντε αιτίες παραχωρεί ο Θεός να πολεμούμαστε από τούς δαίμονες. Και Πρώτη είναι, λένε, ν' αποκτήσουμε τη διάκριση της αρετής και της κακίας, καθώς μάς πολεμούν και τούς πολεμάμε. Δεύτερη, ν' αποκτήσουμε την αρετή με πόλεμο και κόπο, κι έτσι να την έχουμε βέβαιη και σταθερή. Τρίτη, να μην υψηλοφρονούμε, καθώς προοδεύουμε στην αρετή, αλλά να μάθούμε να ταπεινοφρονούμε. Τέταρτη, να μισήσουμε τελείως την κακία, αφού τη γνωρίσουμε με τα παθήματά μας. Πέμπτη και κυριότερη απ' όλες, να μην ξεχνάμε, αφού αποκτήσουμε την απάθεια, ούτε τη δική μας αδυναμία ούτε τη δύναμη 'Εκείνου πού μάς βοήθησε.
 
 
Από το Γεροντικό
Ένας αδελφός, πού πειραζόταν από τούς δαίμονες, πήγε σε κάποιον γέροντα και του φανέρωσε τούς πειρασμούς πού δοκίμαζε. και ο γέροντας του λέει:
Αδελφέ, να μη σε φοβίζουν οι πειρασμοί πού σου συμβαίνουν, γιατί όσο βλέπουν οι εχθροί την ψυχή ν' ανεβαίνει και να ενώνεται με το Θεό, τόσο οργίζονται και λιώνουν από το φθόνο τους. Είναι, άλλωστε, αδύνατον να μην παραβρίσκονται ο Θεός και οι άγγελοί Του, όταν ο άνθρωπος πειράζεται και ζητάει χέρι βοήθειας. Εσύ λοιπόν μη σταματάς να σηκώνεις πάντα το βλέμμα σου προς Αυτόν και να ζητάς τη βοήθειά Του με ταπείνωση, έχοντας συνάμα στο νου σου, κατά την ώρα του πειρασμού, την ακαταμάχητη δύναμη Εκείνου, τη δική μας αδυναμία και του εχθρού μας τη σκληρότητα. 'Έτσι σύντομα θα σε βοηθήσει ο Θεός.
Ό αββάς Ποιμήν είπε για τον αββά 'Ιωάννη Τον Κολοβό, ότι παρακάλεσε το Θεό και έφυγαν από πάνω του τα πάθη, κι έτσι ησύχασε. Πήγε λοιπόν σ' ένα γέροντα και του είπε: "Βλέπω τον εαυτό μου να αναπαύεται (ψυχικά) και να μην έχει κανένα πόλεμο". και ο γέροντας του λέει: "Πήγαινε και παρακάλεσε το Θεό να σου έρθει πάλι ο πόλεμος, γιατί με τούς πολέμους προκόβει ή ψυχή". Παρακάλεσε λοιπόν (το Θεό ο αββάς 'Ιωάννης να ξαναγυρίσει ο πόλεμος), και ποτέ πια Δεν προσευχήθηκε να του φύγει, αλλά έλεγε: "Κύριε, δώσε μου υπομονή στους πολέμους".

'Ένας γέροντας είπε: Αν μας συγχωρεί ο Θεός, μολονότι κάνουμε τόσα κακά, μακροθυμώντας απέναντί μας, Δεν θα μας βοηθήσει, πολύ περισσότερο, αν θελήσουμε να κάνουμε τα καλά;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου